Κόσμος
Σάββατο, 26 Φεβρουαρίου 2011 16:19

Υπέρ αυστηρών κυρώσεων στη Λιβύη Ευρωπαίοι ηγέτες

Yπέρ της επιβολής κυρώσεων από τον ΟΗΕ αλλά και την ΕΕ σε βάρος του καθεστώτος Καντάφι τάχθηκαν η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ και ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχαν. Πληροφορίες για πυρά κατά διαδηλωτών στην πόλη Μιζουράτα.

Yπέρ της επιβολής κυρώσεων από τον ΟΗΕ αλλά και την ΕΕ σε βάρος του καθεστώτος Καντάφι τάχθηκαν η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ και ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχαν.

Από την πλευρά του ο Ιταλός πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι εκτίμησε πως ο Καντάφι δεν έχει πλέον τον έλεγχο της κατάστασης στη Λιβύη και τάχθηκε στο πλευρό του λιβυκού λαού: «Αν είμαστε όλοι σύμφωνοι μπορούμε να δώσουμε τέλος στο λουτρό αίματος και να υποστηρίξουμε το λαό της Λιβύης».

Ο Ιταλός πρωθυπουργός, που μέχρι τώρα ήταν σύμμαχος του λίβυου ηγέτη Μουάμαρ Καντάφι με τον οποίο υπέγραψε το 2008 και μία συμφωνία φιλίας, ανέφερε ότι «το γεωπολιτικό σενάριο αλλάζει και η Ιταλία ανησυχεί γι' αυτό».

«Κανείς δεν μπόρεσε να προβλέψει αυτό που συμβαίνει στη Λιβύη, ούτε αυτό που συνέβη πριν μερικές εβδομάδες στην Τυνησία και την Αίγυπτο και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει αυτό που θα συμβεί» υπογράμμισε.

Συμπλήρωσε ότι οι εξελίξεις στη Βόρεια Αφρική είναι «πολύ αβέβαιες διότι αυτοί οι λαοί μπορεί να πλησιάσουν στη δημοκρατία, όμως μπορεί να έρθουμε αντιμέτωποι με επικίνδυνα κέντρα ισλαμιστικού ολοκληρωτισμού».

Εν τω μεταξύ, δημοσίευμα της ιταλικής εφημερίδας Corriere della Sera αναφέρει πως η Ιταλία έχει πουλήσει στη Λιβύη τα τελευταία δύο χρόνια στρατιωτικό υλικό -εκρηκτικά, πυραύλους, ελικόπτερα- αξίας δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Η εφημερίδα επικαλείται επίσημη έκθεση του υπουργείου Εσωτερικών που απαριθμεί τα συμβόλαια, αλλά και τις διαπραγματεύσεις που γίνονταν μεταξύ της Λιβύης και πολλών μεγάλων ιταλικών εταιρείων στρατιωτικού εξοπλισμού.

Η Γαλλία κάλεσε όλους τους οικονομικούς οργανισμούς να αναφέρουν κάθε ύποπτη κίνηση γύρω από τα περιουσιακά στοιχεία του Μουάμαρ Καντάφι και των ανθρώπων του περιβάλλοντός του.

Την Παρασκευή η κυβέρνηση των ΗΠΑ επέβαλε κυρώσεις στην κυβέρνηση της Λιβύης, ανακοινώνοντας πως θεωρεί ότι η νομιμοποίηση του Μουάμαρ Καντάφι να κυβερνά τη χώρα «έπεσε στο μηδέν».

Αντιδρώντας στην αιματηρή καταστολή που εξαπέλυσαν οι λιβυκές αρχές ενάντια στους πολίτες που εξεγέρθηκαν κατά του καθεστώτος, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα υπέγραψε διάταγμα με το οποίο ‘παγώνουν’ χρηματικοί πόροι του Καντάφι, των μελών της οικογένειάς του και κορυφαίων αξιωματούχων της κυβέρνησής του, της λιβυκής κεντρικής τράπεζας και κεφαλαίων που διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία της χώρας.

‘Αυτές οι κυρώσεις έχουν ως στόχο την κυβέρνηση (του Λίβυου ηγέτη Μουάμαρ) Καντάφι ενώ προστατεύουν εκείνους τους πόρους που ανήκουν στο λαό της Λιβύης’, ανέφερε η ανακοίνωση του Ομπάμα.

‘Η κυβέρνηση του Μουάμαρ Καντάφι παραβίασε τις διεθνείς νόρμες και κάθε αξιοπρέπεια και πρέπει να της αποδοθούν ευθύνες’, προστίθεται στην ανακοίνωση.

Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ανέφερε ότι οι κυρώσεις θα εμποδίσουν την μεταφορά μεγάλων ποσών που ανήκουν στη Λιβύη ώστε να αποτρέψουν τη λεηλασία της περιουσίας της χώρας από την κυβέρνηση Καντάφι, χωρίς να αναφερθεί σε συγκεκριμένα ποσά.

Αμερικανός αξιωματούχος είπε ότι οι κυρώσεις έχουν μεταξύ άλλων στόχο να ενθαρρύνουν στελέχη του λιβυκού κρατικού μηχανισμού να διαχωρίσουν τη θέση τους από την κυβέρνηση Καντάφι.

Από την πλευρά της η υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον ‘τάχθηκε σθεναρά υπέρ της σύστασης ανεξάρτητης διεθνούς επιτροπής έρευνας’ που πρότεινε σε έκτακτη σύνοδό του το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων -που ενδέχεται να αποτελούν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας- από μέρους των αρχών της Λιβύης.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έκλεισε την πρεσβεία της στη Λιβύη μετά την εκκένωση του προσωπικού της.

Σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας, το οποίο συνεδριάζει ξανά απόψε, προβλέπει επιβολή οικονομικών και ταξιδιωτικών κυρώσεων καθώς κι εμπάργκο όπλων. Στελέχη της αμερικάνικης και ευρωπαϊκών κυβερνήσεων δεν έχουν αποκλείσει ακόμα την ανάληψη στρατιωτικής δράσης.

Νέες πληροφορίες για πυρά κατά πολιτών

Την ίδια ώρα, νέες μαρτυρίες κάνουν λόγο για εν ψυχρών πυροβολισμούς μισθοφόρων του Καντάφι σε βάρος αντικαθεστωτικών πολιτών. Όπως ανέφερε αυτόπτης μάρτυρας μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο ανέφερε ότι μισθοφόροι που μεταφέρθηκαν στη Μιζουράτα με ελικόπτερα του καθεστώτος άνοιξαν πυρ εναντίον των διαδηλωτών που παρίσταντο στην κηδεία των θυμάτων των χθεσινών συγκρούσεων.

Λίγο αργότερα, τοπικό ΜΜΕ μετέδωσε ότι υπάρχουν δεκάδες σοβαρά τραυματίες από πυρά των καθεστωτικών δυνάμεων στη δυτική Λιβύη.

Αργά το βράδυ της Παρασκευής πάντως ένας από τους γιους του Καντάφι, ο Σαΐφ Αλ Ισλάμ μίλησε για διαπραγμάτευση με τους αντικαθεστωτικούς, αν και τους αποκάλεσε τρομοκράτες: «Εχουμε να κάνουμε με τρομοκράτες ... Ο στρατός αποφάσισε να μην τους επιτίθεται και να δώσει μια ευκαιρία στη διαπραγμάτευση. Ελπίζουμε να λύσουμε το ζήτημα ειρηνικά, ακόμη και αύριο (Σάββατο)».

Συνεχίζονται οι επιχειρήσεις επαναπατρισμού ξένων υπηκόων

Εν τω μεταξύ, οι ξένοι υπήκοοι συνεχίζουν να φεύγουν από τη Λιβύη με όποιο τρόπο μπορούν. Νωρίς το πρωί έφτασε στη Μάλτα μια φρεγάτα του βρετανικού πολεμικού ναυτικού στην οποία επέβαιναν 207 άτομα. Η φρεγάτα HMS Cumberland είχε αναχωρήσει την Πέμπτη από το λιμάνι της Βεγγάζης αλλά λόγω των πολύ κακών καιρικών συνθηκών υποχρεώθηκε να πλέει με μειωμένη ταχύτητα και χρειάστηκε 35 ώρες για να φτάσει στη Μάλτα.

Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές, οι περισσότεροι από τους επιβάτες είναι Βρετανοί. Υπάρχουν όμως μεταξύ τους και υπήκοοι τουλάχιστον άλλων 20 χωρών.

Στην περιοχή έχει καταπλεύσει από το Γιβραλτάρ άλλο ένα βρετανικό πολεμικό πλοίο, το HMS York, για να βοηθήσει στην εκκένωση των ξένων.