Μόλις στις αρχές της εβδομάδας ανακοινώθηκε ο εντοπισμός - για πρώτη φορά- εννέα ψαριών και κοραλλιών στο Μπαλί. Τώρα, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Πρίνστον υποστηρίζουν ότι τέτοιες ανακοινώσεις θα συνεχίσουν να γίνονται, καθώς 3.050 αμφίβια και τουλάχιστον 160 είδη θηλαστικών... δεν έχουν ανακαλυφθεί και περιγραφεί!
Μόλις στις αρχές της εβδομάδας ανακοινώθηκε ο εντοπισμός - για πρώτη φορά- εννέα ψαριών και κοραλλιών στο Μπαλί. Τώρα, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Πρίνστον υποστηρίζουν ότι τέτοιες ανακοινώσεις θα συνεχίσουν να γίνονται, καθώς 3.050 αμφίβια και τουλάχιστον 160 είδη θηλαστικών... δεν έχουν ανακαλυφθεί και περιγραφεί!
Στην έκθεσή τους στην επιθεώρηση Proceedings of the Royal Society B., γράφουν ότι τα περισσότερα από αυτά τα είδη, που αντιστοιχούν στο 33% των αμφιβίων και στο 3% των χερσαίων θηλαστικών, είναι πιθανό να «κρύβονται» σε αποκομμένα, ανεξερεύνητα τροπικά δάση της Μαλαισίας, του Κονγκό, της Ινδονησίας ή στον Αμαζόνιο.
Κατέληξαν στις εκτιμήσεις αυτές χρησιμοποιώντας ένα μαθηματικό μοντέλο, το οποίο ενσωματώνει τα γνωστά είδη αμφιβίων και θηλαστικών, το έτος ανακάλυψης και την περιοχή, όπου ζουν.
«Το ποσοστό άγνωστων ειδών είναι αντιστρόφως ανάλογο με το ανθρώπινο αποτύπωμα σε οικότοπους των τροπικών δασών», εξηγούν οι ερευνητές. «Αυτό ενδέχεται να οφείλεται στο γεγονός ότι τα τροπικά δάση με μικρό ανθρώπινο αποτύπωμα δεν έχουν εξερευνηθεί το ίδιο καλά όσο περιοχές, όπου η ανθρώπινη επιρροή είναι μεγαλύτερη».
Επιπλέον, οι συντάκτες της έκθεσης υποστηρίζουν ότι τα είδη που δεν έχουν ανακαλυφθεί αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο αφανισμού από αυτά που είναι ήδη γνωστά, συνεπώς είναι πιθανό να μην ανακοινωθεί ποτέ η ύπαρξή τους. Αντίστοιχα, ένα ζώο που ανακαλύφθηκε π.χ. το 2007 είναι πιθανότερο να εκλείψει σε σχέση με ένα είδος που ανακαλύφθηκε το 1800.
Ο λόγος; Η «τέλεια καταιγίδα απώλειας της βιοποικιλότητας», όπως την χαρακτηρίζουν οι ίδιοι οι ερευνητές, περιγράφοντας ένα «κοκτέιλ» μειωμένης χρηματοδότησης για ερευνητικούς σκοπούς και καταστροφής των οικοτόπων αυτών των ειδών. Εισηγούνται να γίνουν προσπάθειες οι περιοχές αυτές να τεθούν γρήγορα υπό την αιγίδα των αρχών, προκειμένου η «κρυμμένη βιοποικιλότητά» τους να προστατευθεί έως ότου ανακαλυφθεί.