Ο οδηγός που έχει καταναλώσει οινοπνευματώδη ποτά πάνω από το επιτρεπόμενο όριο 0,50 mgr/l και έχει ασφαλίσει το όχημά του (αυτοκίνητο, μηχανάκι κ.λπ.), σε περίπτωση ατυχήματος οφείλει να πληρώσει τις ζημιές που θα προκληθούν σε τρίτο ή τρίτους.
Ο οδηγός που έχει καταναλώσει οινοπνευματώδη ποτά πάνω από το επιτρεπόμενο όριο 0,50 mgr/l και έχει ασφαλίσει το όχημά του (αυτοκίνητο, μηχανάκι κ.λπ.), σε περίπτωση ατυχήματος οφείλει να πληρώσει τις ζημιές που θα προκληθούν σε τρίτο ή τρίτους.
Αυτό αποφάνθηκε ο Αρειος Πάγος ερμηνεύοντας τη νομοθεσία, τον Αστικό Κώδικα και τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (ΚΟΚ).
Όπως επισημαίνεται στην απόφαση, οδηγός θεωρείται ότι βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος όταν η συσκευή αλκοομέτρου (αλκοτέστ) δείξει άνω των 0,25 χιλιοστών του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα ή εάν κατά την αιμοληψία η ένδειξη είναι πάνω από 0,50 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος.
Επίσης, η απορρόφηση του οινοπνεύματος από τον οργανισμό ολοκληρώνεται σε διάστημα 45 έως 180 λεπτών από το χρόνο κατανάλωσης (ανάλογα εάν το αλκοόλ συνοδεύεται από γεύμα και ανάλογα με τον κάθε οργανισμό). Οι δε μέγιστες συγκεντρώσεις οινοπνεύματος στο αίμα ανιχνεύονται σε 45 έως 90 λεπτά μετά το τέλος της κατανάλωσης.
Σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, αποκλείονται της ασφάλισης ζημιές οι οποίες προξενήθηκαν σε χρόνο που ο οδηγός του οχήματος τελούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος ή τοξικών ουσιών. Ο δεσμευτικός αυτός κανονισμός πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στο ασφαλιστικό συμβόλαιο ή το συμβόλαιο να παραπέμπει στη σχετική υπουργική απόφαση.
Παρ' όλα αυτά, σε περίπτωση ατυχήματος η ασφαλιστική εταιρεία δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη αποζημιώσεως του μη ευθυνόμενου για το ατύχημα και υποχρεούται να καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση. Ωστόσο μπορεί να αξιώσει από τον μεθυσμένο οδηγό που προκάλεσε το ατύχημα τα χρήματα της αποζημίωσης που κατέβαλε στον οδηγό «θύμα».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ