Κόσμος
Σάββατο, 07 Σεπτεμβρίου 2002 18:00

Οι πολιτικές ρίζες της τρομοκρατίας

Σχεδόν ένα χρόνο από τότε που άρχισε ο πόλεμος των ΗΠΑ κατά της τρομοκρατίας, ο πόλεμος αυτός κινδυνεύει να «εκφυλιστεί».

Ο πρόεδρος Μπους έχει ευφυώς αποφύγει να ταυτίσει την τρομοκρατία με το ισλάμ στο σύνολό του. Ορισμένοι υποστηρικτές της κυβέρνησής του, όμως, δεν είναι τόσο προσεκτικοί, και δεν διστάζουν να υποστηρίξουν ότι η ισλαμική κουλτούρα εν γένει διάκειται εχθρικά τόσο προς τη Δύση, όσο και προς τη δημοκρατία.

Το επιχείρημα που λείπει από αυτή τη συζήτηση, γράφει στους «New York Times», ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας επί κυβερνήσεως Κάρτερ, Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, είναι ότι πίσω από κάθε τρομοκρατική ενέργεια υπάρχει ένα συγκεκριμένο πολιτικό προηγούμενο. Αυτό μπορεί να μην δικαιολογεί τον δράστη, ή την υπόθεση που υπηρετεί, είναι όμως ένα γεγονός. Και ισχύει για τον IRA στη Βόρεια Ιρλανδία, για τους Βάσκους στην Ισπανία, για τους Παλαιστίνιους στη Δυτική Οχθη και στη Γάζα, για τους Μουσουλμάνους στο Κασμίρ, και για τόσους άλλους.

Στην περίπτωση της 11ης Σεπτεμβρίου δεν χρειάζεται πολλή ανάλυση για να καταλάβει κανείς πως η αμερικανική ανάμιξη στη Μέση Ανατολή είναι εμφανώς το κυριότερο κίνητρο του μίσους που στρέφεται εναντίον της Αμερικής. Τα πολιτικά συναισθήματα των Αράβων έχουν διαμορφωθεί από την εμπειρία με τους Γάλλους και τους Βρετανούς αποικιοκράτες, από την ήττα των Αράβων να αποτρέψουν την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ και από την υποστήριξη που παρείχε στη συνέχεια η Αμερική στο Ισραήλ.

Παραδόξως, η Αμερική υπήρξε απρόθυμη να αντιμετωπίσει τις σύνθετες ιστορικές διαστάσεις του μίσους εναντίον της. Προτίμησε να περιοριστεί σε αφηρημένες διατυπώσεις περί των τρομοκρατών που μισούν την ελευθερία ή περί του θρησκευτικού τους υποβάθρου που τους κάνει να μισούν τον δυτικό πολιτισμό. Η θρησκευτική πλευρά συμβάλλει ασφαλώς στον ζήλο των τρομοκρατών, θα πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι ορισμένοι από τους τρομοκράτες της 11ης Σεπτεμβρίου έκαναν μια ζωή που δεν είχε θρησκευτικές διαστάσεις. Η επίθεσή τους στο World Trade Center είχε μια σαφή πολιτική απόχρωση.

Για να κερδίσει κανείς τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, τονίζει ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας επί κυβερνήσεως Κάρτερ, πρέπει λοιπόν να έχει δύο στόχους: πρώτα να εξοντώσει τους τρομοκράτες και ύστερα να αρχίσει μια πολιτική προσπάθεια που να επικεντρώνεται στις συνθήκες οι οποίες οδήγησαν στην εμφάνισή τους. Αυτό κάνουν οι Βρετανοί στο Oλστερ, οι Ισπανοί στη χώρα των Βάσκων και αυτό παροτρύνονται να κάνουν οι Ρώσοι στην Τσετσενία. Η στάση αυτή δεν ισοδυναμεί με κατευνασμό των τρομοκρατών, αλλά εντάσσεται σε μια στρατηγική με στόχο την απομόνωσή τους.

Μπορεί κανείς να παραλληλίσει την πρόκληση που αντιμετωπίζουν σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες με τις κρίσεις που αντιμετώπισε τις δεκαετίες του '60 και του '70. Εκείνη την περίοδο, η αμερικανική κοινωνία κλονίστηκε από τη βίαιη δράση οργανώσεων όπως η Κου Κλουξ Κλαν, οι Μαύροι Πάνθηρες και ο Συμβιωτικός Απελευθερωτικός Στρατός. Χωρίς τους νόμους για τα δικαιώματα των πολιτών και τις αλλαγές που επήλθαν στην αντίληψη για τις φυλετικές σχέσεις, η πρόκληση που έθεσαν αυτές οι οργανώσεις μπορεί να διαρκούσε περισσότερο και να ήταν πολύ πιο επικίνδυνη.

Ο μάλλον στενός και σχεδόν μονοδιάστατος ορισμός της τρομοκρατικής απειλής από την κυβέρνηση Μπους εμπεριέχει τον κίνδυνο να τον οικειοποιηθούν και ξένες δυνάμεις για να προωθήσουν δικούς τους στόχους, όπως ήδη κάνουν ο ρώσος πρόεδρος Πούτιν, ο ισραηλινός πρωθυπουργός Αριέλ Σαρόν, ο ινδός πρωθυπουργός Βατζπαγί και ο κινέζος Ζιανγκ Ζεμίν. Για όλους αυτούς, ο αποκομμένος αμερικανικός ορισμός της τρομοκρατικής πρόκλησης ήταν πρόσφορος και βολικός.

Ο Πούτιν βλέπει μια ευκαιρία να στρέψει την ισλαμική εχθρότητα μακριά από τη Ρωσία, παρά τα ρωσικά εγκλήματα στην Τσετσενία, και νωρίτερα στο Αφγανιστάν. Ο Σαρόν θα έβλεπε με καλό μάτι την επιδείνωση των σχέσεων της Ουάσιγκτον με τη Σαουδική Αραβία, και ενδεχομένως την ανάληψη στρατιωτικής δράσης κατά του Ιράκ, ώστε εκείνος να μπορέσει ελεύθερα να καταστείλει την εξέγερση των Παλαιστινίων. Οι Κινέζοι κατάφεραν πρόσφατα να πείσουν την κυβέρνηση Μπους να περιλάβει τη μουσουλμανική αυτονομιστική οργάνωση των Ουιγούρων στη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων που έχουν σχέσεις με την Αλ-Κάιντα.