Μέχρι την περασμένη εβδομάδα, τα θύματα της παράνομης παρακολούθησης τηλεφώνων από τη News of the World έμοιαζε να είναι στην πλειοψηφία τους διασημότητες, μέλη της βασιλικής οικογένειας και άλλοι προνομιούχοι που δεν έχουν ανάγκη από ιδιαίτερη συμπάθεια.
Οχι πια. Οι τακτικές του ταμπλόιντ του Ρούπερτ Μέρντοκ (στη φωτογραφία), που κυκλοφόρησε την Κυριακή για τελευταία φορά, ήταν πολύ ευρύτερες και πολύ πιο εγκληματικές.
Η μεγάλη διαφορά λέγεται Μίλι Ντόουλερ, μια 13χρονη μαθήτρια που δολοφονήθηκε στο Σάρεϊ τον Μάρτιο του 2002. Στις 4 Ιουλίου, η εφημερίδα «Γκάρντιαν» έγραψε ότι ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ που εργαζόταν για τη News of the World παρακολούθησε το voice-mail της μικρής λίγο μετά την εξαφάνισή της, φτάνοντας να σβήσει ορισμένα μηνύματα για να εξοικονομήσει χώρο. Το αποτέλεσμα ήταν να πιστέψει η οικογένειά της ότι ίσως να ήταν ακόμη ζωντανή.
Ο Τομ Ουότσον, ένας βουλευτής του Εργατικού Κόμματος, εκτόξευσε μια ακόμη πιο σοβαρή κατηγορία στις 6 Ιουλίου στο κοινοβούλιο: ότι η News International πλήρωσε ανθρώπους για να μεσολαβήσουν σε μια υπόθεση δολοφονίας για λογαριασμό γνωστών εγκληματιών.
Ο ιδιωτικός ντετέκτιβ, που λέγεται Γκλεν Μαλκέρ, φυλακίστηκε το 2007 για παρακολούθηση των τηλεφώνων της βασιλικής οικογένειας. Το ίδιο συνέβη με τον Κλάιβ Γκούντμαν, βασιλικό ανταποκριτή της News of the World. Στελέχη της τελευταίας επέμεναν για καιρό ότι ο Γκούντμαν λειτουργούσε μόνος του. Αλλά τους τελευταίους μήνες αυτός ο ισχυρισμός κατέρρευσε, καθώς διευρύνθηκε ο κύκλος των θυμάτων παρακολούθησης και συνελήφθησαν κι άλλοι δημοσιογράφοι.
Αν όλα αυτά είναι αλήθεια, δεν υπήρχαν όρια στον τρόπο με τον οποίο η εφημερίδα αναζητούσε τις επιτυχίες. Οι νομικές και εμπορικές συνέπειες για τον όμιλο μπορεί να είναι σοβαρές. Μεγάλες ευθύνες όμως βαραίνουν και την αστυνομία. Η αστυνομία του Σάρεϊ φαίνεται ότι γνώριζε για την παρακολούθηση των μηνυμάτων της Ντόουλερ, και δεν έκανε τίποτα. Αλλά και η ίδια η Μητροπολιτική Αστυνομία κατηγορείται ότι γνώριζε για χρόνια τις παρακολουθήσεις και δεν ενημέρωσε τα θύματά τους.
Ολη αυτή η υπόθεση δεν πλήττει μόνο τον Τύπο του Μέρντοκ, σχολιάζει ο «Εκόνομιστ». Ηδη ο ηγέτης του Εργατικού Κόμματος Εντ Μίλιμπαντ ζήτησε να διερευνηθεί η λειτουργία του Τύπου και ο πρωθυπουργός συγκρότησε σχετική επιτροπή. Αυτό που μπορεί να συμβεί είναι να αλλάξει το σημερινό μοντέλο αυτοελέγχου του Τύπου. Οι πολιτικοί, πάντως, έχουν αλλάξει στάση απέναντί του. Η σκληρή στάση του Μίλιμπαντ απέναντι στη News International θα ήταν αδιανόητη την εποχή του Μπλερ. «Τρομακτικές» χαρακτήρισε τις εξελίξεις και ο Κάμερον, αποφεύγοντας πάντως να ζητήσει το κεφάλι του Μέρντοκ.
Τέσσερα είναι τα ερωτήματα που προκύπτουν, σημειώνει ο «Εκόνομιστ». Πρώτον, πώς μπορεί μια εφημερίδα να ξέφυγε τόσο πολύ από τον έλεγχο. Δεύτερον, γιατί επί τόσα χρόνια κανείς δημοσιογράφος της εφημερίδας -ή άλλων εφημερίδων- δεν έκανε την παραμικρή καταγγελία.
Τρίτον, τι συμφωνίες έγιναν μεταξύ του ομίλου και της αστυνομίας, ώστε η δεύτερη να μην επεμβαίνει.
Τέταρτον, ποιος είναι ο ρόλος των πολιτικών.
Η ανάγκη για κάθαρση είναι επιτακτική. Κι αν αυτό προκαλέσει σεισμό στη Φλιτ Στριτ και τη Σκότλαντ Γιαρντ, καλώς να γίνει.
Πηγή: The Economist, ΑΠΕ-ΜΠΕ