Κατά προτεραιότητα θα εκδικάζονται τα κακουργήματα που διαπράττουν υπουργοί ή υφυπουργοί επωφελούμενοι από την ιδιότητά τους, γενικοί και ειδικοί γραμματείς υπουργείων και διοικητές οργανισμών του δημοσίου, αλλά και τα κακουργήματα σε υποθέσεις μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος και μείζονος δημοσίου συμφέροντος.
Τις υποθέσεις που δικάζονται κατά προτεραιότητα και τον τρόπο εκδίκασής τους ορίζει το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με τίτλο «Εκδίκαση Πράξεων Διαφθοράς Πολιτικών και Κρατικών Αξιωματούχων, υποθέσεων μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος και μείζονος δημοσίου συμφέροντος», το οποίο παρουσιάστηκε στο υπουργικό συμβούλιο και έλαβε το «πράσινο φως».
Ειδικότερα, στο νομοσχέδιο θα ορίζεται ότι:
Α. Στην ειδική διαδικασία υπάγονται:
(α) όλα τα κακουργήματα, τα οποία διαπράττουν υπουργοί ή υφυπουργοί επωφελούμενοι από την ιδιότητά τους, εκτός από αυτά που τελούνται από τους ίδιους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και δικάζονται βάσει του άρθρου 86 Συντ. και του ν. 3126/2003 ,
(β) όλα τα κακουργήματα, τα οποία διαπράττουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή επωφελούμενοι από την ιδιότητά τους αυτή, οι γενικοί και ειδικοί γραμματείς υπουργείων και οι (εν ευρεία έννοια) διοικητές (π.χ πρόεδροι και διευθύνοντες σύμβουλοι, γενικοί διευθυντές κ.λ.π) οργανισμών του δημοσίου τομέα και τα αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και
(γ) όλα τα κακουργήματα σε υποθέσεις μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος και μείζονος δημοσίου συμφέροντος που χαρακτηρίζονται ως τέτοιες με πράξη του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Β) Στις πιο πάνω υποθέσεις δεν διατάσσεται προανάκριση, αλλά μόνον προκαταρκτική εξέταση που διενεργείται αυτοπρόσωπα από Εισαγγελέα και κατόπιν ανάκριση, η οποία πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέσα σε ένα εξάμηνο. Για το σκοπό αυτό ορίζεται, με βάση και την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, ο αναγκαίος αριθμός εισαγγελέων και ανακριτών, που πρέπει να συνδράμουν στο έργο της ανάκρισης σε σύνθετες υποθέσεις με μεγάλο αριθμό κατηγορουμένων. Οι δικαστικοί αυτοί λειτουργοί απαλλάσσονται όλων των άλλων καθηκόντων τους.
Γ) Οι εισαγγελείς και ανακριτές, θα βοηθούνται από όσους γραμματείς και ειδικούς επιστήμονες κρίνουν οι ίδιοι ότι είναι αναγκαίο για να ολοκληρώσουν το έργο τους στον οριζόμενο χρόνο. Θα επικουρούνται επίσης κατά απόλυτη προτεραιότητα από την Ανεξάρτητη Αρχή για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, όπως και από την αρμόδια για τη δίωξη οικονομικού εγκλήματος εισαγγελία, αλλά και από οποιαδήποτε υπηρεσία του δημοσίου και θα μπορούν να διορίζουν τους αναγκαίους πραγματογνώμονες για την αναζήτηση όλων των στοιχείων που κρίνουν αναγκαία. Για τους δικαστικούς αυτούς λειτουργούς δεν θα ισχύει κανένα απόρρητο.
Δ) Όσες πτυχές αυτών των υποθέσεων έχουν ωριμάσει, ως προς τα πρόσωπα και τις κατηγορίες, θα πρέπει να διαχωρίζονται από την υπόλοιπη δικογραφία και να παραπέμπονται κατά απόλυτη προτεραιότητα.
Ε) Το καθ’ ύλη αρμόδιο, για την εκδίκαση των πιο πάνω εγκλημάτων, δικαστήριο είναι το Τριμελές Εφετείο. Σε αυτό όμως ορίζεται δικάσιμος κατά απόλυτη προτεραιότητα, εντός δύο μηνών από την ολοκλήρωση της προδικασίας.
ΣΤ) Αναβολή δεν επιτρέπεται. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις απόλυτης ανάγκης επιτρέπεται διακοπή της δίκης και επανάληψή της σε σύντομη δικάσιμο. Εάν και μετά τη διακοπή το τυχόν ανυπέρβλητο κώλυμα παραμένει, η νέα δικάσιμος προσδιορίζεται εντός διμήνου.
Ζ) Σε περίπτωση άσκησης έφεσης (της οποίας η προθεσμία είναι δεκαήμερη από την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης) η υπόθεση εισάγεται κατά απόλυτη προτεραιότητα στο αρμόδιο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, εντός δύο μηνών από την άσκηση της έφεσης.