Με την ανακοίνωση στις 9 Σεπτεμβρίου από τον καγκελάριο της Αυστρίας και αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος, Βόλφγκανγκ Σιούσελ, της παραίτησης του κυβερνητικού συνασπισμού με το ακροδεξιών θέσεων Κόμμα των Ελευθέρων του Γιεργκ Χάιντερ, εγκαταλείπει την εξουσία η πλέον αμφιλεγόμενη κυβέρνηση στη μεταπολεμική ιστορία της Αυστρίας.
Η βραχύβια συγκατοίκηση (από τις 4 Φεβρουαρίου 2000) έπληξε έντονα το διεθνές κύρος της χώρας οδηγώντας την σε μια σειρά πολιτικών περιπετειών.
Στην απόφασή του ο καγκελάριος Σιούσελ εξαναγκάσθηκε από το κύμα παραιτήσεων μιας σειράς στελεχών των Ελευθέρων, με επικεφαλής την ίδια την αρχηγό τους και αντικαγκελάριο Σουζάνε Ρις-Πάσερ. Οι παραιτήσεις ήταν το αποτέλεσμα μιας εσωκομματικής αναμέτρησης που προώθησε ο πρώην αρχηγός τους και πάντα κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού στην Αυστρία, Γιεργκ Χάιντερ.
Η παραίτηση Χάιντερ από την αρχηγία των Ελευθέρων το Μάιο του 2000, λόγω της διεθνούς κατακραυγής απέναντί του, αποδείχθηκε ένας τακτικός ελιγμός. Επί της ουσίας, δεν έπαψε να έχει ουσιαστικά όλη την κομματική εξουσία στα χέρια του και, με μόνιμες παρεμβάσεις του, να έχει ως όμηρό του την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Η διπλή αυτή στρατηγική των Ελευθέρων, δηλαδή η συμμετοχή τους στην κυβέρνηση από τη μια και αντιπολίτευση στην κυβερνητική πολιτική που ασκούσε ο Χάιντερ από την άλλη, για καθαρά κομματικές σκοπιμότητες, έφερε επανειλημμένα την ομοσπονδιακή κυβέρνηση στα πρόθυρα της διάλυσης. Κάτι τέτοιο απετράπη όλες τις προηγούμενες φορές χάρη στη στάση σιωπηρής ανοχής του καγκελάριου Βόλφγκανγκ Σιούσελ, για να μη θέσει σε κίνδυνο τη δική του θέση.
Τώρα, υπό το βάρος των εξελίξεων, ο καγκελάριος Σιούσελ, είχε δύο επιλογές: είτε ανασχηματισμό της κυβέρνησής του με στελέχη των Ελευθέρων που μάλλον θα υπέσκαπταν το κυβερνητικό έργο, αλλά και τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης -κάτι που θα στοίχιζε ψήφους στο κόμμα του σε επόμενες εκλογές- είτε παραίτηση της κυβέρνησης.
Τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών θα υποστηρίξουν στην ολομέλειά της στις 19 Σεπτεμβρίου και τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης, Σοσιαλδημοκρατικό και Πράσινοι, που δεν αποκλείεται να αποτελέσουν και τους εταίρους μιας μελλοντικής κυβέρνησης συνασπισμού.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις φέρουν τους Σοσιαλδημοκράτες να συγκεντρώνουν 40% (έναντι του 33,2% στις εκλογές του Οκτωβρίου 1999) και τους Πράσινους 12% (από 7,4%).
Πριν την τωρινή διάσπασή του, το Κόμμα των Ελευθέρων φερόταν να πέφτει κάτω από το 20%, έναντι του 27% το 1999, ενώ το Λαϊκό Κόμμα σταθεροποιείται στο 27-28%. Σύμφωνα με το αυστριακό Σύνταγμα πρόωρες βουλευτικές εκλογές μπορούν να προκηρυχθούν το νωρίτερο 61 ημέρες μετά τη διάλυση της Βουλής. Η πρώτη δυνατή ημερομηνία διεξαγωγής τους είναι η 24η Νοεμβρίου, ενώ δεν αποκλείονται και στις αρχές Δεκεμβρίου.