Παρά τις δυσκολίες που θα υπάρξουν στην Τρίπολη, η πτώση του Καντάφι σηματοδοτεί τρεις ιστορικές ρήξεις.
Η πρώτη, γράφει ο Μπερνάρ Γκετά στη «Λιμπερασιόν», είναι ότι η Ευρώπη ανέλαβε ξανά την πρωτοβουλία στο παγκόσμιο σκηνικό. Η τελευταία φορά που η Ευρώπη προσπάθησε να αποκτήσει μια αυτονομία ήταν το 1956, όταν η Γαλλία και η Βρετανία, με τη στήριξη του Ισραήλ, επιτέθηκαν στην Αίγυπτο μετά την εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ από τον Νάσερ. Η περιπέτεια εκείνη απέπνεε αποικιακή νοσταλγία και οι Ηνωμένες Πολιτείες ζήτησαν από τους συμμάχους τους να κάνουν πίσω. Οι δύο παλιές υπερδυνάμεις του 19ου αιώνα υπέστησαν βαρύ εξευτελισμό και η Ευρώπη δεν ξανάπαιξε από τότε διπλωματικό ρόλο.
Απασχολημένη στο να οικοδομήσει την ενοποίησή της, η Ευρώπη ήταν πολιτικά ανύπαρκτη. Οταν όμως ο Ντέιβιντ Κάμερον και ο Νικολά Σαρκοζί είδαν να πέφτουν ο Μπεν Άλι και ο Μουμπάρακ, και στη συνέχεια να βγαίνουν στους δρόμους οι πολίτες του Μπαχρέιν και της Υεμένης, κατάλαβαν γρήγορα ότι οι χώρες τους θα έχαναν τα ερείσματα που τους έμεναν στη Μεσόγειο αν δεν υποστήριζαν τους εξεγερμένους. Η «αραβική άνοιξη» είχε ξεκινήσει, κι εκείνοι έπρεπε να ανεβούν στο τρένο και να επενδύσουν στο μέλλον. Η Λιβύη πρόσφερε μια μοναδική ευκαιρία, καθώς ο Καντάφι απειλούσε να εισβάλει στη Βεγγάζη. Απέναντι σε μια αμερικανική διπλωματία που δεν ήθελε να ανοίξει ένα τρίτο μέτωπο -μετά το Ιράκ και το Αφγανιστάν- το Παρίσι και το Λονδίνο έπεισαν τον Ομπάμα ότι δεν μπορούσε να επιτρέψει άλλη μια σφαγή.
Ηταν το Σουέζ από την ανάποδη. Οπως η περιπέτεια του 1956 αποκάλυψε ένα νέο παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων, έτσι και η ανατροπή του Καντάφι δείχνει πόσο αλλάζουν τα πράγματα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Υπερχρεωμένη και εξαντλημένη από τις επεμβάσεις της σε διάφορες χώρες, η Αμερική αναδιπλώνεται και στρέφει το ενδιαφέρον της στην Ασία, όπου πρέπει να βρει μια ισορροπία με την Κίνα. Η Ευρώπη δεν είναι λιγότερο χρεωμένη. Ομως τα προβλήματα της Αμερικής επιτρέπουν στις δύο πολιτικοστρατιωτικές δυνάμεις της Ενωσης, τη Γαλλία και τη Βρετανία, να έχουν μεγαλύτερες φιλοδοξίες.
Εν μέσω λοιπόν της αβεβαιότητας, της αμφιβολίας και του χάους, αρχίζει να αναδύεται μια πολιτική Ευρώπη, την ώρα ακριβώς που η Αμερική αρχίζει να αναγνωρίζει την ανάγκη καταμερισμού των ευθυνών.
Η δεύτερη ιστορική ρήξη είναι η παγκοσμιοποίηση της ελευθερίας. Δύο δεκαετίες μετά την πτώση του Τείχους, κι ύστερα απ’ όλες τις υπαναχωρήσεις που προκάλεσε η 11η Σεπτεμβρίου, η ελευθερία βρίσκει τον βηματισμό της. Είναι αρκετό να θυμηθεί κανείς την οργή του Βλαντίμιρ Πούτιν όταν ο Μεντβέντεφ αρνήθηκε να ασκήσει βέτο στο ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών για τη Λιβύη. Ή την καχυποψία με την οποία η Κίνα αντιμετωπίζει τη γέννηση ενός αραβικού δημοκρατικού κινήματος. Οι δύο μεγαλύτερες δικτατορίες του κόσμου αισθάνονται να απειλούνται από τον «ιό της δημοκρατίας».
Οσο για την τρίτη ιστορική ρήξη, είναι πλέον βέβαιο ότι η ελπίδα που γεννήθηκε στην Τύνιδα θα σαρώσει ολόκληρο τον αραβομουσουλμανικό κόσμο. Αυτό δεν θα γίνει σε μια μέρα, ούτε καν σ' ένα χρόνο. Θα υπάρξουν υπαναχωρήσεις, μακρές περίοδοι απογοήτευσης, αυταρχισμού και βίας. Η Λιβύη δεν θα σταθεροποιηθεί εύκολα. Η οικογένεια Ασαντ δεν θα σταματήσει εύκολα τις σφαγές. Κι οι στρατηγοί στην Αλγερία δεν θα αφήσουν εύκολα το πετρέλαιο από τα χέρια τους. Ομως η μάχη για την αραβική δημοκρατία ξεκίνησε και μια νέα γενιά αρχίζει να παίρνει τα πράγματα στα χέρια της σε μια περιοχή του κόσμου όπου οι κάτω των 30 ετών αποτελούν τα δύο τρίτα του πληθυσμού.
Πηγή: Liberation, ΑΠΕ-ΜΠΕ