Κόσμος
Πέμπτη, 01 Σεπτεμβρίου 2011 20:32

Αποστολή δύναμης του ΟΗΕ στη Λιβύη ζητεί ο Μπαν Κι Μουν

Υπέρ της αποστολής δύναμης του ΟΗΕ στη Λιβύη τάχθηκε ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού, Μπαν Κι Μουν, κατά την ομιλία του στη διάσκεψη για το μέλλον της Λιβύης που διεξάγεται στο Παρίσι υπό την προεδρία της Γαλλίας και της Βρετανίας.

Υπέρ της αποστολής δύναμης του ΟΗΕ στη Λιβύη τάχθηκε ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού, Μπαν Κι Μουν, κατά την ομιλία του στη διάσκεψη για το μέλλον της Λιβύης που διεξάγεται στο Παρίσι υπό την προεδρία της Γαλλίας και της Βρετανίας.

«Έχω την πρόθεση να εργαστώ στενά με το Συμβούλιο Ασφαλείας για να δοθεί εντολή για μια αποστολή του ΟΗΕ, η οποία θα αρχίσει το ταχύτερο δυνατό τις επιχειρήσεις της», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ανακοίνωσε ακόμη τη διεξαγωγή συνόδου -σε υψηλό επίπεδο- για τη Λιβύη στις 20 Σεπτεμβρίου, στο περιθώριο της συνόδου της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ που αρχίζει στις 13 Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη.

Κατά την ομιλία του ο Μπαν Κι Μουν τόνισε ότι «η άμεση πρόκληση είναι ανθρωπιστικής φύσης», σημειώνοντας ότι «περίπου 860.000 άνθρωποι εγκατέλειψαν τη χώρα από το Φεβρουάριο, μαζί με τους οικονομικούς μετανάστες. Οι δημόσιες υπηρεσίες βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση, κυρίως τα νοσοκομεία και οι κλινικές και υπάρχει πρόβλημα έλλειψης νερού».

Πέραν από τις άμεσες ανθρωπιστικές ανάγκες, ο γ.γ. του ΟΗΕ ανέφερε ότι ανέθεσε τις προετοιμασίες μιας αποστολής στη Λιβύη στον Ίαν Μάρτιν, τον ειδικό του σύμβουλο για το σχεδιασμό της μεταπολεμικής εποχής, ο οποίος θα αναχωρήσει για την Τρίπολη αμέσως μετά τη διάσκεψη του Παρισιού.

«Η τύχη της Λιβύης πρέπει να παραμείνει απολύτως στα χέρια του λιβυκού λαού», τόνισε εξάλλου ο Μπαν Κι Μουν, προσθέτοντας ότι το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο, το οποίο εκπροσωπεί τους αντικαθεστωτικούς και ελέγχει εφεξής σχεδόν το σύνολο της χώρας, έχει ήδη κατονομάσει διάφορους τομείς όπου επιθυμεί τη διεθνή βοήθεια. Μεταξύ άλλων, ανέφερε τον πολιτικό διάλογο και τη διοργάνωση εκλογών, την ενίσχυση της κρατικής αρχής και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Χ. Κλίντον: Οι νικητές του πολέμου να επιδιώξουν συμφιλίωση, όχι εκδίκηση

Από την πλευρά της η Αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον κάλεσε τους νικητές του πολέμου στη Λιβύη να επιδιώξουν τη συμφιλίωση και όχι την εκδίκηση, μετά την επικράτησή τους επί των δυνάμεων του Μουάμαρ Καντάφι και υποσχέθηκε υποστήριξη για τη μετάβασή τους στη δημοκρατία.

Η κ. Κλίντον δήλωσε ότι η στρατιωτική επιχείρηση του ΝΑΤΟ πρέπει να συνεχιστεί για όσο διάστημα οι άμαχοι βρίσκονται υπό απειλή, αλλά σημείωσε ότι οι κυρώσεις του ΟΗΕ πρέπει να αρθούν με υπεύθυνο τρόπο. Υπογράμμισε ακόμη ότι στη νέα ηγεσία θα πρέπει να δοθεί η έδρα της Λιβύης στον ΟΗΕ.

«Η δουλειά δεν τελειώνει με το τέλος ενός καταπιεστικού καθεστώτος», τόνισε και πρόσθεσε: «το ότι κερδίζουμε τον πόλεμο δεν προσφέρει καμία εγγύηση ότι θα κερδίσουμε και την ειρήνη που ακολουθεί. Αυτό που θα συμβεί τις επόμενες ημέρες θα είναι κρίσιμης σημασίας».

Συμμετοχή 60 αντιπροσωπειών

Σημειώνεται ότι στη διάσκεψη μετέχουν 12 αρχηγοί κρατών, 17 πρωθυπουργοί, περίπου 20 υπουργοί καθώς και αξιωματούχοι από οκτώ διεθνείς οργανισμούς, καθώς και ο Γάλλος Πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον και δύο βασικοί ηγέτες του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου (CNT).

Εκτός από τις χώρες της Ομάδας Επαφής που υποστήριξαν τη στρατιωτική δράση που ξεκίνησε πριν από έξι μήνες κατά του καθεστώτος του συνταγματάρχη Καντάφι, πολλές χώρες που αντιτάχθηκαν σε αυτή ήταν παρούσες μετά από την γαλλοβρετανική πρόσκληση. Μεταξύ αυτών είναι η Ρωσία, η Κίνα, η Ινδία και η Γερμανία, εκπροσωπούμενη από την καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ.

Μόνο τρεις χώρες - η Νότια Αφρική, η Σαουδική Αραβία και η Νιγηρία- απέρριψαν την πρόσκληση και δεν εκπροσωπούνται.

Πριν από τη διάσκεψη, ο Νικολά Σαρκοζί έχει διαδοχικά συνομιλίες με την Αμερικανίδα υπουργό Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον, τον κ. Κάμερον και τον Εμίρη του Κατάρ, Σεΐχη Χάμαντ Μπιν Χαλίφα αλ Θάνι.

Νωρίτερα, πάντως, μετά τη Ρωσία και η Ουκρανία αναγνώρισε το Εθνικό μεταβατικό συμβούλιο (CNT), ως "μοναδικό νόμιμο εκπρόσωπο του Λιβυκού λαού", σύμφωνα με το ουκρανικό Υπουργείο Εξωτερικών.