Κόσμος
Πέμπτη, 15 Σεπτεμβρίου 2011 20:07

Νέα φάση

Μέσα σε λίγες ώρες, συνέβησαν τέσσερα πράγματα στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους που δείχνουν ότι εισερχόμαστε ίσως σε μια νέα φάση.

Πρώτον: ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ θα λάβει μέρος στη σύνοδο των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Δεύτερον, οι αναδυόμενες οικονομίες (BRICS) θα αναλύσουν από κοινού στην Ουάσινγκτον το ευρωπαϊκό πρόβλημα και θα ανακοινώσουν ένα είδος στήριξης.

Τρίτον, η τηλεδιάσκεψη Μέρκελ - Σαρκοζί - Παπανδρέου συμβολίζει ότι οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν πλέον τεχνολογικά μέσα που μέχρι τώρα χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά οι παγκόσμιες αγορές.

Τέταρτον, η επιπολαιότητα ορισμένων ηγετών δεν περιορίζεται στην Ευρώπη. Η διευθύντρια του ΔΝΤ επικαλείται σε υπέρμετρο βαθμό τον κίνδυνο μιας νέας ύφεσης και αναστατώνει τις αγορές. Ο γερμανός υπουργός Οικονομίας Φίλιπ Ρέσλερ επισείει τον κίνδυνο στάσης πληρωμών από την Ελλάδα, στέλνοντας τα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS) στα ύψη. Ο Γιούργκεν Σταρk, «γεράκι» της ΕΚΤ, παραιτείται χωρίς να εξηγεί τους λόγους. Ακόμη και ο πρόεδρος Ομπάμα αναφέρεται κάθε τόσο αορίστως στην Ιταλία και την Ισπανία, επιτείνοντας τις ανησυχίες.

Μέσα σ' όλα, όπως αναμενόταν, οι οίκοι αξιολόγησης ασκούν τις πιέσεις τους και παίζουν τα παιχνίδια τους.

Οι τέσσερις παραπάνω καινοτομίες, γράφει ο Χαβιέρ Βιδάλ-Φολτς στην «Ελ Παϊς» δείχνουν ότι η κρίση προσλαμβάνει παγκόσμιο χαρακτήρα και απειλεί να μολύνει τους πάντες, όπως είχε συμβεί πριν από τρία χρόνια με την κρίση της Lehman.

Είναι λογικό να ανησυχούν οι αναδυόμενες οικονομίες, αφού απειλούνται οι εξαγωγές τους στον Πρώτο Κόσμο.

Είναι λογικό να αγχώνεται η Ουάσινγκτον, αφού οι τράπεζές της είναι εκτεθειμένες στις ευρωπαϊκές κατά μισό δισεκατομμύριο ευρώ. Και κανείς δεν γνωρίζει το ύψος των CDS ούτε το πού είναι κρυμμένα.

Η ελληνική οικονομία αντιστοιχεί μόλις στο 2% της ευρωζώνης και το 0,5% του πλανήτη. Παρά ταύτα, το ελληνικό δράμα αποκτά παγκόσμιο χαρακτήρα. Το ίδιο είχε συμβεί το 1997-1998 με την κρίση της νοτιοανατολικής Ασίας, που προκλήθηκε από μια μικρή χώρα, την Ταϊλάνδη. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό της παγκοσμιοποίησης: οι συστημικοί κίνδυνοι δεν καθορίζονται μόνο από το μέγεθος (μιας τράπεζας, μιας χώρας), αλλά και από τη δυνατότητα να πληγεί το σύνολο.

Για τον λόγο αυτό, πρέπει στη νέα αυτή φάση να διαχωριστούν τα ιδιαίτερα ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά τα κρίσης από τα παγκόσμια. Οι ευρωπαϊκές λύσεις είναι γνωστές. Βραχυπρόθεσμα, πρέπει να εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις της 21ης Ιουλίου: να γίνει πιο ευέλικτο το ταμείο στήριξης, να γίνουν πιο χαλαροί οι όροι αποπληρωμής των δανείων και να εφαρμοστούν τα μέτρα λιτότητας από την Αθήνα. Στη συνέχεια, πρέπει να συμπληρωθεί η νομισματική ένωση με μια οικονομική ένωση, να εκδοθούν ευρωομόλογα, να δημιουργηθεί ένα ευρωπαϊκό Υπουργείο Οικονομικών, να αναπροσαρμοστεί το ταμείο στήριξης. Το κακό είναι ότι όλα αυτά χρειάζονται χρόνο, όπως χρειάζεται και να καμφθούν οι αντιρρήσεις ορισμένων χωρών, σαν τη Φινλανδία και την Αυστρία.

Οι παγκόσμιες λύσεις είναι ακόμη πιο επίμαχες: πρέπει να αναβιώσει το G20. Απέναντι στην επεκτατική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών και την περιοριστική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, πρέπει να υπάρξει μια νέα και δύσκολη σύνθεση. Στο δημοσιονομικό πεδίο, η διευθύντρια του ΔΝΤ δήλωσε ότι υπάρχουν περιθώρια να ληφθούν μέτρα για την τόνωση της ανάπτυξης, όπως έκανε ο Ομπάμα με το πρόγραμμα για την απασχόληση. Στο νομισματικό πεδίο, ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι τα επιτόκια πρέπει να μειωθούν όπου υπάρχει δυνατότητα, μια σαφής αναφορά στην ΕΚΤ.

φωνές που ακούγονται σ’αυτή την κατεύθυνση πολλαπλασιάζονται. Ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Γκόρντον Μπράουν ζητά ένα «παγκόσμιο αναπτυξιακό σύμφωνο», υπενθυμίζοντας ότι πριν από ένα χρόνο το ΔΝΤ έλεγε πως ένας συντονισμός της μακροοικονομικής, εμπορικής και διαρθρωτικής πολιτικής μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 5%. Ο προφήτης της κρίσης Νουριέλ Ρουμπινί συμβουλεύει χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ιαπωνία και η Γερμανία να εισαγάγουν βραχυπρόθεσμα νέα φορολογικά κίνητρα, διατηρώντας μεσοπρόθεσμα τη λιτότητα. Υπέρ της παραγωγικής οικονομίας τάσσεται και ο οικονομολόγος Τζο Στίγκλιτς.

Ισως όμως η πιο ριζοσπαστική λύση να είναι αυτή που προτείνει εδώ και τρία χρόνια, με όλο και μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, ένας πολύ συντηρητικός οικονομολόγος, ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Κένεθ Ρόγκοφ. Κατά την άποψή του, πρέπει οι κεντρικές τράπεζες να τυπώσουν χρήμα για την αγορά του χρέους, έστω κι αν αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση του πληθωρισμού.

Πηγή: El Pais, ΑΠΕ-ΜΠΕ