Κόσμος
Πέμπτη, 06 Οκτωβρίου 2011 20:32

Το «εκλογικό» 2012 περιπλέκει την κατάσταση

Το τέλος του 2012 θα συμπέσει με κάτι που γίνεται μια φορά τα είκοσι χρόνια: τις προεδρικές εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες και ταυτόχρονα την αλλαγή ηγεσίας στην Κίνα. Η Γαλλία επιλέγει τον νέο της πρόεδρο την άνοιξη του 2012 και η Γερμανία τον νέο της καγκελάριο το 2013. Οι πιέσεις που συνοδεύουν τις εκλογικές αναμετρήσεις απειλούν έτσι να περιπλέξουν την ήδη δύσκολη και απρόβλεπτη κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Υπό κανονικές συνθήκες, οι κυβερνήσεις που ετοιμάζονται για εκλογές μειώνουν τους φόρους και αυξάνουν τις δαπάνες, προκαλώντας έτσι αύξηση των ελλειμμάτων. Πριν θεσπιστεί η ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας, στις εκλογικές χρονιές μειώνονταν και τα επιτόκια. Ενας από τους «δασκάλους» αυτής της πολιτικής ήταν ο Ρίτσαρντ Νίξον, που στην προεκλογική εκστρατεία του 1972 αύξησε δραστικά τις μεταβιβάσεις χρημάτων, και τις δαπάνες, ενώ ζήτησε και από τον πρόεδρο της Fed Αρθουρ Μπερνς να αυξήσει κατά 20% την προσφορά χρήματος. Πολλοί θεωρούν ότι η πολιτική εκείνη, και όχι η αύξηση της τιμής του πετρελαίου, ευθύνεται για τον πληθωρισμό της δεκαετίας του '70.

Σήμερα, ο κόσμος συγκλονίζεται από τις επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Και όπως σημειώνει στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» ο Κένεθ Ρόγκοφ (στη φωτογραφία), πρώην οικονομολόγος του ΔΝΤ και σήμερα καθηγητής στο Χάρβαρντ, τυχόν κατάρρευση του ευρώ μπορεί να οδηγήσει σε πολιτική παράλυση την Αμερική. Το ενδεχόμενο αυτό θα είναι όλο και πιο πιθανό όσο η τελευταία πλησιάζει προς τις εκλογές. Πολλοί πιστεύουν ότι η Κίνα έχει τη βούληση και τα μέσα να αντιδράσει δυναμικά σε μια κρίση της παγκόσμιας ανάπτυξης, όπως έκανε το 2008. Ακόμη κι εκεί, όμως, η κατάσταση μπορεί να περιπλακεί από την αλλαγή φρουράς.

Θεωρητικά, οι κεντρικές τράπεζες θα έπρεπε να μην αναμιγνύονται σε εκλογικά παιχνίδια. Στην πράξη, όμως, η ανεξαρτησία μιας κεντρικής τράπεζας έχει όρια. Η Fed έχει ήδη δεχθεί πολιτικές πιέσεις από τους Ρεπουμπλικανούς, που ανησυχούν μήπως ληφθούν μέτρα δημοσιονομικής χαλάρωσης. Η τράπεζα μπορεί να αντισταθεί σε τέτοιες πιέσεις, όχι όμως και να τις αγνοήσει. Εχει περιορισμένα εργαλεία στη διάθεσή της, και η προεκλογική πολιτική πίεση τα περιορίζει ακόμη περισσότερο.

Αλλά, και το γεγονός ότι η ΕΚΤ δεν έχει μειώσει τα επιτόκια είναι αποτέλεσμα μάλλον μιας επιφανειακής ανεξαρτησίας, παρά ενός υπολογισμού των κινδύνων. Αν η ευρωζώνη διαλυθεί, θα έχει καμιά σημασία ότι στη σύντομη ζωή του ευρώ ο πληθωρισμός κρατήθηκε γύρω στο 2%;

Οι Ηνωμένες Πολιτείες η Ευρώπη και η Κίνα πρέπει να λάβουν σημαντικές αποφάσεις για τη διαμόρφωση των οικονομιών τους και των κοινωνιών τους. Αν όμως οι εκλογές επιτείνουν την παράλυση, η κρίση θα επιδεινωθεί. Το 2012 μπορεί να είναι πιο δύσκολη χρονιά ακόμη κι από το 2011.

Πίσω απ' όλα αυτά, βέβαια, βρίσκεται η άρνηση των πολιτικών να αποκομίσουν τα μαθήματα της κρίσης του 2007-2008 και να λάβουν τα αναγκαία μέτρα. Οπως επισημαίνει στη «Λιμπερασιόν» ο γάλλος οικονομολόγος Αντρέ Ορλεάν, οι πολιτικοί δεν κατάλαβαν ότι έχουμε εισέλθει σε μια νέα φάση της κρίσης του καπιταλισμού, ή μάλλον του χρηματιστηριακού καπιταλισμού, που εμφανίστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βρετανία στα τέλη της δεκαετίας του '70, και από εκεί μεταδόθηκε σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες. Για να αποτρέψουν την κατάρρευση του συστήματος το 2008, τα κράτη εξέδωσαν μαζικά δημόσιο χρέος, που αντικατέστησε το ιδιωτικό. Δεν έκαναν όμως καμιά σημαντική μεταρρύθμιση για να αλλάξουν τους κανόνες του χρηματιστηριακού παιχνιδιού. Κι έτσι, η κρίση μετατοπίστηκε στο δημόσιο χρέος.

Η τοποθέτηση των αγορών στα ηνία της οικονομίας είναι μια παράνοια που πρέπει να διορθωθεί, τονίζει ο Ορλεάν, που είναι πρόεδρος της γαλλικής Ενωσης πολιτικής οικονομίας (Afep). Οι αγορές θεωρούνται αλάνθαστες, αλλά στην πραγματικότητα πάσχουν από μυωπία. Μέχρι το 2007, για παράδειγμα, αντιμετώπισαν με τον ίδιο τρόπο όλες τις ζώνες του ευρώ, επιβάλλοντας σε όλες το ίδιο επιτόκιο. Ομως την περίοδο αυτή σημειώθηκαν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις χώρες αυτές, για παράδειγμα στο θέμα της παραγωγικής εξειδίκευσης ή του κόστους παραγωγής. Αυτό θα έπρεπε να οδηγήσει σε διαφοροποίηση των επιτοκίων. Σήμερα, πάλι, διογκώνονται οι κίνδυνοι σε ένα κλίμα πανικού. Αν δεν αντιμετωπιστεί αυτό το κλίμα, οι επιπτώσεις στην οικονομία θα είναι καταστροφικές.

Πηγές: Financial Times, Liberation, ΑΠΕ-ΜΠΕ