Κατατέθηκε η προσφυγή του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (ΔΣΑ) στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) για το ειδικό τέλος ακινήτων που εισπράττεται με τους λογαριασμούς της ΔΕΗ. Με την αίτησή του ο ΔΣΑ ζητεί από το ΣτΕ την ακύρωση της επιβολής του τέλους ως παράνομου και αντισυνταγματικού.
Κατατέθηκε η προσφυγή του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (ΔΣΑ) στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) για το ειδικό τέλος ακινήτων που εισπράττεται με τους λογαριασμούς της ΔΕΗ. Με την αίτησή του ο ΔΣΑ ζητεί από το ΣτΕ την ακύρωση της επιβολής του τέλους ως παράνομου και αντισυνταγματικού και επιφυλάσσεται για περαιτέρω ενέργειες.
Εν τω μεταξύ, όπως ενημερώνει ο Σύλλογος αναφορικά με την αίτηση ακυρώσεως του για το τέλος επιτηδεύματος, ορίστηκε ήδη δικάσιμος ενώπιον του ΣτΕ στις 4 Νοεμβρίου 2011.
Αναλυτικά, για το Εκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτουμένων Δομημένων Επιφανειών (εφ’ εξής «Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.»), που θεσπίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 53 του Ν. 4021/2011, ο ΔΣΑ επισημαίνει συνοπτικώς τα ακόλουθα:
Ι. Κατ’ αρχάς, καθίσταται σαφές ότι ο προορισμός των εσόδων, που θα εισπραχθούν από την επιβολή του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε, εντοπίζεται στην εξυπηρέτηση δημοσιονομικών στόχων, μη άμεσα συναρτωμένων με την παροχή κάποιας ειδικής ωφελείας στους ιδιοκτήτες των ακινήτων, με συνέπεια να αποκαλύπτεται ευχερώς ο αληθής χαρακτήρας της εν λόγω δημοσιονομικής επιβαρύνσεως, η οποία συνιστά αναντίρρητα φόρο επί της περιουσίας και όχι «τέλος». Ως εκ τούτου, νομίμως και βασίμως τίθεται υπό τη βάσανο των συνταγματικών αρχών και κανόνων, που αναπτύσσονται αναλυτικώς κατωτέρω.
ΙΙ. Το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. δεν πρέπει να αξιολογηθεί κατά τρόπο αυτόνομο, αλλά συνδυαστικώς και συνολικώς, ήτοι σε συνάρτηση με τις συνολικές φορολογικές επιβαρύνσεις της ακίνητης περιουσίας, που δημιουργούν υπέρμετρη φορολογική πίεση σε αυτή, απειλούσα την ιδία την ουσία της και καταλήγουσα, ουσιαστικώς, σε σταδιακή δήμευση αυτής. Πολλώ δε μάλλον, αφ’ ης στιγμής η φορολόγηση της κατοχής της ακίνητης περιουσίας δεν πραγματοποιείται αποκλειστικώς στην περίπτωση, που αυτή παράγει εισόδημα, ώστε και η αναλογούσα σε αυτή φορολογική επιβάρυνση να καταβάλλεται ακριβώς από ένα μέρος των εισοδημάτων αυτών, παρά ο νομοθέτης αρκείται, άνευ ετέρου, στην κατοχή αυτής. Περαιτέρω, προσβολή του δικαιώματος ιδιοκτησίας επέρχεται και διά του εξαναγκασμού του ιδιοκτήτη – φορολογουμένου να προβεί σε εκποίηση της περιουσίας του αυτής, ώστε να καταφέρει να αντεπεξέλθει στην καταβολή των φόρων, που συνδέονται με αυτή, ιδίως σε περίοδο οξυτάτης οικονομικής υφέσεως, που χαρακτηρίζεται από τεραστία έλλειψη ρευστότητας. Κατά τον τρόπο δε αυτό, σημειώνεται παραβίαση των διατάξεων των άρθρων 17 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α..
ΙΙΙ. Όπως προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 53§2 του Ν. 4021/2011, για τον υπολογισμό του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. λαμβάνεται υπ’ όψιν το εμβαδό της δομημένης επιφανείας, το ύψος της τιμής ζώνης και η παλαιότητα του ακινήτου, όπως αυτά αναγράφονται στο λογαριασμό της Δ.Ε.Η. ή των εναλλακτικών προμηθευτών ηλεκτρικού ρεύματος, με βάση τα οποία υπολογίστηκε κατά τη 17-09-2011 το Τέλος Ακίνητης Περιουσίας της παρ. 1 του άρθρου 24 του Ν. 2130/1993, καθώς και συντελεστής προσαύξησης αντιστρόφως ανάλογος προς την παλαιότητα του ακινήτου και συντελεστής προσδιορισμού του τέλους σε ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο σύμφωνα με τους πίνακες, που παρατίθενται στην ως άνω διάταξη. Κατά συνέπεια, η φορολογική βάση του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. δεν καθορίζεται ευθέως από τον Νόμο, αλλά κατά παραπομπή στη μέθοδο υπολογισμού, την οποία χρησιμοποιεί η Δ.Ε.Η. και, κατ’ επέκταση, οι εναλλακτικοί προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος για το Τ.Α.Π. Το δε γεγονός αυτό συνιστά κατ’ εξουσιοδότηση προσδιορισμό ενός ουσιώδους στοιχείου του φόρου και, μάλιστα, ούτε καν από την κανονιστικώς δρώσα διοίκηση, αλλά από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, με αποτέλεσμα να παραβιάζονται οι συνταγματικές διατάξεις του άρθρου 78§§1,4 .
IV. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53§§8-11 του Ν. 4021/2011, τόσο η βεβαίωση, όσο και η είσπραξη του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. ανατίθεται στη Δ.Ε.Η. και στους λοιπούς εναλλακτικούς προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος. Μάλιστα, ρητώς χορηγείται στα ανωτέρω πρόσωπα το δικαίωμα, σε περίπτωση μη καταβολής του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε., να προβούν σε διακοπή της παροχής του ηλεκτρικού ρεύματος. Κατά τον τρόπο, όμως, αυτό μια κατ’ εξοχήν έκφανση της δημοσίας εξουσίας και της κρατικής κυριαρχίας, όπως είναι η βεβαίωση και είσπραξη ενός φόρου επί του κεφαλαίου, ανατίθεται σε ιδιωτικές ανώνυμες εταιρείες, που ουδόλως συνιστούν, ασφαλώς, όργανα της εκτελεστικής εξουσίας, κατά πρόδηλη παραβίαση των διατάξεων των άρθρων 26§2 και 1§3 του Συντάγματος, συνδυαστικώς ερμηνευομένων.
V. Επιπλέον, το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. επιβάλλεται αδιακρίτως σε όλους τους ιδιοκτήτες «δομημένων επιφανειών», χωρίς να συνεκτιμά περαιτέρω ουσιώδεις παράγοντες, που προσδιορίζουν την αληθινή φοροδοτική τους ικανότητα. Ειδικότερα, κατ’ αρχάς, δεν λαμβάνει καθ’ όλου υπ’ όψιν την παραγωγή ή όχι εισοδήματος από την ακίνητη αυτή ιδιοκτησία και, περαιτέρω, το ύψος του εισοδήματος αυτού. Περαιτέρω, για τη διάγνωση της πραγματικής φοροδοτικής ικανότητας του ιδιοκτήτη δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν ούτε το εν γένει αποκτώμενο εξ αυτού εισόδημα, ώστε να εξακριβώνεται η πραγματική δυνατότητά του να καταβάλει τον φόρο, που αντιστοιχεί στην ακίνητη περιουσία του, αλλά και συνολικώς τους φόρους που του αναλογούν. Επιπροσθέτως, για τον υπολογισμό του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. λαμβάνονται υπ’ όψιν μόνο η επιφάνεια του ακινήτου, η τιμή ζώνης αυτού (η οποία, μάλιστα, καθορίζεται με κατ’ εξουσιοδότηση του Νόμου εκδοθείσες Υ.Α.) και η παλαιότητα αυτού. Αντιθέτως, δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν άλλοι ουσιώδεις προσδιοριστικοί παράγοντες, όπως ο συντελεστής ορόφου ή ο συντελεστής εμπορικότητας, οι οποίοι, βεβαίως, διαφοροποιούν την αξία των ακινήτων, γι’ αυτό και λαμβάνονται υπ’ όψιν και στο σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων (άρθρο 41 Ν. 1249/1982). Εκ των ανωτέρω διαπιστώνεται η παραβίαση των διατάξεων του άρθρου 4§§1,5 του Συντάγματος. Τέλος, το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. αποτελεί τη δεύτερη φορολογική επιβάρυνση της κατοχής της ακίνητης περιουσίας μέσα στο ίδιο οικονομικό έτος (2011), καθώς, όσοι έχουν ακίνητη περιουσία άνω των διακοσίων χιλιάδων (200.000) Ευρώ επιβαρύνονται και με τον Φ.Α.Π. (άρθρα 27 επ. Ν. 3842/2010), με συνέπεια να σημειώνεται παραβίαση και της αρχής της απαγορεύσεως της διπλής φορολογίας, ήτοι της απαγορεύσεως εκ νέου φορολογήσεως της ιδίας φορολογητέας ύλης για την ιδία αιτία.
VI. Στη διάταξη του άρθρου 53§11 του Ν. 4021/2011 προβλέπεται ως επιπρόσθετη «κύρωση» για την περίπτωση, στην οποία ο φορολογούμενος δεν προβαίνει σε καταβολή του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε., η διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος στο ακίνητο, στο οποίο αφορά ο φόρος. Επαπειλείται, δηλαδή - χωρίς, μάλιστα, να προβλέπεται τούτο στον Κ.Ε.Δ.Ε., υπό τη μορφή αναγκαστικού μέτρου εισπράξεως – η διακοπή της παροχής ενός κοινωνικού αγαθού, προκειμένου να επιτευχθεί ο εξαναγκασμός του φορολογουμένου να συμμορφωθεί προς την υποχρέωση καταβολής του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. Πρόκειται, δε, αναντίρρητα, για μια μορφή ψυχολογικής βίας, η οποία προσλαμβάνει μείζονες διαστάσεις απαξίας όταν απευθύνεται σε πρόσωπα οικονομικώς εξαθλιωμένα ή αντιμετωπίζοντα άλλους αντικειμενικούς λόγους αδυναμίας καταβολής (π.χ. ασθενείς). Έτσι, διά του «μηχανισμού» της διακοπής του ηλεκτρικού ρεύματος στους αδυνατούντες να καταβάλουν την προδήλως αντισυνταγματική και επαχθεστάτη αυτή φορολογική επιβάρυνση προσβάλλεται ευθέως η ιδία η αξία του ανθρώπου, καθώς τίθεται προ του κινδύνου να στερηθεί ένα ζωτικό αγαθό, απαραίτητο για τη διαβίωσή του. Έτσι, όμως, υποβιβάζεται το επίπεδό του κάτω των ορίων του στοιχειωδώς ανεκτού και τίθεται σε κίνδυνο ακόμη και η υγεία, αλλά και η ιδία η επιβίωση αυτού. Ουδείς λόγος για διατήρηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας μπορεί να γίνει στην περίπτωση αυτή, με αποτέλεσμα να θίγεται ουσιωδώς ο ίδιος ο πυρήνας της διατάξεως του άρθρου 2§1 του Συντάγματος.
VII. Περαιτέρω, διά των διατάξεων του άρθρου 53 του Ν. 4021/2011 επιφέρεται συνταγματικώς ανεπίτρεπτη επέμβαση της Πολιτείας στον συμβατικό δεσμό μεταξύ των ανωνύμων εταιρειών, που παρέχουν το ηλεκτρικό ρεύμα, και των αντισυμβαλλομένων τους ιδιωτών. Δεν θεσπίζεται, μάλιστα, μόνο μια επιπρόσθετη οικονομική υποχρέωση για τον πολίτη, αλλά και προβλέπεται ρητή και ιδιαιτέρως επαχθής κύρωση, ήτοι η διακοπή της ηλεκτροδοτήσεως. Η μεταγενέστερη, δε, αυτή νομοθετική τροποποίηση των υφισταμένων ιδιωτικών συμβάσεων ουδόλως εντάσσεται στις επιτρεπτές εξαιρέσεις αποκλίσεως από τις επιταγές του άρθρου 5§1 του Συντάγματος, καθώς πουθενά στις διατάξεις του άρθρου 53 του Ν. 4021/2011 δεν γίνεται αναφορά σε μη νομίμους ή βλαπτικούς όρους των ανωτέρω συμβάσεων, οι οποίοι δικαιολογούν την επέμβαση αυτή Ανεπίτρεπτη επέμβαση σε ιδιωτικής φύσεως συμβατικό δεσμό επέρχεται και ένα δεύτερο επίπεδο, αυτό της σχέσεως μεταξύ ιδιοκτήτη – εκμισθωτή της «δομημένης επιφανείας» και μισθωτή αυτής, καθώς ορίζεται ως «υπόχρεος» για την καταβολή του τέλους του ακινήτου ο «χρήστης» αυτού. Μάλιστα, ρητώς προβλέπεται ότι, σε περίπτωση, που ο μισθωτής καταβάλει το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε., τότε το καταβληθέν ποσό συμψηφίζεται αυτοδικαίως με οφειλόμενα ή μελλοντικά μισθώματα.
VIII. Τέλος, η επιβολή του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. άνευ οποιασδήποτε συναρτήσεώς του είτε με το παραγόμενο εκ της ιδιοκτησίας αυτής εισόδημα είτε με το εν γένει αποκτώμενο εισόδημα του φορολογουμένου, συνιστά, κατ’ ουσίαν, θέσπιση τεκμηρίου. Με μόνη τη συνεκτίμηση αντικειμενικών παραγόντων - οι οποίοι, μάλιστα, λόγω της άκρως περιοριστικής αναφοράς τους, δεν συμπεριλαμβάνουν όλα τα δυνατά προσδιοριστικά της αξίας κριτήρια -, όπως είναι το εμβαδό του ακινήτου, η τιμή ζώνης και η παλαιότητα, καταλογίζεται μια φορολογική επιβάρυνση, που στερεί από τον φορολογούμενο τη δυνατότητα ανταποδείξεως. Έτσι, όμως, δεν προσβάλλεται μόνο η αρχή της φορολογική ισότητας υπό την έννοια της απαιτήσεως φορολογήσεως με βάση την πραγματική φοροδοτική ικανότητα, αλλά και το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρο 20§1 Συντ. και άρθρο 6§1 Ε.Σ.Δ.Α.), λόγω της καθιερώσεως του αμαχήτου αυτού τεκμηρίου.