Κόσμος
Πέμπτη, 03 Νοεμβρίου 2011 20:08

Από το ιταλικό στο ευρωπαϊκό ζήτημα

Από τότε που άρχισαν να διαδηλώνουν, οι «Αγανακτισμένοι» καταγγέλλουν τις ψευδαισθήσεις των κυβερνήσεων, τους διεθνείς θεσμούς που αδιαφορούν για τους πολίτες, ακόμη και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Οι καταγγελίες μπορεί να μας πείθουν, μπορεί και όχι, πίσω από αυτές όμως υπάρχει ένα κρίσιμο ερώτημα, από το οποίο δεν μπορούμε να ξεφύγουμε: ποιος είναι στο τιμόνι, σε αυτή την κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην οποία βρισκόμαστε; Ποιες δυνάμεις θα αποφασίσουν αυτό που πρέπει να γίνει, είτε συνδυάζοντας είτε όχι τις θυσίες με την κοινωνική δικαιοσύνη; Ποιος ελέγχει τους ελεγκτές;

Μπροστά σ' αυτό το σταυροδρόμι βρισκόμαστε, και το ερώτημα είναι κρίσιμο, γιατί θέτει ταυτοχρόνως το ζήτημα της εθνικής κυριαρχίας και της δημοκρατίας. Στην Ιταλία, γράφει η Μπάρμπαρα Σπινέλλι στη «Ρεπούμπλικα», το ερώτημα αυτό τίθεται από την ίδια την Προεδρία της Δημοκρατίας, που θεωρεί πλέον το πολιτικό κενό απαράδεκτο. Η απάντηση που δίνει ο Μπερλουσκόνι -ότι δηλαδή ένοχος είναι το ευρώ, «ένα περίεργο νόμισμα, που δεν έπεισε κανέναν»- είναι όχι μόνο άτοπη, αλλά και μηδενιστική. Με το να επιρρίπτει τις ευθύνες στη Φραγκφούρτη, ο ιταλός πρωθυπουργός διαιωνίζει τις ψευδαισθήσεις και αρνείται να καταλάβει ότι η εικοσαετής πολιτική του σταδιοδρομία τελείωσε. Και μάλιστα τελείωσε με μια πολεμική ήττα ανάλογη μ' εκείνη που υπέστη ο Μουσολίνι.

Αλλοι παίζουν διαφορετικά, εξίσου επικίνδυνα παιχνίδια. Υπάρχουν εκείνοι, για παράδειγμα, που ζητούν την αναστολή της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών, πιστεύοντας ότι ο πιο σωστός δρόμος είναι εκείνος που ακολούθησε ο ισπανός πολιτικός Ντονόσο Κορτές τον 19ο αιώνα. Αλλοι ζητούν τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας: εδώ υπάρχει ο κίνδυνος να επιδιωχθεί η θεραπεία του κακού με το δηλητήριο που το ίδιο αυτό κακό δημιούργησε. Η Ιταλία δεν έχει ανάγκη από έναν «αουτσάιντερ» που είναι κουρασμένος με την πολιτική, αλλά από πραγματικούς πολιτικούς.

Αν τύχει της σωστής διαχείρισης, συνεχίζει η ιταλίδα αρθρογράφος, η ιταλική καταστροφή μπορεί να επιφυλάξει ευχάριστες εκπλήξεις και να απαντήσει στο διπλό ερώτημα των «Αγανακτισμένων» (αλλά και των αγορών) για πραγματική κυριαρχία και δημοκρατία. Πολλή συζήτηση γίνεται τελευταία για «κηδεμονία», τόσο της Ελλάδας όσο και της Ιταλίας. Ενας τέτοιος όρος, όμως, έχει νόημα μόνο αν πιστεύουμε ότι τα εθνικά κράτη είναι ακόμη ικανά να διοικούν, σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Ο περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας, και η χορήγηση περισσοτέρων εξουσιών στην Ευρώπη, μπορεί στην πραγματικότητα να αποτελέσει μια διέξοδο από την κρίση και μια καινούργια αρχή.

Στο λόγο του που εκφώνησε στην Μπριζ στις 28 Οκτωβρίου, ο ιταλός πρόεδρος Τζόρτζιο Ναπολιτάνο είπε ότι ίσως να γεννιέται μια νέα Ευρώπη, όχι μόνο οικονομική αλλά και πολιτική, εφοδιασμένη με μια «κοινή ευρωπαϊκή κυριαρχία». Στη μεταμόρφωση της Ενωσης, όμως, μπορούν να συμβάλουν μόνο συγκροτημένα κράτη, όχι κοινωνίες που παρασέρνονται από την άρνηση της πολιτικής. Πώς να συναγωνιστείς τους άλλους όταν το κράτος ναυαγεί;

Το ζήτημα είναι κατά πόσον θα δεχθούν αυτή την εκχώρηση της εθνικής τους κυριαρχίας χώρες όπως η Γαλλία ή η Γερμανία. Επιστρέφουμε έτσι στο αρχικό ερώτημα: ποιος θα διοικήσει την αυριανή «κυρίαρχη Ευρώπη»; Τι πρόσωπο θα έχει η υπερεθνική κυβέρνηση; Το πρόσωπο του Λεβιάθαν του Χομπς (η αρχή θεσπίζει τους νόμους) ή θα υπάρχουν κανόνες στους οποίους η αρχή θα πρέπει να υπακούει; Αν το ελληνικό δημοψήφισμα απειλεί το ευρώ, ποια ευρωπαϊκή δημοκρατία πρέπει να εφευρεθεί ώστε οι πολίτες να μην αισθάνονται αποκλεισμένοι;

Ακόμη και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να αλλάξει και να αποκτήσει νέες εξουσίες και μια νέα αποστολή, να γίνει δηλαδή μια αυθεντική Κεντρική Τράπεζα. Μόνο έτσι, επισημαίνει ο Ζακ Ντελόρ, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί από πυροσβέστες θα γίνουν οι αρχιτέκτονες της Ευρώπης.

Πηγή: La Repubblica, ΑΠΕ-ΜΠΕ