Δύο αιώνες συμπληρώνονται από τη γέννηση του Φρεντερίκ Σοπέν, ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ρομαντισμού στη μουσική. Ο μεγάλος Πολωνός συνθέτης και πιανίστας επιστρέφει στην επικαιρότητα, καθώς το 2010 έχει αναγγελθεί Έτος Σοπέν και σε όλο τον κόσμο διοργανώνονται κοντσέρτα με τα έργα του.
Δύο αιώνες συμπληρώνονται από τη γέννηση του Φρεντερίκ Σοπέν, ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ρομαντισμού στη μουσική. Ο μεγάλος Πολωνός συνθέτης και πιανίστας επιστρέφει στην επικαιρότητα, καθώς το 2010 έχει αναγγελθεί Έτος Σοπέν και σε όλο τον κόσμο διοργανώνονται κοντσέρτα με τα έργα του.
Γεννήθηκε το 1810 στη Ζελάζοβα Βόλα, (περίπου 50χλμ από τη Βαρσοβία) και ο ίδιος ανέφερε ως ημερομηνία γέννησής του την 1η Μαρτίου. Ο πατέρας του, Νίκολας Σοπέν, είχε γαλλική καταγωγή αλλά ζούσε στην Πολωνία και είχε λάβει μέρος στην εξέγερση του 1794.
Η μητέρα του, η Ιουστίνη, ήταν Πολωνή, αγαπούσε το πιάνο και του έδωσε τα πρώτα μουσικά του μαθήματα. Λίγους μήνες μετά τη γέννηση του, η οικογένεια Σοπέν μετακόμισε στη Βαρσοβία. Η μουσική ιδιοφυία του Φρεντερίκ εκδηλώθηκε από την ηλικία των έξι ετών, όταν έπαιζε πιάνο μαζί με την αδελφή του Λουντβίκα κι έκανε τις πρώτες του απόπειρες στη σύνθεση. Ο πατέρας του κατέγραψε το πρώτο του έργο, μια Πολωνέζα σε σολ ελάσονα και στη συνέχεια ο μικρός μουσικός έγινε διάσημος ως παιδί-θαύμα στο πιάνο.
Στην εφηβεία του παρακολούθησε μαθήματα σύνθεσης στο Ωδείο της Βαρσοβίας, υπό την καθοδήγηση του Γιόζεφ Έλσνερ, ο οποίος είχε εντυπωσιαστεί από τη μουσική ιδιοφυία του. Εκείνη την περίοδο, ο νεαρός Σοπέν επηρεάστηκε από τους παραδοσιακούς χορούς και τη μουσική της πατρίδας του. Το 1826 ταξίδεψε για πρώτη φορά στο εξωτερικό, αρχικά στο Βερολίνο και μετά στη Βιέννη, όπου πραγματοποίησε δύο δημόσιες εμφανίσεις στη Δρέσδη και στην Πράγα.
Ήταν μόλις δεκαεννέα ετών όταν ολοκλήρωσε τις μουσικές σπουδές του και είχε ήδη συνθέσει μερικά σημαντικά έργα όπως το κοντσέρτο σε φα ελάσσονα και την πρώτη σονάτα για πιάνο. Το 1830 έφυγε από την Πολωνία για να συνεχίσει τις πετυχημένες εμφανίσεις του στην Βιέννη.
Οι πολιτικές αναταραχές που ξέσπασαν λίγο μετά το ταξίδι του (επανάσταση κατά της τσαρικής εξουσίας) τον εμπόδισαν να επιστρέψει στην πατρίδα του. Πραγματοποίησε όμως μια σειρά εμφανίσεων στη Δρέσδη, στη Βιέννη, στο Σάλτσμπουργκ στη Στουτγκάρδη, στο Παρίσι και σταδιακά η φήμη του εξαπλώθηκε στην Ευρώπη.
Τα πρώτα χρόνια του συνθέτη στο Παρίσι εδραίωσαν το κύρος του ως συνθέτη και βιρτουόζου πιανίστα. Οι συνθέσεις του (οι περίφημες σπουδές για πιάνο, τα νοτούρνο, οι πολωνέζες και οι μαζούρκες) αποτέλεσαν την επιτομή του ρομαντισμού. «Βγάλτε τα καπέλα σας κύριοι! Περνάει μια ιδιοφυία!», είχε γράψει σε μια κριτική του ενθουσιασμένος ο Ρόμπερτ Σούμαν.
Ο Σοπέν βιοποριζόταν από τα ιδιαίτερα μαθήματα μουσικής που παρέδιδε και τις εκδόσεις των έργων του. Ήταν πολύ αγαπητός στους συναδέλφους του και τον συνέδεαν δεσμοί φιλίας με τους Φραντς Λιστ, Βιτζέντζο Μπελίνι, Ροσίνι και Μέντελσον. Στο σπίτι του Λιστ γνώρισε τη Γεωργία Σάνδη, η οποία ντυνόταν με αντρικά ρούχα.
Παρά την αρνητική αρχική του εντύπωση, ο Σοπέν διατήρησε με την εκκεντρική συγγραφέα μια θυελλώδη σχέση που κράτησε εννέα χρόνια. Το ζευγάρι έζησε για λίγους μήνες στη Μαγιόρκα, αλλά η φυματίωση του συνθέτη επιδεινώθηκε τον χειμώνα και η συμπεριφορά των ντόπιων προς το ανύπαντρο ζευγάρι ήταν εχθρική.
Ωστόσο ο Σοπέν είχε ολοκληρώσει πριν την επιστροφή τους στο Παρίσι, τα περίφημα Πρελούδια (με το διάσημο 15ο «πρελούδιο της σταγόνας της βροχής») και τη Μουσική Σύνθεση 28. Τα πρώτα σύννεφα στη σχέση του Σοπέν με τη Σάνδη αντανακλώνται στο μυθιστόρημα της συγγραφέως «Λουκρητία Φλοριάνι».
Η ηρωίδα του βιβλίου, η ηθοποιός και ανύπαντρη μητέρα, Λουκρητία Φλοριάνι, συνάπτει σχέση με τον υπερευαίσθητο πρίγκιπα Ρόσβαλντ. Η πραγματικότητα όμως αποδεικνύει ότι η έλξη των ετερωνύμων δεν μπορεί να αντέξει στο χρόνο…Ο Σοπέν χώρισε το 1847, με αφορμή μια διαμάχη της συγγραφέως με την κόρη της. Η χρόνια φυματίωση του επιδεινώθηκε και ένα χρόνο μετά έφυγε στην Αγγλία. Το τελευταίο δημόσιο κοντσέρτο του δόθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1848 στο Λονδίνο.
Επέστρεψε στο Παρίσι βαριά άρρωστος και πέθανε το 1849. Στην τελευταία του κατοικία τον συνόδεψαν τρεις χιλιάδες θαυμαστές. Η «ψυχή του πιάνου» , όπως τον ονόμαζαν οι σύγχρονοί του , κηδεύτηκε στο Παρίσι αλλά με δική του επιθυμία, η καρδιά του μεταφέρθηκε στη Βαρσοβία, στην εκκλησία του Ιερού Σταυρού.