Για θεσμική συνεννόηση με στόχο την καλύτερη λειτουργία των δύο πυλώνων της εξουσίας (εκτελεστική και δικαστική), έκανε λόγο ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου.
Για θεσμική συνεννόηση με στόχο την καλύτερη λειτουργία των δύο πυλώνων της εξουσίας (εκτελεστική και δικαστική), έκανε λόγο ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου κατά την ομιλία του στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου παρουσία των προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας (Συμβούλιο της Επικρατείας, Αρειος Πάγος, Ελεγκτικό Συνέδριο) και του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Ανοίγοντας τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ο πρωθυπουργός σημείωσε πως είναι η πρώτη φορά που γίνεται σε υπουργικό συμβούλιο ένας τέτοιος διάλογος μεταξύ της κυβέρνησης – της εκτελεστικής εξουσίας και της δικαστικής εξουσίας, υπογραμμίζοντας πως είναι ιδιαίτερης σημασίας αυτός ο θεσμικός διάλογος καθώς «αναδεικνύει και σφυρηλατεί την έννοια της διάκρισης των εξουσιών, που είναι τόσο σημαντική για τους δημοκρατικούς θεσμούς». «Έχει σημασία αυτός ο διάλογος», συμπλήρωσε ο κ. Παπανδρέου, «γιατί επιτρέπει και μια θεσμική συνεννόηση για προβλήματα του τόπου, που σχετίζονται με τη λειτουργία των δύο πυλώνων, της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας».
Όπως επεσήμανε ο κ. Παπανδρέου, μαζί με την οικονομική κρίση αναδείχθηκε και μια άλλη κρίση, η αδυναμία των θεσμών να ελέγξουν τα φαινόμενα που οδηγούν στην αυθαιρεσία, και τόνισε την ανάγκη να αντιμετωπίσουμε όλα τα δομικά αίτια που οδήγησαν τη χώρα σε αυτό το σημείο. Ένα από τα αίτια αυτά, συμπλήρωσε, είναι η διαφθορά, η εκτεταμένη ανομία και η ατιμωρησία.
«Μικρή σημασία θα έχει να περιορίσουμε το έλλειμμα και να μειώσουμε το χρέος, αν παράλληλα δεν αντιμετωπίσουμε όλα τα δομικά αίτια, που οδήγησαν τη χώρα στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα. Διότι αν δεν το κάνουμε, ο κίνδυνος να βρεθούμε ξανά, στο εγγύς μέλλον, στο σημείο όπου βρισκόμαστε σήμερα, είναι πολύ μεγάλος», προειδοποίησε ο πρωθυπουργός και υπογράμμισε:
«Δεν πρόκειται να αφήσουμε την Ελλάδα να κατρακυλήσει κι άλλο, να βουλιάξουμε οριστικά».
Είναι απολύτως χρήσιμη η συνάντηση της εκτελεστικής με τη δικαστική εξουσία σε μία προσπάθεια να ξεπεράσουμε αυτήν την κρίση, παρατήρησε ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε ότι η δικαιοσύνη οφείλει να στηρίζει την ευημερία και την πρόοδο ενός λαού.
Στην ομιλία του ο πρωθυπουργός κάλεσε τους πολίτες να συστρατευθούν στη κοινή προσπάθεια για την σωτηρία της χώρας, υποστηρίζοντας ότι παρά το κόστος και την επιβάρυνση, οι Έλληνες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, λένε ναι σε αυτή την προσπάθεια και είναι όλοι έτοιμοι να βοηθήσουν για τη σωτηρία της πατρίδας.
Είμαστε έτοιμοι να δώσουμε την απάντηση στην κρίση που βιώνουμε με θάρρος με αποφασιστικότητα, όμως όλοι απαιτούν και δικαίως τα χρήματα τους να πιάνουν τόπο, υπογράμμισε.
«Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα κανείς δεν τιμωρείται και ότι μετά από ταλαιπωρία και δύσκολα βρίσκει κανείς το δίκιο του. Ρωτούν, στην Ελλάδα δεν τιμωρείται κανένας; Δεν υπάρχει Δικαιοσύνη;», παρατήρησε ο κ. Παπανδρέου και έκανε λόγο για αδιανόητη καθυστέρηση και γραφειοκρατία στην έκδοση δικαστικών αποφάσεων.
«Δεν είναι δυνατόν», ανέφερε χαρακτηριστικά, «την ώρα που μία απόφαση καθυστερεί επί δύο και πλέον χρόνια, ο υπεύθυνος δικαστικός λειτουργός να επιθεωρείται να κρίνεται ικανός και να προάγεται». «Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν Καθυστερήσεις εκδίκασης υποθέσεων εις βάρος του πολίτη». Ωστόσο όπως διευκρίνισε, «κανείς δεν υποστηρίζει ότι η ποιότητα της δικαστικής κρίσης πρέπει να υποχωρήσει κάτω από πιεστική ανάγκη του χρόνου».
Όπως είπε ο πρωθυπουργός, οι καθυστερήσεις παρατηρούνται όταν αποφεύγεται η ουσιαστική εξέταση του αντικειμένου της δίκης και τόνισε πως η δικαιοσύνη οφείλει να αποδίδεται δίκαια γρήγορα και αποτελεσματικά.
Στο θέμα τέλος, της Ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, σημείωσε πως έχουν δημιουργηθεί στο λαό σοβαρά ερωτήματα, ενώ μίλησε για ασφυκτικό εναγκαλισμό της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική εξουσία και την κάθε κυβέρνηση, φαινόμενο στο οποίο φιλοδοξεί να δώσει τέλος η πρόσφατη νομοθετική παρέμβαση για την εκλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης.
Είναι προφανές, αναγνώρισε ο κ. Παπανδρέου, ότι και η πολιτεία έχει ευθύνες που της αναλογούν. Ήρθε όμως ο καιρός, επεσήμανε, να αναλάβουμε τις ευθύνες μας μαζί με τη δικαστική εξουσία, να μην αφήσουμε άλλο χρόνο να πάει χαμένος.
Κλείνοντας, ο πρωθυπουργός κάλεσε τους προέδρους των ανωτάτων δικαστηρίων να καταθέσουν «τις δυναμικές και γιατί όχι καινοτόμες» –όπως χαρακτηριστικά ανέφερε- προτάσεις τους.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Δικαιοσύνη είναι αντίστοιχα με εκείνα που αντιμετωπίζει η διοίκηση και κατ' επέκταση η ελληνική κοινωνία, σημείωσε από την πλευρά του ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Παναγιώτης Πικραμένος, χαιρετίζοντας την πρωτοβουλία του πρωθυπουργού να κληθούν στο υπουργικό Συμβούλιο οι ανώτατοι δικαστές.
Ο κ. Πικραμένος τόνισε μεταξύ άλλων ότι απαιτούνται αλλαγές στη δομή και τη νοοτροπία του Δικαστικού Σώματος, άνοδος του επιπέδου της Παιδείας και ιδιαίτερα στη λειτουργία της διοίκησης, ώστε να μειωθεί η προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Το μεγάλο πρόβλημα, επεσήμανε, είναι ο μεγάλος όγκος των υποθέσεων που έχει να αντιμετωπίσει το Συμβούλιο της Επικρατείας, ο οποίος προέρχεται από την κακοδιοίκηση και τη δαιδαλώδη πολυνομία, την έλλειψη ρυθμίσεων για μια σειρά ζητήματα και την αλόγιστη άσκηση ενδίκων βοηθημάτων, δηλαδή την αλόγιστη προσφυγή στη Δικαιοσύνη.
Χαρακτηριστικά, ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ανέφερε ότι μέσα στο 2009, το Συμβούλιο περαίωσε -όπως διευκρίνισε δεν εξέδωσε αποφάσεις ακόμα - 7.000 υποθέσεις που αναλογούν σε 580 το μήνα ή 25 την ημέρα και υποστήριξε πως τίποτα το αποτελεσματικό δεν πρόκειται να γίνει αν δεν περιοριστεί ο αριθμός των υποθέσεων.
Στις προτάσεις του, ο κ. Πικραμένος ανέφερε μεταξύ άλλων, την αύξηση του κόστους για ορισμένες περιπτώσεις προσφυγής σε ένδικα μέσα, την πιο εύρυθμη λειτουργία του προσωπικού των δικαστηρίων και την εξάλειψη των παρωχημένων διαδικασιών.
Καταλήγοντας, ο κ. Πικραμένος επανέλαβε ότι απαιτούνται ριζικές τομές στη λειτουργία της Δικαιοσύνης και ολοκλήρωσε την ομιλία του λέγοντας ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας είναι πρόθυμο να συμβάλλει στη μείωση των κρατικών δαπανών, και ότι είναι έτοιμο σε συνεργασία με τους καθΆ ύλην αρμόδιους υπουργούς Οικονομικών και Δικαιοσύνης να προχωρήσει στην ορθολογικότερη διαχείριση των δαπανών του δικαστηρίου.
Είναι απαραίτητο να διασφαλίσουμε τη δικαστική ανεξαρτησία και η Δικαιοσύνη να απονέμεται με διαφάνεια, αμεροληψία και εντιμότητα, τόνισε στη δική του εισήγηση ο πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Γιώργος Κούρτης, χωρίς ωστόσο να προχωρήσει στη διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων, τις οποίες, όπως είπε, θα παραδώσει στη διάρκεια της συνεδρίασης.
Στην ολιγόλεπτη εισήγησή του, ο κ. Κούρτης τόνισε ότι πρέπει να δημιουργηθούν οι συνθήκες για ταχύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης, χωρίς αυτή να είναι εις βάρος της αμεροληψίας και της Δικαιοσύνη, καθώς επίσης και οι συνθήκες εκείνες ώστε οι νέοι δικαστές που εισέρχονται στο λειτούργημα, να προσέρχονται σε αυτό από πίστη στη Δικαιοσύνη και τους θεσμούς και όχι λόγω βιοπορισμού.
Ακολούθησε ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου Ιωάννης Καλαμύδας, ο οποίος και παρουσίασε τις προτάσεις του για την έκδοση ορθών αποφάσεων σε εύλογο χρόνο. Ειδικότερα, ο κ. Καλαμύδας πρότεινε τη βελτίωση της υλικοτεχνικής υποδομής σε δικαστήρια και εισαγγελίες, την τροποποίηση του κώδικα πολιτικής δικονομίας, ιδιαίτερα όσον αφορά στην εξωδικαστική επίλυση των διαφορών, και πρόσθεσε ότι όλες οι ειδικές διαδικασίες που δεν διαφέρουν πολύ μεταξύ τους, θα μπορούσαν να ενοποιηθούν σε μία, εξηγώντας ότι πιλοτικά θα μπορούσε να εφαρμοστεί ο θεσμός των μονομελών εφετείων.
Ακόμη, ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου πρότεινε την παράταση του ωραρίου των ποινικών δικαστηρίων, και τη συχνότερη εφαρμογή από τους εισαγγελείς των σχετικών άρθρων του κώδικα ποινικής δικονομίας για αρχειοθέτηση των μηνύσεων και απόρριψη των εκκλήσεων.
Ο κ. Καλαμύδας πρότεινε επίσης τον περιορισμό των αναβολών, την αποποινικοποίηση αδικημάτων ήσσονος σημασίας και την τιμωρία αυτών με διοικητικές ποινές, καθώς επίσης την ίδρυση δικαστικής αστυνομίας και τη διάσπαση του εφετείου-"μαθούθ" της Αθήνας και την ίδρυση τουλάχιστον άλλων δύο στην Αττική.
«Για την καλή λειτουργία της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης δεν φτάνουν μόνο οι φιλότιμες και άοκνες προσπάθειες των δικαστικών λειτουργών, αλλά χρειάζονται και άλλα, κυρίως νομοθετικά μέτρα», παρατήρησε με τη σειρά του ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ιωάννης Τέντες, σημειώνοντας ότι η εύρυθμη λειτουργία της Δικαιοσύνης είναι κοινή ευθύνη με την κυβέρνηση.
Παράλληλα, διαφώνησε με την αναφορά του πρωθυπουργού περί ατιμωρησίας: «Θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω. Νομίζω ότι δεν ήταν αυτό το νόημα των λόγων σας ... δεν υπάρχει ατιμωρησία στην Ελλάδα σήμερα, κάνουμε φιλότιμες προσπάθειες και κάνουμε το καθήκον μας».
Σύμφωνα με τον κ. Τέντε, η εξασφάλιση ενός καλού δικαστικού συστήματος αποτελεί παραγωγική επένδυση, διότι μια αποτελεσματική και αξιόπιστη Δικαιοσύνη είναι προϋπόθεση της οικονομικής ανάπτυξης. Στη σημερινή δύσκολη συγκυρία κατά την οποία το ενδιαφέρον όλων είναι στραμμένο στα οικονομικά προβλήματα του τόπου, το θέμα της συνάντησης κάθε άλλο παρά ανεπίκαιρο είναι, επεσήμανε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και πρόσθεσε:
«Το ζητούμενο είναι η εξασφάλιση ταχύτερης και ποιοτικότερης Δικαιοσύνης ... γι αυτό απαιτείται πολυεπίπεδη και σύνθετη προσπάθεια της κυβέρνησης, των δικαστών αλλά και των δικηγόρων».