Απόλυτος ότι επί της δικής του θητείας δεν υπάρχουν ζημιογόνες συμβάσεις στον ΟΤΕ, εμφανίστηκε ο Παναγής Βουρλούμης, ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής για την υπόθεση Siemens: «Ο ΟΤΕ κινήθηκε πριν από το ελληνικό κράτος. Κατά τη δική μου θητεία ο Οργανισμός δεν είχε καμία ανάμειξη σ’ αυτό που αποκαλείται τώρα υπόθεση Siemens».
Απόλυτος ότι επί της δικής του θητείας δεν υπάρχουν ζημιογόνες συμβάσεις στον ΟΤΕ, εμφανίστηκε ο διευθύνων σύμβουλος και πρόεδρος του Οργανισμού, Παναγής Βουρλούμης, κατά την εξέτασή του σε δεύτερη συνεδρίαση από την εξεταστική επιτροπή της Βουλής που διερευνά την υπόθεση Siemens.
Αφού επεσήμανε ότι πρώτος κινήθηκε ο ΟΤΕ στη διερεύνηση του όλου ζητήματος, δηλώνοντας παράσταση πολιτικής αγωγής κατά της εταιρείας ο κ. Βουρλούμης υπογράμμισε: «Ο ΟΤΕ κινήθηκε πριν από το ελληνικό κράτος. Κατά τη δική μου θητεία ο οργανισμός δεν είχε καμία ανάμειξη σ’ αυτό που αποκαλείται τώρα υπόθεση Siemens αλλά ως τώρα είναι ο μόνος που έχει κινήσει με σοβαρότητα κάθε διαδικασία για να βοηθήσει στη διαλεύκανση της».
Ο κ. Βουρλούμης, όπως ενημέρωσε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης έριξε τα βάρη της ευθύνης των προηγούμενων από τη δική του διοικήσεων (στις οποίες σαφώς κατά δήλωσή του δεν απέδωσε δόλο) στις κυβερνήσεις και στους αρμόδιους υπουργούς, επιμένοντας ότι επί ημερών του δεν καθοδηγείτο.
Απαντώντας στον βουλευτή της ΝΔ Κωνσταντίνο Τζαβάρα, σημείωσε ότι κατά τη γνώμη του το μείζον ήταν η «τεχνολογική υποτίμηση» της χώρας κι όχι κάποιες ενδεχομένως υψηλές τιμές προς τη Siemens.
Όπως είπε, όταν ο ίδιος ανέλαβε το 2004 βρήκε μόλις 14.000 ευρυζωνικές συνδέσεις, όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη η προσπάθεια είχε ξεκινήσει πολλά χρόνια νωρίτερα.
«Το πραγματικό πρόβλημα», συμπλήρωσε, «ήταν ότι υιοθετήθηκε μία λανθασμένη βιομηχανική πολιτική στις τηλεπικοινωνίες στην Ελλάδα. Δηλαδή, όταν οι άλλοι και τα άλλα κράτη ήδη εγκαθιστούσαν ευρυζωνικότητα και οπτική ίνα, η Ελλάδα συνέχιζε με τεχνολογίες οι οποίες είχαν αρχίσει να γίνονται παρωχημένες εκείνη την εποχή».
«Πιθανώς», συνέχισε, «ορισμένες εταιρείες βρέθηκαν με υλικό το οποίο ήξεραν ότι απαξιώνεται πάρα πολύ γρήγορα και ήθελαν να το φορτώσουν κάπου. Οι εταιρείες έκαναν τη δουλειά τους, ήθελαν να το πουλήσουν κάπου να φύγει από πάνω τους, στις προ εμού διοικήσεις του ΟΤΕ, αν αυτές οδηγήθηκαν στο να αγοράσουν και να παραγγείλουν αυτό το υλικό, διότι η βιομηχανική πολιτική στις τηλεπικοινωνίες γίνεται από το κράτος, δεν γίνεται από τους διοικητές του ΟΤΕ, ή τουλάχιστον δεν γινόταν τότε».
Ο κ. Βουρλούμης δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να κινηθεί τώρα ο ΟΤΕ για να αναθέσει τη διενέργεια κοστολογικού ελέγχου σε μία ανεξάρτητη ελεγκτική εταιρεία σε βάθος εξαετίας πριν αναλάβει ο ίδιος, δηλαδή από το 1998 που συμπίπτει χρονικά με την υπογραφή της επίμαχης σύμβασης 8002, για να ακολουθήσουν η 8004 και έξι ακόμη εκτελεστές συμφωνίες.
Ο πρόεδρος του ΟΤΕ ρωτήθηκε ακόμη για το ενδεχόμενο να συμβιβαστεί ο Οργανισμός με τη γερμανική εταιρεία με χρηματική ικανοποίηση, αλλά χωρίς την αποκάλυψη ονομάτων προσώπων του ΟΤΕ που χρηματίσθηκαν. Ο κ. Βουρλούμης παραδέχθηκε ότι μπορεί να επέλθει συμβιβασμός, όμως σε καμία περίπτωση χωρίς να δοθούν ονόματα ή «να δοθεί συγχωροχάρτι» για τη σύμβαση 8002.
Αργά το βράδυ άρχισε η κατάθεση του πρώην διευθύνοντος συμβούλου του ΟΤΕ Γιώργου Χρυσολούρη, ο οποίος κλήθηκε μετά την θητεία του Δημήτρη Παπούλια να υλοποιήσει πρώτος τη σύμβαση 8002.
Ο ίδιος φέρεται να είπε ότι «η υπόθεση δεν με αφορά και δεν με αγγίζει, γι' αυτό το λόγο δεν γίνεται αναφορά του ονόματός μου στη δικογραφία. Ούτε υπάρχει στοιχείο που να θεμελιώνει υπόνοια σε βάρος μου».
Σύμφωνα με τον ίδιο, επελέγη για τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου, λόγω της εμπειρίας και των γνώσεών μου σε θέματα τηλεπικοινωνίας κι ότι κυρίως η αποστολή του ήταν να αναζητηθούν επενδυτές.
Επόμενοι μάρτυρες, ο πρώην, επίσης, διευθύνων σύμβουλος του ΟΤΕ Ελευθέριος Αντωνακόπουλος, ενώ από αύριο έχει προγραμματιστεί να ανοίξει ο φάκελος του C4 I με πρώτους μάρτυρες τους κ.κ. Τρεπεκλή και Μπεζά καθώς και τους αστυνομικούς υποδιευθυντές κ.κ. Βαρδάκη και Μαραβέλη.
Στην αρχή της σημερινής συνεδρίασης αποφασίστηκε ομοφώνως να ζητηθεί από την Ολομέλεια της Βουλής παράταση των εργασιών της επιτροπής για δύο ακόμη μήνες και να παραδοθεί το πόρισμά της αντί της 17ης Μαρτίου την 17η Μαΐου.
ΑΠΕ-ΜΠΕ