Ορισμένοι μύθοι κατέρρευσαν στην Ουάσινγκτον. Ο πρώτος είναι ότι το Δημοκρατικό Κόμμα έχει χάσει την ψυχή του. Ο δεύτερος, ότι η αμερικανική πολιτική δομή έχει διαλυθεί και δεν μπορεί να χειριστεί θεμελιώδη ζητήματα.
Ορισμένοι μύθοι κατέρρευσαν στην Ουάσινγκτον. Ο πρώτος είναι ότι το Δημοκρατικό Κόμμα έχει χάσει την ψυχή του. Ο δεύτερος, ότι η αμερικανική πολιτική δομή έχει διαλυθεί και δεν μπορεί να χειριστεί θεμελιώδη ζητήματα.
Λίγα λεπτά μετά την ψήφιση της μεταρρύθμισης του συστήματος υγείας από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, και παρά το προχωρημένο της ώρας, ο πρόεδρος Ομπάμα βγήκε στην τηλεόραση και δήλωσε: «Να με τι μοιάζει η αλλαγή. Αποδείξαμε ότι αυτή η κυβέρνηση που ανήκει στο λαό και βρίσκεται κοντά στο λαό εργάζεται και για το λαό».
Ο αμερικανός πρόεδρος φαινόταν εξαντλημένος, καθώς είχε περάσει όλο το Σαββατοκύριακο πείθοντας βουλευτές του κόμματός του να ψηφίσουν το νομοσχέδιο. Οι Ρεπουμπλικανοί, πάλι, ήταν έξαλλοι. «Είσαι δολοφόνος μωρών!», φώναξε ένας βουλευτής τους στον Μπαρτ Στάπακ, επικεφαλής μιας ομάδας συντηρητικών Δημοκρατικών βουλευτών που ψήφισαν τελικά τη μεταρρύθμιση ύστερα από τη διαβεβαίωση του Ομπάμα ότι δεν θα επιτρέψει τη χρηματοδότηση των αμβλώσεων με ομοσπονδιακούς πόρους.
Μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες, και με την έδρα της Μασαχουσέτης να έχει περάσει στους Ρεπουμπλικανούς, η μεταρρύθμιση του αμερικανικού συστήματος υγείας έμοιαζε καταδικασμένη. Τελικά όμως, και χάρις στην επιμονή της προέδρου της Βουλής Νάνσι Πελόζι, οι Δημοκρατικοί τα κατάφεραν.
Όπως υπενθυμίζει ο Ρίτσαρντ Ανταμς στην «Guardian», η διαδικασία της μεταρρύθμισης άρχισε πριν από ένα χρόνο. Ο Ομπάμα δαπάνησε ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού του κεφαλαίου σε αυτό το ζήτημα, παρά τις προειδοποιήσεις ορισμένων αναλυτών ότι θα έπρεπε πρώτα να εδραιώσει τη δική του εξουσία και την εξουσία των Δημοκρατικών. Όπως αποδείχθηκε, είχε δίκιο. Η κακή κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας δεν θα του επέτρεπε να επιχειρήσει μια τέτοια μεταρρύθμιση μετά τις εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου για την ανανέωση του Κονγκρέσου. Οι Ρεπουμπλικανοί θα ήταν ακόμη πιο εχθρικοί και θα είχαν περισσότερα όπλα στα χέρια τους για να εμποδίσουν τη μεταρρύθμιση. Κι όποιος πιστεύει ότι ο Ομπάμα θα είχε περισσότερες πιθανότητες να επανεκλεγεί το 2012, αν ανέβαλε τη μεταρρύθμιση του συστήματος υγείας είναι απλώς εκτός πραγματικότητας.
Η αλήθεια είναι ότι ο Ομπάμα πράγματι καθυστέρησε να προωθήσει τη μεταρρύθμιση, λόγω των οικονομικών προβλημάτων και των δύο πολέμων στους οποίους είναι αναμιγμένη η χώρα του. Το πραγματικό του λάθος είναι ότι κινήθηκε με βραδείς ρυθμούς. Τελικά όμως κέρδισε το στοίχημα που είχε βάλει.
Να σημαίνει αυτό ότι οι Ρεπουμπλικανοί είναι οι μεγάλοι χαμένοι; Κάθε άλλο. Το κόμμα αυτό έχει καταφέρει να αναστηθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Είναι ενδεικτικό ότι ούτε ένας Ρεπουμπλικανός δεν ψήφισε χθες τη μεταρρύθμιση του συστήματος υγείας. Αν είχε συμβεί αυτό, θα είχε ήδη ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος.
Με την έγκριση της μεταρρύθμισης, ο Ομπάμα εκπληρώνει την πρώτη από τις δύο υποσχέσεις που είχε δώσει στον τομέα αυτόν: ότι πρέπει να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν σήμερα 40 εκατομμύρια ανασφάλιστοι Αμερικανοί από ασθένεια ή τραυματισμό. Μένει η δεύτερη υπόσχεση: να τεθεί υπό έλεγχο το αυξανόμενο κόστος της υγειονομικής περίθαλψης, ώστε να μειωθεί η πίεση στον αμερικανικό προϋπολογισμό. Ακόμη και στη διάρκεια της χθεσινής ψηφοφορίας, οι Ρεπουμπλικανοί δοκίμαζαν το καινούργιο τους σύνθημα. Ποιος θα υποχρεωθεί να πληρώσει τα 940 δισεκατομμύρια δολάρια που απαιτεί αυτή η μεταρρύθμιση: Μπορεί να αντέξει σήμερα η Αμερική αυτό το κόστος;
Ο Ομπάμα απαντά ότι τελικά η μεταρρύθμιση θα αποβεί επωφελής για την αμερικανική οικονομία. Παρά ταύτα, πολλοί Αμερικανοί ανησυχούν για το πού θα βρεθούν αυτά τα δισεκατομμύρια δολάρια.
Με άλλα λόγια, η συζήτηση για την περίθαλψη κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει. Τους επόμενους μήνες, ο αμερικανός πρόεδρος θα πρέπει να εξηγήσει στους συμπατριώτες του γιατί έπρεπε να ξεκινήσει όλη αυτή η περιπέτεια. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα έχει καιρό για άλλα πράγματα. Όπως γράφει το «Spiegel», αυτή η μεταρρύθμιση μπορεί να είναι καλή για την Αμερική, ίσως όμως να κάνει κακό στον υπόλοιπο κόσμο.
Πηγές: The Guardian, Spiegel Online, ΑΠΕ-ΜΠΕ