Κόσμος
Τρίτη, 06 Απριλίου 2010 16:17

Οι νευρώσεις των Τόρις και ο πραγματιστής Κάμερον

Αν ο Ντέιβιντ Κάμερον εκλεγεί πρωθυπουργός της Βρετανίας τον ερχόμενο μήνα, θα είναι από πολλές απόψεις ένα γνώριμο είδος συντηρητικού πρωθυπουργού: ευαίσθητος, πραγματιστής, ευφυής, χωρίς να πέφτει στον εξυπνακισμό. Αλλά το κόμμα του οποίου ηγείται θα βρεθεί περιέργως απομονωμένο σε σχέση με τα αντίστοιχα συντηρητικά κόμματα τόσο της Ευρώπης όσο και της Αμερικής.

Η ρίζα του προβλήματος, γράφει ο Γκίντεον Ράχμαν στους «FT», είναι ότι οι Τόρις του Κάμερον έχουν μια αμφιλεγόμενη σχέση με τον θατσερισμό. Και αυτό στερεί συνοχή τόσο από την εξωτερική όσο και από την εσωτερική τους πολιτική.

Η «διχασμένη προσωπικότητα» του κόμματος σε σχέση με την εσωτερική του πολιτική είναι τόσο εμφανής, ώστε μπορεί να κοστίσει στους Τόρις την εκλογική νίκη. Το κόμμα προσπαθεί να εμφανίσει ταυτοχρόνως μια σκληρή εικόνα θατσερικού τύπου -σκληρές επιλογές και μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος- και ένα συντηρητισμό ήπιου τύπου με προστασία των δημοσίων υπηρεσιών και αύξηση της διεθνούς βοήθειας.

Λιγότερο εμφανής, αλλά εξίσου σημαντικός, είναι ο διχασμός στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Απέναντι στην Ευρώπη, ο Κάμερον κρατά τις ίδιες αποστάσεις που κρατούσε και η Θάτσερ. Σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όμως, ο ηγέτης των Τόρις δεν είναι τόσο ενθουσιώδης. Μιλώντας τον Σεπτέμβριο του 2006, δήλωσε ότι η «ειδική σχέση» της Βρετανίας με τις ΗΠΑ έχει γίνει πολύ «δουλική». Ηταν ένα μήνυμα προς τους ψηφοφόρους που διαφώνησαν με τον πόλεμο στο Ιράκ και απεχθάνονταν τον Τζορτζ Μπους.

Οι Τόρις έχουν ένα ιδιαίτερο πρόβλημα με τις Ηνωμένες Πολιτείες γιατί το αδελφό τους κόμμα εκεί είναι οι Ρεπουμπλικανοί. Ο Κάμερον, όπως και πολλοί πολιτικοί της ηλικίας του, θα ήθελε πολύ να εναγκαλιστεί τον Μπαράκ Ομπάμα και τις πολιτικές του επιλογές. Είναι όμως υποχρεωμένος να προσποιηθεί ότι οι Αμερικανοί πολιτικοί με τους οποίους βρίσκεται πιο κοντά είναι ο Μιτ Ρόμνεϊ, ο Νιουτ Γκίνγκριτς και η Σάρα Πέιλιν.

Η ειδική σχέση της Θάτσερ με τον Ρίγκαν δεν χαρακτηριζόταν μόνο από αμοιβαία συμπάθεια, αλλά και από τις κοινές θέσεις των δύο ηγετών σε σχέση με τον κομμουνισμό και το ρόλο του κράτους. Από τότε, όμως, οι Ρεπουμπλικανοί έχουν μετακινηθεί προς τα δεξιά και οι Τόρις προς τα αριστερά. Το Ρεπουμπλικανικό κόμμα έχει ξεκαθαρίσει, για παράδειγμα, ότι θεωρεί την κρατική περίθαλψη κάτι αντίστοιχο με τον σατανισμό. Ο Κάμερον, πάλι, λέει στους ψηφοφόρους ότι θεωρεί πολύτιμο το Εθνικό Σύστημα Υγείας.

Από τα όπλα μέχρι τον Θεό, κι από τους φόρους μέχρι την κλιματική αλλαγή, οι Τόρις και οι Ρεπουμπλικανοί βρίσκονται σε διαφορετικό μήκος κύματος. Και αυτό θα είναι ιδιαίτερα εμφανές αν οι Τόρις νικήσουν τον ερχόμενο μήνα στη Βρετανία και οι Ρεπουμπλικανοί σαρώσουν τον Νοέμβριο στις εκλογές για την ανανέωση του Κογκρέσου. Με ποιον θα συνταχθεί ο πρωθυπουργός Κάμερον αν ξεσπάσει πολιτικός πόλεμος στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού; Με τους πολιτικούς του συμμάχους στο Κογκρέσο ή με τον πολιτικό του ήρωα στο Λευκό Οίκο;

Ο συντηρητισμός του Κάμερον βρίσκεται τώρα πιο κοντά στην προσεκτική Χριστιανοδημοκρατία της Αγγελα Μέρκελ απ' ότι στον ριζοσπαστισμό των Ρεπουμπλικανών. Η σχέση του με τους δυνάμει συμμάχους του στην Ευρώπη είναι όμως περίπλοκη. Οι Τόρις του Κάμερον εξόργισαν τις Κεντροδεξιές κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Γαλλίας όταν αποχώρησαν από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα.

Μέχρι τώρα, ο Κάμερον ήταν τυχερός. Η υπερψήφιση της Συνθήκης της Λισαβώνας τον γλίτωσε από την υποχρέωση να προκηρύξει ένα δημοψήφισμα που θα τον έφερνε σε αντιπαράθεση με την Ευρώπη. Και η κρίση στην ευρωζώνη έχει «φρενάρει» όσους θέλουν μια βαθύτερη ευρωπαϊκή ενοποίηση. Αλλά αυτή η τύχη μπορεί να μην κρατήσει πολύ. Μια κυβέρνηση Κάμερον ενδέχεται να χρειαστεί να λάβει σύντομα αποφάσεις για τη διάσωση του ευρώ. Αν αυτό απαιτήσει μια στενότερη συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, όλες οι παλιές νευρώσεις των Τόρις για την Ευρώπη θα επιστρέψουν.

Πηγή: Financial Times, ΑΠΕ-ΜΠΕ