Βραχώδεις και υδάτινοι κόσμοι σαν τον πλανήτη μας πιθανότατα βρίσκονται εν αφθονία στο σύμπαν, σύμφωνα με νέα βρετανική έρευνα, που για πρώτη φορά χρησιμοποιεί μια νέα προσέγγιση για να απαντήσει το ερώτημα «πόσο πιθανό είναι να βρούμε πλανήτες-αντίγραφα της Γης».
Βραχώδεις και υδάτινοι κόσμοι σαν τον πλανήτη μας πιθανότατα βρίσκονται εν αφθονία στο σύμπαν, σύμφωνα με νέα βρετανική έρευνα, που για πρώτη φορά χρησιμοποιεί μια νέα προσέγγιση για να απαντήσει το ερώτημα «πόσο πιθανό είναι να βρούμε πλανήτες-αντίγραφα της Γης».
Η νέα μελέτη εστιάζει στους «λευκούς νάνους», νεκρά πια άστρα, και στα ίχνη που έχουν αφήσει στις ατμόσφαιρες τους τα χημικά στοιχεία των «γήινων» εξωπλανητών που κάποτε περιφέρονταν γύρω τους.
Οι ερευνητές, με τη νέα μέθοδο, εκτιμούν ότι τουλάχιστον το 3,5% όλων των άστρων στο γαλαξία μας, τα οποία μοιάζουν με τον ήλιο μας, διαθέτουν γύρω τους βραχώδεις «γήινους» (εξω)πλανήτες - ένας τεράστιος αριθμός, αν σκεφτεί κανείς πόσα δισεκατομμύρια άστρα έχει ο γαλαξίας μας.
Οι επιστήμονες υπολογίζουν ότι μέχρι σήμερα ο γαλαξίας μας έχει φιλοξενήσει μέχρι και ένα δισεκατομμύριο βραχώδεις πλανήτες - πολλοί εκ των οποίων δεν υπάρχουν πια. Ένα μικρό μέρος από αυτούς είχε και ακόμα έχει νερό.
Η μελέτη, υπό τον Τζέι Φαρίχι του πανεπιστημίου Λέστερ, παρουσιάστηκε στο εθνικό αστρονομικό συνέδριο της Βρετανίας στη Γλασκώβη.
Σύμφωνα με τη νέα θεωρία, οι «λευκοί νάνοι» (πυκνά απομεινάρια κοινών άστρων-ήλιων) έχουν συνήθως πολύ καθαρές ατμόσφαιρες όπου επικρατούν τα ελαφρά στοιχεία υδρογόνο και ήλιο, καθώς τα βαρύτερα στοιχεία τείνουν να βυθίζονται στο εσωτερικό του άστρου.
Όμως περίπου ένας στους πέντε «λευκούς νάνους» (το 20%) διαθέτει ατμόσφαιρα «μολυσμένη» με βαρύτερα στοιχεία, όπως το ασβέστιο, τα οποία, σύμφωνα με τον Φαρίχι και τους συνεργάτες του, δεν είναι παρά απομεινάρια βραχωδών πλανητών, που κάποια στιγμή μετατράπηκαν σε δακτύλιο σκόνης γύρω από το μητρικό άστρο, ώσπου σταδιακά, σαν βροχή, αυτά τα υλικά έπεσαν και απορροφήθηκαν από τον «λευκό νάνο», αφήνοντας πάνω του τις «κηλίδες μόλυνσης» από αυτά τα βαρύτερα «εξωπλανητικά» στοιχεία.
Σύμφωνα με τους βρετανούς ερευνητές, που ανέλυσαν τις «χημικές υπογραφές» στο φάσμα φωτός που εκπέμπεται από εκατοντάδες «λευκούς νάνους», έχουν υπάρξει επίσης ενδείξεις για την ύπαρξη τέτοιων θερμών δακτυλίων σκόνης στην υπέρυθρη ακτινοβολία που εντόπισε το διαστημικό τηλεσκόπιο «Σπίτσερ».
Οι «λευκοί νάνοι» αποτελούν υπολείμματα άστρων που είχαν περίπου ίδια μάζα με τον ήλιο μας. Μετά από ζωή περίπου 9 δισ. ετών, αρχικά φουσκώνουν και να μετατρέπονται σε ερυθρούς γίγαντες με διάμετρο μέχρι και 200 φορές μεγαλύτερη από αυτήν του ήλιου μας (όταν αυτό συμβεί στο δικό μας ήλιο, αυτός θα διασταλεί πέρα και από την τωρινή τροχιά της Γης!).
Στη συνέχεια, σταδιακά, ο κόκκινος γίγαντας θα σμικρύνει στο μισό από το αρχικό του μέγεθος και αργά θα γίνει όλο και αχνός, μετατρεπόμενος σε «λευκό νάνο», που περιβάλλεται από μια τεράστια αλλά πολύ λεπτή ατμόσφαιρα.
Έτσι, αν η νέα θεωρία είναι σωστή, οι βραχώδεις πλανήτες πρέπει να είναι πολύ κοινοί γύρω από άστρα σαν τον ήλιο μας. Το ποσοστό ύπαρξής τους μπορεί να ξεπερνά κατά πολύ το 20%, αν υποτεθεί ότι μερικά πλανητικά συστήματα θα έχουν πια καταστραφεί τελείως, χωρίς πλέον να έχουν αφήσει κάποιο ίχνος «μόλυνσης» πάνω στο πρώην μητρικό άστρο τους.
Αν η νέα θεωρία αποδειχτεί ορθή, τότε θα είχε δίκιο ο αμερικανός αστρονόμος Φρανκ Ντρέικ που, πριν περίπου μισό αιώνα, είχε εκτιμήσει ότι, με βάση το νόμο των στατιστικών πιθανοτήτων και μόνο, ο γαλαξίας μας βρίθει από πλανήτες σαν τη Γη και, κατά συνέπεια, από εξωγήινους πολιτισμούς, ανεπτυγμένους τεχνολογικά.
Με δεδομένο ότι άστρα σαν το ήλιο μας (που καταλήγουν ως "λευκοί νάνοι") μπορεί να αποτελούν μέχρι και τα μισά από τις αρκετές εκατοντάδες δισεκατομμύρια άστρα που υπάρχουν συνολικά στο γαλαξία μας, αυτό σημαίνει ότι εκατοντάδες ή και χιλιάδες πολιτισμοί μπορεί να κατοικούν στο γαλαξία μας (για να μην μιλήσουμε για το υπόλοιπο σύμπαν…).
Οι αστρονόμοι απέχουν ακόμα κάποια χρόνια μέχρι να παρατηρήσουν άμεσα κάποιον βραχώδη (και ίσως υδάτινο) εξωπλανήτη. Προς το παρόν, έχουν εντοπίσει πάνω από 450 εξωπλανήτες με δύο έμμεσους τρόπους: αφενός εντοπίζοντας την μικρή διαταραχή στην κίνηση ενός άστρου-ήλιου, η οποία προκαλείται από τις βαρυτικές επιδράσεις των πλανητών που περιφέρονται γύρω του και, αφετέρου, από την ανεπαίσθητη μείωση της λάμψης ενός άστρου, η οποία συμβαίνει όταν ένας εξωπλανήτης, λόγω της τροχιάς του, παρεμβάλλεται ανάμεσα στο μητρικό άστρο του και στο γήινο τηλεσκόπιο.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ