Την εξίσωση του χρόνου παραγραφής των αδικημάτων των υπουργών, με εκείνη που ισχύει για τους απλούς πολίτες, προτείνε μεταξύ άλλων στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας ο υπουργός Δικαιοσύνης στο πλαίσιο της αλλαγής του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
Τις αλλαγές που προτίθεται να επιφέρει στο νόμο περί ευθύνης υπουργών, εξέθεσε ο υπουργός Δικαιοσύνης Χάρης Καστανίδης, κατά την σημερινή συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής.
Οι κυριότερες από αυτές είναι:
Α) η εξίσωση του χρόνου παραγραφής των αδικημάτων των υπουργών και υφυπουργών, με εκείνη που ισχύει για τους απλούς πολίτες
Β) ο υπολογισμός του χρόνου παραγραφής, από την ώρα που το αδίκημα παρήγαγε αποτελέσματα σε βάρος του Δημοσίου και όχι από την ώρα της τέλεσής του.
Τα παραπάνω, σημαίνουν στην πράξη σημαντική επιμήκυνση του χρόνου παραγραφής των αδικημάτων των υπουργών και υφυπουργών, φέρνοντας μάλιστα τους τελευταίους σε δυσμενέστερη θέση έναντι εκείνης των πολιτών, των οποίων τα πλημμελήματα παραγράφονται ύστερα από 5 χρόνια και τα κακουργήματα μετά από 15-20 χρόνια.
Πάντως, ο υπουργός διευκρίνισε ότι ο νέος νόμος είναι αδύνατον νομικά να λειτουργήσει αναδρομικά, δεν αφορά δηλαδή τις τρέχουσες εξεταστικές επιτροπές.
Ενστάσεις από την αντιπολίτευση
Σημειώνεται ότι οι ενστάσεις της αντιπολίτευσης για το χρονικό όριο της παραγραφής ήταν αρκετές. Εκ μέρους της ΝΔ, ο Τάσος Νεράντζης πρότεινε αύξηση του χρόνου παραγραφής, αλλά όχι πλήρη εξίσωση με τα προβλεπόμενα για τα μη πολιτικά πρόσωπα, καθώς με το νέο σύστημα οι εκκρεμότητες είναι δυνατόν να συντηρούνται επί μακρόν.
Ο βουλευτής του ΛΑΟΣ Μάκης Βορίδης παρατήρησε πως από ένα καθεστώς υπερβολικά ευνοϊκής αντιμετώπισης των μελών της κυβέρνησης, οδηγούμαστε σε ένα καθεστώς όπου ο υπουργός βρίσκεται σε χειρότερη θέση από έναν απλό πολίτη.
Από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ, ο Απόστολος Κακλαμάνης αντιπρότεινε και την δυνατότητα εφαρμογής του υφιστάμενου πλαισίου, με απλή αναστολή του χρόνου της προθεσμίας δίωξης υπουργού, για όσο διάστημα βρίσκεται στην κυβέρνηση το κόμμα στο οποίο ανήκει.
Αναλυτικά τις προτάσεις της διατύπωσε και η ΚΟ του ΚΚΕ. Μεταξύ αυτών, το Κομμουνιστικό Κόμμα ζήτησε να δίνεται η δυνατότητα συγκρότησης Εξεταστικών Επιτροπών και εκ μέρους της αντιπολίτευσης (χωρίς δηλαδή, την εξασφάλιση της πλειοψηφίας των παρόντων κατά την ψηφοφορία βουλευτών, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής), όπως επίσης και να συγκροτούνται οι εν λόγω Επιτροπές, από δικαστικούς και όχι βουλευτές.