Σε μία σημαντική ανακάλυψη που ενδέχεται να διευκολύνει την ανάπτυξη εμβολίων κατά των πλέον επικίνδυνων στελεχών των βακτηρίων της μηνιγγίτιδας, προχώρησε διεθνής επιστημονική ομάδα.
Σε μία σημαντική ανακάλυψη που ενδέχεται να διευκολύνει την ανάπτυξη εμβολίων κατά των πλέον επικίνδυνων στελεχών των βακτηρίων της μηνιγγίτιδας, προχώρησε διεθνής επιστημονική ομάδα.
Οι ειδικοί επιστήμονες, υπό τον καθηγητή Μάικλ Λέβιν του τμήματος παιδιατρικής του πανεπιστημίου Imperial College του Λονδίνου, σε συνεργασία με ερευνητές από το Ινστιτούτο Γονιδιώματος της Σιγκαπούρης, ανακάλυψαν για πρώτη φορά γονίδια που σχετίζονται με τη θανατηφόρα νόσο.
Η μηνιγγίτιδα μπορεί να προκληθεί από αρκετά διαφορετικά βακτήρια και ιούς, όμως μια από τις πιο επικίνδυνες μορφές της νόσου προέρχεται λόγω μόλυνσης από το βακτήριο του μηνιγγιδόκοκκου. Η σηψαιμία λόγω μηνιγγίτιδας είναι μια μορφή μόλυνσης του αίματος που συχνά συνοδεύει τη μηνιγγίτιδα.
Για μερικά στελέχη του θανατηφόρου βακτηρίου υπάρχουν εμβόλια, ενώ για άλλα όχι. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν εμβόλια για το στέλεχος της λεγόμενης "Ομάδας Β" (μηνιγγίτιδας Β), που κάθε χρόνο σκοτώνει χιλιάδες άτομα σε όλο τον κόσμο, ενώ για την μηνιγγίτιδα C υπάρχει ήδη αποτελεσματικό εμβόλιο.
Συγκρίνοντας το γενετικό κώδικα 6.000 υγιών ανθρώπων και 1.400 που είχαν μηνιγγίτιδα και σηψαιμία, οι επιστήμονες μπόρεσαν να εντοπίσουν γονίδια που εμπλέκονται στην αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος και να βεβαιώσουν το ρόλο-κλειδί που παίζει ο γενετικός παράγων στην αντίδραση του οργανισμού, όταν μολυνθεί από το συγκεκριμένο βακτήριο.
Σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Nature Genetics» το ανοσοποιητικό σύστημα πολλών ανθρώπων καταπολεμά το βακτήριο, ενώ σε άλλους αδυνατεί να αναγνωρίσει ως ξένο και εχθρικό το βακτήριο, το οποίο πλέον μπορεί να δράσει ανενόχλητο ως "δούρειος ίππος" μέσα στον οργανισμό.
Όπως επισήμανε ο επικεφαλής της έρευνας Μ. Λέβιν, στο μέλλον ίσως οι επιστήμονες να δημιουργήσουν καλύτερα εμβόλια κατά της μηνιγγίτιδας για το σύνολο του πληθυσμού, αλλά και να πετύχουν καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα σε ασθενείς που έχουν ήδη μολυνθεί.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ