Τις παρατηρήσεις τους επί του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης για την επιτάχυνση απονομής της Ποινικής Δικαιοσύνης διατυπώνουν ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών και η Ενωση Ελλήνων Ποινικολόγων.
Τις παρατηρήσεις τους επί του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης για την επιτάχυνση απονομής της Ποινικής Δικαιοσύνης διατυπώνουν ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών και η Ενωση Ελλήνων Ποινικολόγων.
Οι δύο φορείς αναφέρουν κατ' αρχάς ότι «η προθεσμία των δέκα ημερών για τη δημόσια διαβούλευση επί του νομοσχεδίου, που όρισε το υπουργείο Δικαιοσύνης, είναι απολύτως ανεπαρκής ενόψει των ριζικών τροποποιήσεων που προτείνονται με αυτό» και προσθέτουν: «Η δημοκρατική αρχή επιβάλλει να δοθεί στους αρμόδιους φορείς ο αναγκαίος χρόνος για την προσεκτική μελέτη και κριτική του νομοσχεδίου».
Παράλληλα, οι φορείς χαρακτηρίζουν άλλες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου θετικές, ενώ σε άλλες εκφράζουν τις αντιρρήσεις τους. Ειδικότερα, αναφέρουν στην ανακοίνωσή τους, οι ρυθμίσεις του σχεδίου για την ποινική συνδιαλλαγή (άρθρο 12), τον περιορισμό των κακουργημάτων που εισάγονται στο ακροατήριο με απευθείας κλήση του εισαγγελέα Εφετών, με παράλληλη ενίσχυση του δικαιώματος ακρόασης (άρθρο 11), η υποχρεωτική αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων στο Συμβούλιο Πλημελειοδικών, οσάκις υποβληθεί σχετικό αίτημα (άρθρο 13 παρ. 2), η διεύρυνση των ακυροτήτων (άρθρο 6), η χορήγηση υποχρεωτικώς ανασταλτικού αποτελέσματος στην έφεση επί πλημμελημάτων (άρθρο 22 παρ. 2), η συνεκτίμηση των απαλλακτικών εισαγγελικών διατάξεων κατά την αξιολόγηση των εισαγγελικών λειτουργών (άρθρο 26), καθώς και η μερική αποποινικοποίηση του αδικήματος της μη καταβολής ασφαλιστικών εισφορών (άρθρο 25), έχουν ορθή αφετηρία. Αναγκαίες επιμέρους βελτιώσεις των εν λόγω ρυθμίσεων, τις οποίες επιφυλασσόμαστε να προτείνουμε, μπορούν να γίνουν στα επόμενα στάδια της νομοθετικής διαδικασίας.
Ακόμη, οι φορείς εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους με τη διάταξη που αφορά την κατάργηση του δικαιώματος του κατηγορουμένου να ασκεί αναίρεση κατά βουλευμάτων (άρθρο 19 παρ. 2).
Επίσης, χαρακτηρίζουν ανεδαφικές, άστοχες και εν τέλει επικίνδυνες τις προτεινόμενες προθεσμίες για τη «γρήγορη» περαίωση της προδικασίας. Οι προθεσμίες αυτές θα είναι αδύνατον να τηρηθούν, παράλληλα δε θα ασκούν αφόρητη πίεση στους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, με αποτέλεσμα η επιτασσόμενη ταχύτητα να ματαιώνει την ουσιαστική διερεύνηση της υποθέσεως και να διευρύνει αντί να περιορίσει, όπως επιδιώκει το νομοσχέδιο με την αναμόρφωση της ποινικής προδικασίας, την άσκοπη παραπομπή υποθέσεων στο ακροατήριο, σύμφωνα με τους φορείς.
Παράλληλα, το αυτό ισχύει και για τον προβλεπόμενο στο νομοσχέδιο υποχρεωτικό προσδιορισμό της μετ' αναβολή δικασίμου εντός διμήνου και ενώπιον της ίδιας συνθέσεως του δικαστηρίου οσάκις την αναβολή έχουν ζητήσει ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του. Η ρύθμιση αυτή θα είναι ανεφάρμοστη, αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Τέλος, σοβαρές αντιρρήσεις εκφράζονται σε σχέση με την εκδίκαση κακουργηματικών υποθέσεων ερήμην του κατηγορουμένου.