Το νομοσχέδιο για την επιτάχυνση της διοικητικής δίκης, συνιστά κατ' ουσία νομοσχέδιο για την επιτάχυνση της είσπραξης των φόρων, παρατηρεί ο Δικηγορικό Σύλλογος Αθηνών (ΔΣΑ).
Το νομοσχέδιο για την επιτάχυνση της διοικητικής δίκης, συνιστά κατ' ουσία νομοσχέδιο για την επιτάχυνση της είσπραξης των φόρων, παρατηρεί ο Δικηγορικό Σύλλογος Αθηνών (ΔΣΑ).
Και αυτό γιατί, όπως σημειώνει ο ΔΣΑ, το νομοσχέδιο «επιδιώκει να απαλλάξει τη φορολογική διοίκηση από την υποχρέωσή της να δρα νόμιμα και τις φορολογικές υπηρεσίες από το άγχος της τήρησης της τυπικής προδικασίας κατά τη διεξαγωγή των ελέγχων και την έκδοση των καταλογιστικών πράξεων, την ίδια στιγμή που η νομοθεσία προβλέπει σωρεία προστίμων για τυπικές παραλείψεις των φορολογουμένων».
Επίσης, κατά τον ΔΣΑ, το ν/σχ επιδιώκει τον περιορισμό της προσωρινής δικαστικής προστασίας, χωρίς να εξορθολογίζει το σύστημα των εξοντωτικών κυρώσεων σε βάρος του πολίτη, ενώ στοχεύει στον περιορισμό του εύρους της δικαστικής προστασίας, καταργώντας τον έναν από τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας στις αυξημένου οικονομικού ενδιαφέροντος διαφορές, χωρίς να θεραπεύει την ανεπάρκεια των αρμοδίων υπηρεσιών να διεξάγουν έγκαιρα και νόμιμα τους φορολογικούς ελέγχους.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, «περιορίζει τη δυνατότητα αναιρετικού ελέγχου, ενώ προηγουμένως έχει ήδη συστείλει το εύρος της διάγνωσης των φορολογικών διαφορών στα διοικητικά δικαστήρια» και «εν τέλει, αποσκοπεί στην παρεμπόδιση της πρόσβασης του πολίτη στη δικαιοσύνη, χωρίς να θεραπεύει τα αίτια της δραματικής αύξησης του αριθμού των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων».
Ακόμη, στην ανακοίνωση του ΔΣΑ αναφέρεται ότι «μοναδικής πρωτοτυπίας είναι η πρόβλεψη ότι, επί ποινή απαραδέκτου, στην αίτηση αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας πρέπει να προβάλλεται από το διάδικο ότι δεν υπάρχει για το κρινόμενο ζήτημα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αντίθετη προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου».
Εξ αντιδιαστολής - συνεχίζει ο Σύλλογος – «δεν θα είναι παραδεκτή, σύμφωνα με το γράμμα της ρύθμισης, η αίτηση αναίρεσης που προβάλλει ότι η μέχρι σήμερα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας για ορισμένο ζήτημα είναι εσφαλμένη και πρέπει να επανεξετασθεί, όταν είναι γνωστό ότι η νομολογία εξελίσσεται και μεταβάλλεται στο χρόνο, αντικατοπτρίζοντας την εξέλιξη της κοινωνίας μας».