Πολιτική
Παρασκευή, 03 Δεκεμβρίου 2010 20:00

Αλλάζει το θεσμικό πλαίσιο της Εθνικής Σχολής Δικαστών

Το νομοσχέδιο που τροποποιεί το θεσμικό πλαίσιο που διέπει την οργάνωση και τη λειτουργία της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών ενέκρινε το υπουργικό συμβούλιο.

Το νομοσχέδιο που τροποποιεί το θεσμικό πλαίσιο που διέπει την οργάνωση και τη λειτουργία της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών ενέκρινε το υπουργικό συμβούλιο.

Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου χωρίζεται σε τρία μέρη.

Στο πρώτο περιλαμβάνονται διατάξεις με τις οποίες τροποποιείται το θεσμικό πλαίσιο που διέπει την οργάνωση και λειτουργία της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

Στο δεύτερο εντάσσονται ρυθμίσεις με τις οποίες αναδιοργανώνεται πλήρως το Ινστιτούτο Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων.

Στο τρίτο μέρος περιλαμβάνονται διατάξεις που αφορούν τη ρύθμιση επί μέρους θεμάτων, που υπάγονται στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Η Εθνική Σχολή Δικαστών ιδρύθηκε με το Ν. 2236/1994 και ετέθη σε λειτουργία το 1995. Με το Ν. 3689/2008 αναμορφώθηκε πλήρως το νομικό καθεστώς που διέπει τη λειτουργία της και μετονομάσθηκε σε «Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών», ώστε ο τίτλος της να είναι ακριβέστερος, αφού καταρτίζει και τους προοριζόμενους να διορισθούν σε θέσεις δοκίμων εισαγγελικών λειτουργών.

Αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και εποπτεύεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Εδρεύει και λειτουργεί στη Θεσσαλονίκη.

Σκοπός της Σχολής είναι η επιλογή, η προεισαγωγική, θεωρητική και πρακτική κατάρτιση και αξιολόγηση όσων πρόκειται να διορισθούν σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, καθώς και η διαρκής επιμόρφωση των υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών.

Η Σχολή, με τη λειτουργία της οποίας επιδιώκεται η αναβάθμιση του επιπέδου της παρεχόμενης στον ελληνικό λαό δικαιοσύνης, αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς και καταξιώνεται στο νομικό κόσμο.

Κατά την πορεία της, όμως, αναφάνηκαν ορισμένες αδυναμίες στη λειτουργία της. Για να εξαλειφθούν οι δυσλειτουργίες αυτές πρέπει να γίνουν οι αναγκαίες παρεμβάσεις προκειμένου η Σχολή να συνεχίσει με νέα δυναμική το έργο της.

Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο πλαίσιο του ιδιαίτερου καθήκοντός του για την εύρυθμη οργάνωση και λειτουργία της Δικαιοσύνης, καθώς και για την ορθότερη και ταχύτερη απονομή της, επιχειρεί με το παρόν νομοσχέδιο την αναδιοργάνωση και ταυτόχρονα την αναβάθμιση της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

Ειδικότερα:

1. Αναμορφώνεται πλήρως η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου, ώστε να υπάρχει οργανικός σύνδεσμος της Σχολής με την κοινωνία μέσω της ισόρροπης συμμετοχής εκπροσώπων των δικαστικών λειτουργών, πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, δικηγορικών συλλόγων, αλλά και εκπροσώπων επιστημονικών ενώσεων, εγνωσμένου κύρους.

2. Αναδεικνύεται ο ρόλος του Γενικού Διευθυντή ως απολύτως καθοριστικός για τη λειτουργία και την αναβάθμιση της Σχολής. Είναι μέλος ανωτάτου δικαστηρίου για μία μόνο τριετή θητεία, ορίζεται ως πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, διαμένει στην έδρα της Σχολής και ασκεί σε καθημερινή βάση άμεση και αποτελεσματική διοίκηση και εποπτεία στο επιτελούμενο έργο, ενώ προωθεί τις διεθνείς σχέσεις της Σχολής. Για την επιλογή του συνεκτιμώνται όχι μόνο τα διοικητικά του προσόντα, αλλά και επιπλέον επιστημονικοί τίτλοι, καθώς και η δυνατότητά του να προωθήσει τη διεθνή προβολή της Σχολής.

3. Διορίζονται τρεις διευθυντές κατάρτισης και επιμόρφωσης, ένας για κάθε κατεύθυνση, δηλαδή πολιτικής-ποινικής, διοικητικής και της νέας θεσμοθετούμενης για εισαγγελικούς λειτουργούς, οι οποίοι είναι μέλη ανωτέρων δικαστηρίων με μερική απασχόληση και συγκεκριμένες αρμοδιότητες για την κατάρτιση και αξιολόγηση των εκπαιδευομένων.

4. Δημιουργούνται δύο διαφορετικά Συμβούλια Σπουδών, ένα για κάθε μία από τις δύο βασικές κατευθύνσεις ( πολιτικής-ποινικής και διοικητικής), ώστε να εξασφαλίζεται αποτελεσματικότερα η λειτουργία της Σχολής.

5. Συνιστάται για πρώτη φορά θέση Συμβούλου Επιμόρφωσης, την οποία καταλαμβάνει καθηγητής πανεπιστημίου με ειδίκευση στο ευρωπαϊκό δίκαιο, προκειμένου να ενημερώνονται εγκαίρως όλοι οι δικαστές για τις εξελίξεις της νομοθεσίας και της νομολογίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

6. Αναμορφώνονται πλήρως οι διατάξεις που αφορούν στην επιλογή των εκπαιδευομένων, τόσο ως προς τα όρια ηλικίας, όσο και προς την αναλογία της βαθμολογίας μεταξύ γραπτών και προφορικών εξετάσεων. Η διεξαγωγή τόσο των γραπτών όσο και των προφορικών γίνεται στην έδρα της Σχολής. Υιοθετούνται, επίσης, ρυθμίσεις που διασφαλίζουν το αδιάβλητο των εξετάσεων.

7. Υιοθετούνται αλλαγές ως προς την κατάρτιση των νέων δικαστικών λειτουργών, με έμφαση στην ανάπτυξη θεμάτων που αναδεικνύουν την ανεξαρτησία της γνώμης τους, καθώς και ως προς την αξιολόγηση των μαθημάτων κατά το δεύτερο στάδιο της κατάρτισης, ώστε ο τελικός βαθμός να αποδίδει την αξιολόγηση όλων των διδασκόντων, ενώ καταργείται η προφορική διαδικασία κατά την αποφοίτηση.

8. Επέρχονται αλλαγές ως προς τον τρόπο επιλογής των δικαστών που παρακολουθούν τα προγράμματα επιμόρφωσης και ως προς τον ορισμό της Οργανωτικής Επιτροπής για την εξειδίκευση τούτων.

9. Εισάγονται νέες ρυθμίσεις για τα προσόντα που αξιολογούνται κατά το διορισμό των διδασκόντων, στους οποίους πρέπει να περιλαμβάνονται όχι μόνο δικαστικοί λειτουργοί, αλλά και καθηγητές πανεπιστημίου ή δικηγόροι με μεγάλη εμπειρία, προκειμένου να επιτυγχάνονται οι σκοποί της λειτουργίας και ο βασικός προορισμός της Σχολής. Ορίζονται, επίσης, τα βασικά κριτήρια αξιολόγησης ώστε να υπάρχει διαφάνεια.

10. Εξειδικεύεται και εμπλουτίζεται το πρόγραμμα σπουδών.

11. Γίνονται, επίσης, αλλαγές σε σχέση με το διοικητικό προσωπικό.

Ακόμη, με το νομοσχέδιο, αναμορφώνεται η νομοθεσία που αφορά το Ινστιτούτο Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου που ιδρύθηκε το 1966 ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, εποπτευόμενο από το Υπουργείο Δικαιοσύνης με έδρα τη Θεσσαλονίκη.

Το Ινστιτούτο μετατρέπεται σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, υπό την εποπτεία των Υπουργείων Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Εξωτερικών. Αναδιοργανώνεται η εσωτερική δομή τούτου, ώστε να καλύπτονται με επάρκεια όλοι οι τομείς του διεθνούς δημοσίου δικαίου και να εξασφαλίζεται η άμεση και οργανική σύνδεσή του με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Τέλος, ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη διεύθυνση του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου που εδρεύει στην Αθήνα, καθώς και με τις μεταθέσεις των δικαστικών.

Τροποποιείται το σχετικό άρθρο του Κώδικα Δικηγόρων και παρέχεται η δυνατότητα στους ασκούμενους δικηγόρους να διεξάγουν μέρος της ασκήσεώς τους στα Εφετεία, τα Πρωτοδικεία και τις Εισαγγελίες, υπό τις αναφερόμενες ειδικότερα προϋποθέσεις.

Τίθενται μεταβατικές διατάξεις, για τη σταδιακή υιοθέτηση των νέων ρυθμίσεων αναφορικά με τους διευθυντές, τους διδάσκοντες και τους υπαλλήλους της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών για την ομαλή λειτουργία της, ενώ μεταβατικές διατάξεις υπάρχουν για τους εργαζόμενους του Ινστιτούτου της Θεσσαλονίκης.