Δικαστήριο στο Τελ Αβίβ έκρινε ένοχο τον πρώην πρόεδρο του Ισραήλ Μόσε Κατσάβ, καταδίκη πρωτοφανούς σοβαρότητας για έναν αρχηγό του εβραϊκού κράτους.
Δικαστήριο στο Τελ Αβίβ έκρινε ένοχο τον πρώην πρόεδρο του Ισραήλ Μόσε Κατσάβ, καταδίκη πρωτοφανούς σοβαρότητας για έναν αρχηγό του εβραϊκού κράτους.
Ο Κατσάβ, που διατέλεσε πρόεδρος από το 2000 έως το 2007, είχε αρνηθεί τις κατηγορίες για βιασμό, κακοποίηση και παρενόχληση τριών γυναικών, πρώην βοηθών του.
Σύμφωνα με τη δικογραφία, οι κατηγορίες για βιασμό μιας υπαλλήλου χρονολογούνταν το 1998 όταν η Γυναίκα Α (όπως αναφέρεται) ισχυρίζεται ότι ο Κατσάβ, τότε υπουργός Τουρισμού, τη βίασε στο γραφείο του στο υπουργείο, καθώς και μία ακόμα φορά σε ξενοδοχείο στην Ιερουσαλήμ.
Οι δύο άλλες κατηγορίες αφορούσαν σεξουαλική παρενόχληση δύο γυναικών το 2003 και το 2005, όσο ο Κατσάβ ήταν πρόεδρος.
Ο Κατσάβ έχει τη δυνατότητα να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης, η οποία επισύρει ποινή μακράς φυλάκισης, προσφεύγοντας στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας.
«Η μαρτυρία του Κατσάβ ήταν γεμάτη με ψεύδη», αναφέρει η απόφαση των τριών δικαστών. «Όταν μία γυναίκα λέει όχι, εννοεί όχι».
Παρόλο που το σκάνδαλο είχε οδηγήσει στην ταπεινωτική, πρόωρη απομάκρυνση του Κατσάβ από το προεδρικό αξίωμα, δεν είχε επιπτώσεις στη διακυβέρνηση της χώρας, καθώς ο τίτλος είναι κυρίως εθιμοτυπικός.
Ωστόσο οι κατηγορίες εναντίον του πολιτικού, που γεννήθηκε στο Ιράν και η άνοδος του οποίου από τη φτώχεια αποτελούσε λαμπρό παράδειγμα για τους Εβραίους μετανάστες από τη Μέση Ανατολή, προκάλεσε έντονα συναισθήματα στο Ισραήλ, όπου ο πρόεδρος θεωρείται σύμβολο εθνικής ενότητας και ηθικής.
Ο Κατσάβ εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Ισράηλ το 1951. Στην ηλικία των 24 έγινε ο νεαρότερος δήμαρχος στην ιστορία της χώρας και στη συνέχεια ανέλαβε διάφορα αξιώματα στο υπουργικό συμβούλιο, ως μέλος του δεξιού Λικούντ.
Το 2000 επικράτησε στην ψηφοφορία για την εκλογή προέδρου του βραβευμένου με Νόμπελ Σιμόν Πέρες, ο οποίος τον διαδέχθηκε αργότερα στην προεδρία.