Λoιπόν: Αφού περάσαμε κοντά δέκα χρόνια στην Ελλάδα να επικεντρώνουμε το ενδιαφέρον της δημόσιας συζήτησης για τα οικονομικά σε ένα μέγεθος -το δημοσιονομικό έλλειμμα, που με διαδοχικά Προγράμματα Σύγκλισης (και ήδη Σταθερότητας) πασχίζαμε να το φέρουμε στο μαγικό 3% του Μάαστριχτ/του Συμφώνου Σταθερότητας- βαθμιαία και αναγκαστικά περνάει η προσοχή και σε άλλα μεγέθη.
Λoιπόν: Αφού περάσαμε κοντά δέκα χρόνια στην Ελλάδα να επικεντρώνουμε το ενδιαφέρον της δημόσιας συζήτησης για τα οικονομικά σε ένα μέγεθος -το δημοσιονομικό έλλειμμα, που με διαδοχικά Προγράμματα Σύγκλισης (και ήδη Σταθερότητας) πασχίζαμε να το φέρουμε στο μαγικό 3% του Μάαστριχτ/του Συμφώνου Σταθερότητας- βαθμιαία και αναγκαστικά περνάει η προσοχή και σε άλλα μεγέθη.
Στο χρέος, για παράδειγμα. Που, επειδή εκτινάχθηκε το κόστος αναχρηματοδότησής του και εξυπηρέτησής του (παλιότερες προσδοκίες για συμπίεση προς το επίσης μαγικό 60% του Μάαστριχτ ηχούν, εδώ και καιρό, σαν παιδικά παραμύθια), εντάξαμε πλέον κεντρικά στη δημόσια συζήτηση το ζωηρό εκείνο spread. Το άνοιγμα/διαφορά επιτοκίου, που χρειάζεται να πληρώνουν τα χαρτιά του ελληνικού χρέους πάνω από το γερμανικό bund προκειμένου να… υπάρξουν, καν, στις διεθνείς αγορές.
Βέβαια, τα μεγέθη δεν είναι χαραγμένα στο βράχο, το αντίθετο μάλιστα! Είδαμε στο αρκετά κοντινό παρελθόν χρονιές με δημοσιονομικό έλλειμμα γύρω στο 3% να καταγράφονται τελικά άνω του 7% (μιλάμε για διαφοροποίηση της τάξεως του 6 και των 7 δισ. ευρώ, όχι ακριβώς στραγάλια), και τούτο με τη σύμφωνη γνώμη των Βρυξελλών.
Μην κατηγορούμε συνεπώς μόνο τον εαυτό μας για τις ευρηματικότητες της απογραφής που -πάμε στοίχημα- θα τις ξαναζήσουμε συντόμως. Ή πάλι είδαμε το δημόσιο χρέος να πισωπατάει και από πάνω από 100% του ΑΕΠ να υπόσχεται ότι -επίσημη εκδοχή- θα είναι στο 91,4% για το 2009, με τη βοήθεια της αναθεώρησης του ΑΕΠ. Που κι αυτήν την ευλόγησε για μετά το 2007 η Eurostat.
Ομως τι χρησιμότητα έχουν παρόμοιες λεπτομετρήσεις, όταν την τελευταία 5ετία το συνολικό καταγεγραμμένο εξωτερικό χρέος της Ελλάδας (δημόσιο συν ιδιωτικό: αυτό μετράει όταν τα πράγματα σκουραίνουν για μια οικονομία) σημείωσε αύξηση κοντά στα 200 δισ. ευρώ και, στην ίδια περίοδο, το ΑΕΠ σημείωσε αύξηση κάπου 80 δισ. σε τρέχουσες τιμές; Πάει να λειτουργήσει η ελληνική οικονομία σαν μια αντίστροφη αντλία πόρων, κάτι το τραγικά επικίνδυνο…
Στη νέα εποχή του ισοζυγίου
Οπότε; Οπότε εύλογα αρχίζει να στρέφεται η προσοχή στο λησμονημένο εκείνο ισοζύγιο πληρωμών. Που, από τη στιγμή που βρεθήκαμε να λειτουργούμε σε συνθήκες Ευρωζώνης και με νόμισμα το εξωχώριο και ρυθμιζόμενο και εγγυημένο ευρώ, το είχαμε εντελώς ξεχάσει. Ενώ εκείνο σταθερά κατάγραφε επιδείνωση -την οποία ρητορικά μόνο αναφέραμε (ως μέσα ενημέρωσης, ως συντελεστές της οικονομίας, ως πολιτική τάξη…), μνημονεύοντάς την σαν «σύμπτωμα υποχώρησης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας» -έ, και;
Σε λίγο θα έχουμε τα στοιχεία για ολόκληρο το 2008, ήδη όμως στο 11μηνο αγγίξαμε το 13% του ΑΕΠ για το έλλειμμα τρεχουσών. Και ναι μεν η κατάρρευση των τιμών του αργού τους τελευταίους μήνες «διορθώνει» την ισορροπία (δηλαδή: ελαφραίνει την ανισορροπία!), καθώς βασικός παράγοντας επιδείνωσης για το 2008 υπήρξε η υψηλή πτήση των καυσίμων.
Όμως, καθώς τόσο οι εισπράξεις από τον τουρισμό για το 2009 αναμένονται ξέπνοες και οι εισροές από τη ναυτιλία ήδη προβληματίζουν (και είναι η ναυτιλία βασικά εξωχώρια στη λειτουργία της, όμως από τα κέρδη της τα τελευταία χρόνια είδαμε στην Ελλάδα μεταβιβάσεις δεκάδων δισ. -και μάλιστα στη γη, σε development, σε ακίνητα ή σε επιχειρηματική δράση, δηλαδή με αξιόλογο πολλαπλασιαστή), το πέρασμα από το εμπορικό ισοζύγιο στο τρεχουσών συναλλαγών δεν θα είναι διόλου ανέφελο.
Τι σημαίνουν όλα αυτά τα κουραστικά; Οτι, ενώ οι Βρυξέλλες στοχοπροσηλωμένες στο δημοσιονομικό έλλειμμα μας αντιμετώπιζαν πιο «πολιτικά»» εμάς και τις μόνιμα αργόσυρτες προσαρμογές μας, η Φραγκφούρτη και οι αγορές -προπαντός οι αγορές!- κοιτάζουν προς το χρέος ή μάλλον προς τις ροές για την εξυπηρέτησή του, καθώς και στο ισοζύγιο πληρωμών. Και οι αγορές έχουν την τάση να βλέπουν με εξαιρετικά βραχύχρονο ορίζοντα, να απαιτούν καθησυχαστικές εγγυήσεις διεθνών Οργανισμών και φορέων, προκειμένου να μακροπροθεσμοποιήσουν.
Αυτό πήγε να αποτυπώσει και ο Αλέκος Παπαδόπουλος προ καιρού, αναφερόμενος στο ενδεχόμενο να προσφύγει, πρωτοβουλιακά και όχι συρόμενη, η Ελλάδα σε διεθνείς οργανισμούς για μια άλλου τύπου απογραφή της κατάστασης της οικονομίας της και για προτάσεις οικονομικής πολιτικής. Αλλά και, πιο πικρά, ο Κώστας Σημίτης -τον οποίο αιφνιδίως βλέπουμε να επαναφέρει με πρόταση για ρόλο του σε σωστική Επιτροπή Σοφών ο… Πέτρος Δούκας!- όταν αναφέρθηκε σε ενδεχόμενο ΔΝΤ.
Βέβαια, πάντα προσεκτικός, ο Κ. Σημίτης δεν ανεφέρθη ο ίδιος σε ΔΝΤ αλλά σε αναφορές οι οποίες γίνονται «στους κύκλους της Ε.Ε.», ότι «θα διατυπωθεί η υπόδειξη για λύση του προβλήματος με προσφυγή σε ΔΝΤ […] θα ήταν ταπεινωτική για την Ελλάδα μια τέτοια εξέλιξη». Το πλήρες κείμενο, ασφαλώς καταγεγραμμένο για την αποφυγή παρανοήσεων, στην τέταρτη έκδοση του βιβλίου του Κ. Σημίτη, «Η κρίση».
Ετσι κι αλλιώς και αλλιώτικα, θα χρειαστεί να ξαναθυμηθούμε έννοιες από τις δεκαετίες του '90 και του '80…
Πράγματα που λέγονται και που δεν λέγονται
Ανάγεται στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ακόμη παλιότερης εποχής, του ΄70, η πολιτική θυμοσοφία σύμφωνα με την οποία υπάρχουν πράγματα που γίνονται αλλά δεν λέγονται (βετεράνος πολιτικός συντάκτης της εποχής, ο Γιώργος Δρόσος είχε συμπληρώσει το dictum με το «και υπάρχουν πράγματα που λέγονται αλλά δεν γίνονται»). (Από την δεκαετία του ΄80 και μετά, στην πολιτική ζωή κυριάρχησε αυτό το τελευταίο).
Το ξαναζούμε, τώρα, με τα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης. Φταίει η πάγια συνήθεια του πολιτικού μας συστήματος, της Μεταπολίτευσης, πολύ να μιλάει και πολύ να παριστάνει, ιδίως άμα λίγα μπορεί στην ουσία. Φταίει η υπαγόρευση στάσης που γίνεται (πάλι) από τα μέσα ενημέρωσης (και, μέσω αυτών, από την αντιπολίτευση κι ας είναι αυτή ακόμη αποδιοργανωμένη). Φταίει ακόμη η ενδοκυβερνητική πίεση «να φανεί ότι κάνουμε κάτι, να βγει προς τα έξω η φιλολαϊκή στροφή»: το επιδεικτικό ξήλωμα του Γιώργου Αλογοσκούφη περιορισμένα μόνον απέδωσε.
Οπότε; Οπότε βλέπουμε τα μέτρα τόνωσης του αγροτικού εισοδήματος, τα 500 ή 620 ή 625 εκατομμύρια ευρώ που ήδη προωθούνται μέσω ΕΛΓΑ - δηλαδή με αποζημιωτική κυρίως λογική, με χρήση του ευρήματος της «ακαρπίας» που πάμε να τα ξετεντώσουμε, ώστε να σημάνει… μη ικανοποιητική σοδειά και να απορροφά τις κακές τιμές προϊόντων, αλλά παραμένοντας τυπικά μέσα στα όρια των κοινοτικών κανονισμών -να επεξηγούνται δημόσια ακριβώς σαν αυτό που είναι αλλά «δεν πρέπει» να λέγεται/να διαδηλώνεται ότι είναι! Δηλαδή ως εθνικές εισοδηματικές ενισχύσεις γενικής ισχύος - απαγορευόμενες. Και ναι μεν όλοι γνωρίζουν ότι η βαρύτατη κρίση θα κάνει τις κοινοτικές αρχές πολύ-πολύ πιο χαλαρές και δεκτικές σε παρακάμψεις των κανόνων. Ομως, όταν δεν τηρούνται ούτε τα προσχήματα…
Το ίδιο ακριβώς πράγμα, σε ευρύτερη έκταση και πιο διάχυτα, πάει να γίνει με τη γενικότερη αύξηση της δαπάνης της οικονομίας -δηλαδή της δημόσιας δαπάνης, που θα πασχίσει να αντισταθμίσει το σοκ όπως αυτό σταδιακά εγκαθίσταται στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Ολοι γνωρίζουν (και αναγνωρίζουν) ότι τα τραγικοκωμικά όρια του Μάαστριχτ και του Συμφώνου Σταθερότητας, το μετρούμενο με (υποτίθεται) ακρίβεια δέκατου της ποσοστιαίας μονάδας 3% του ΑΕΠ με τις υπερβάσεις του 0,4% ή του 0,5% για το έλλειμμα του 2008-2009, δεν υπάρχει περίπτωση να τηρηθούν.
Οι αναθεωρήσεις του Προϋπολογισμού και των Προγραμμάτων Σταθερότητας αποτελούν πλέον -ανά την Ευρωπαϊκή Ενωση, για καμιά ντουζίνα χώρες…- τελετουργίες με εξόχως αμφίβολο νόημα. Ομως και πάλι, το να ερχόμαστε εμείς ως Ελλάδα του 2009 και να αναδεικνύουμε το ζήτημα της διπλής μαύρης τρύπας των προμηθειών των νοσοκομείων και του φαρμάκου, με τάξη μεγέθους κάτι σαν 2% του ΑΕΠ (ώστε να «εκκαθαρισθεί» πολιτικά η κόντρα Αλογοσκούφη - Αβραμόπουλου) ή πάλι να αναζωογονούμε το ζήτημα μιας νέας μίνι - γενεάς εξοπλισμών, με γαλλικές φρεγάτες και ελικόπτερα, με κάποια ακόμη αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη πάλι μ' ένα 2% του ΑΕΠ, όλα αυτά δε με επικοινωνιακό ενθουσιασμό, αυτό πια τραβάει τα πράγματα στο όριο. (Και ας μη θυμηθεί κανείς ότι όλοι αυτοί οι ωραίοι χειρισμοί περνούν απευθείας στο χρέος: πέρα από την τεχνοκρατική καταιγίδα που άνοιξε το ζήτημα αυτό πριν τρία χρόνια, εκεί που βρίσκεται σήμερα το χρέος της Ελλάδας και η διάθεση των αγορών για αναχρηματοδότησή του, σαν να είναι αντιπαραγωγικό να τραβάει κανείς φορτικά την προσοχή σ' αυτό).
Μπορεί, λοιπόν, να προσδοκά η Ελλάδα (και η κυβέρνηση) «ήπια επιτήρηση» και στήριξη στις αγορές και άλλα συμπαθητικά στον ορίζοντα 18 Φεβρουαρίου - αρχών Μαρτίου. Ομως καλό θα ήταν οι δημόσιες τοποθετήσεις -όλων, δε- να μην τραβούν το χαλί κάτω από τα πόδια. Ολων πάλι.
Α.Δ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΗΣ