Ο καπιταλισμός έχει συμβάλει στη βελτίωση των ανθρωπίνων συνθηκών, δήλωσε ο οικονομολόγος Τζόσεφ Σουμπέτερ, μέσω «ενός διαρκούς «ξεσπάσματος» δημιουργικών καταστροφών», τις οποίες παρομοιάζει με τη δαρβίνεια διαδικασία της φυσικής επιλογής για τη διασφάλιση της «επιβίωσης του πιο δυνατού».
Ο καπιταλισμός έχει συμβάλει στη βελτίωση των ανθρωπίνων συνθηκών, δήλωσε ο οικονομολόγος Τζόσεφ Σουμπέτερ, μέσω «ενός διαρκούς «ξεσπάσματος» δημιουργικών καταστροφών», τις οποίες παρομοιάζει με τη δαρβίνεια διαδικασία της φυσικής επιλογής για τη διασφάλιση της «επιβίωσης του πιο δυνατού».
Σε πρόσφατη ομιλία του ενώπιον επιτροπής του αμερικανικού Κογκρέσου, ο πρώην πρόεδρος της Φέντεραλ Ριζέρβ, ¶λαν Γκρίνσπαν, είχε δηλώσει ότι η σύγχρονη χρηματοοικονομική κρίση έχει γκρεμίσει το «πνευματικό του οικοδόμημα». Είμαι πρόθυμος να καταλάβω τι ακριβώς εννοούσε με αυτή τη φράση.
Από τη στιγμή που δεν έχω την ευκαιρία να τον ρωτήσω, θα πρέπει να βασισθώ στα απομνημονεύματά του, με τίτλο «Η εποχή των αναταράξεων», για κάποια στοιχεία. Αλλά το συγκεκριμένο βιβλίο εκδόθηκε το 2007, δηλαδή πριν από τη διάλυση του πνευματικού του οικοδομήματος. Στα απομνημονεύματά του, ο κ. Γκρίνσπαν αποκάλυψε ότι ο αγαπημένος του οικονομολόγος ήταν ο Τζόσεφ Σουμπέτερ, εφευρέτης της έννοιας της «δημιουργικής καταστροφής».
Στην περίληψη του κ. Γκρίνσπαν γύρω από τις αντιλήψεις του κ. Σουμπέτερ, μια «οικονομία της αγοράς» ανανεώνεται συνεχώς εκ των έσω, με το να καταργεί τις παλαιές και αποτυχημένες επιχειρήσεις και να αναδιανέμει πόρους προς τις νεώτερες και περισσότερο παραγωγικές. Ο κ. Γκρίνσπαν έχει δει αυτό «το μοντέλο προόδου και αχρήστευσης να επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά».
Ο καπιταλισμός έχει συμβάλει στη βελτίωση των ανθρωπίνων συνθηκών, δήλωσε ο Σουμπέτερ, μέσω «ενός διαρκούς «ξεσπάσματος» δημιουργικών καταστροφών», τις οποίες παρομοιάζει με τη δαρβίνεια διαδικασία της φυσικής επιλογής για τη διασφάλιση της «επιβίωσης του πιο δυνατού».
Όπως το θέτει ο ίδιος ο κ. Γκρίνσπαν, οι «ακρογωνιαίοι λίθοι» της δημιουργικής καταστροφής νομοθετήθηκαν από το New Deal του Φραγκλίνου Ρούσβελτ, αλλά έπειτα από το «κύμα» απελευθέρωσης των ρυθμιστικών πλαισίων -στη δεκαετία του ΄70- η Αμερική ανέκτησε τις περισσότερες επιχειρηματικές συνήθειες ανάληψης ρίσκου.
Και όπως τονίζει ο κ. Γκρίνσπαν, ήταν η φούσκα dot.com της δεκαετίας του '90 που συνέβαλε «στην ευρεία διάδοση της ιδέας Σουμπέτερ περί δημιουργικής καταστροφής».
Ο ίδιος ο Γκρίνσπαν, που το 1996 είχε προειδοποιήσει για «αλόγιστη υπεραφθονία» και, τότε, ως πρόεδρος της Fed, δεν είχε κάνει τίποτε για να τη διατηρήσει υπό έλεγχο. Τόσο η συγκεκριμένη φράση και η έλλειψη μέτρων είναι εύλογα, υπό το πρίσμα του (πλέον κατακρημνισμένου) πνευματικού του οικοδομήματος.
Είναι αδύνατον να φαντασθεί κανείς να λαμβάνει χώρα ένα διαρκές «ξέσπασμα» δημιουργικής καταστροφής, παρά μόνο υπό την έννοια της δημιουργίας φούσκας και μετά το σκάσιμό της. Πράγματι, οι πρώτοι θεωρητικοί που ασχολήθηκαν με την κυκλική επιχειρηματική πορεία το είχαν καταλάβει (ο ίδιος ο Σουμπέτερ είχε γράψει ένα τεράστιο βιβλίο που σχεδόν δεν μπορούσε να διαβασθεί, με αυτόν τον τίτλο, το 1939).
Στην κλασική θεωρία της κυκλικής επιχειρηματικής πορείας, μία «φούσκα» δημιουργείται από πολλές εφευρέσεις -ηλεκτρισμός στον 18ο αιώνα, σιδηρόδρομοι στον 19ο αιώνα, αυτοκίνητα στον 20ό αιώνα.
Αλλά οι ανταγωνιστικές πιέσεις και η μακρά περίοδος «κυοφορίας» των δαπανών σταθερού εισοδήματος πολλαπλασιάζουν την αισιοδοξία, συντελώντας σε επενδύσεις περισσότερες από όσες χρειάζονται για τη διατήρηση της κερδοφορίας. Αυτού του είδους η τακτική υπερ-επενδύσεων οδηγεί αναπόφευκτα σε κατάρρευση.
Οι τράπεζες μεγιστοποιούν τη φούσκα καθιστώντας ιδιαιτέρως εύκολη την πρόσβαση σε πίστωση, ενώ συμβάλλουν και στο σκάσιμο της φούσκας, με το να αποσύρουν απότομα την πίστωση. Αλλά αυτό που «κληρονομείται» είναι ένα πιο αποτελεσματικό απόθεμα κεφαλαιακού εξοπλισμού.
Ο Ντένις Ρόμπερτσον, ένας θεωρητικός επιχειρηματικών κύκλων των αρχών του 20ού αιώνα είχε γράψει: «Δεν αισθάνομαι σίγουρος που μια πολιτική, στην οποία, στην προσπάθεια για σταθερότητα στις τιμές, παραγωγή και απασχόληση, οδήγησε στον «πυρετό» σιδηροδρομικών έργων στη Βρετανία στη διάρκεια της δεκαετίας του '40, ή στην αμερικανική σιδηροδρομική «άνθηση» των ετών 1869-71 ή τη ραγδαία ηλεκτρική ανάπτυξη στη Γερμανία στη δεκαετία του ΄90, ότι ήταν τελικά προς όφελος του πληθυσμού».
Όπως και ο σύγχρονός του, ο Σουμπέτερ, έτσι και ο Ρόμπερτσον θεωρούσε αυτούς τους κύκλους δημιουργίας και σκασίματος φούσκας, οι οποίοι αφορούσαν τη δημιουργία νέου κεφαλαίου και την καταστροφή του παλαιού κεφαλαίου, ως αδιαχώριστες στη διαδικασία προόδου.
Η σύγχρονη, «πραγματική» θεωρία κυκλικής επιχειρηματικής πορείας σωρεύει ένα «βουνό» μαθηματικών πάνω από τα πρώτα μοντέλα, με κύριο αποτέλεσμα την ελαχιστοποίηση της «καταστροφικότητας» της «δημιουργίας». Η σύγχρονη θεωρία καταφέρνει να συνδυάσει τεχνολογικούς κύκλους ευημερίας και ύφεσης με αγορές σε διαρκή κάθαρση (δηλαδή, δεν υπάρχει ανεργία).
Πώς επιτυγχάνεται αυτό το κόλπο; Όταν ένα πιθανό τεχνολογικό «σοκ» αυξάνει τους πραγματικούς μισθούς, οι εργαζόμενοι θα δουλεύουν περισσότερο, συμβάλλοντας στην αύξηση της παραγωγής. Στον απόηχο ενός αρνητικού «σοκ», οι εργαζόμενοι αυξάνουν το χρόνο εκτός εργασίας, συντελώντας στη μείωση της παραγωγής.
Αυτές είναι αποτελεσματικές αντιδράσεις στις αλλαγές στους πραγματικούς μισθούς. Δεν χρειάζεται κάποια παρέμβαση από την κυβέρνηση. Η διάσωση ανεπαρκών εταιρειών αυτοκινήτων όπως η General Motors το μόνο που προσφέρει είναι η επιβράδυνση των ρυθμών προόδου.
Στην πραγματικότητα, την ώρα που οι περισσότερες οικονομικές σχολές υποστηρίζουν ότι μια από τις βασικές υποχρεώσεις μιας κυβέρνησης είναι η εξομάλυνση του κύκλου, η «πραγματική» θεωρία κυκλικής επιχειρηματικής πορείας υποστηρίζει ότι η μείωση της αστάθειας περιορίζει την ευημερία!
Είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς πώς αυτού τους είδους η θεωρία είτε επεξηγεί τη σύγχρονη οικονομική κρίση, είτε προσφέρει σαφείς οδηγίες για την αντιμετώπισή της. Πρώτον, εν αντιθέσει με τη φούσκα των εταιρειών dot.com, είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς το τεχνολογικό «σοκ» που προκάλεσε τη φούσκα.
Φυσικά, η ευφορία τροφοδοτήθηκε από την «υπεραφθονία» πίστωσης. Αλλά αυτό το εύκολο και φθηνό χρήμα δεν χρησιμοποιήθηκε για τη χρηματοδότηση νέων εφευρέσεων: ήταν το ίδιο η εφεύρεση. Και ονομαζόταν τιτλοποιημένα ενυπόθηκα δάνεια. Δεν άφησε πίσω του κανένα μνημείο ανθρώπινης επινόησης, μόνο «βουνά» από χρηματοοικονομικά συντρίμμια.
Δεύτερον, αυτό το είδος μοντέλου υποδεικνύει σε μεγάλο βαθμό ότι οι κυβερνήσεις δεν θα πρέπει να κάνουν τίποτε στον απόηχο αυτών των «σοκ». Πράγματι, οι οικονομολόγοι των «πραγματικών» θεωριών κυκλικής επιχειρηματικής πορείας συνήθως υποστηρίζουν τη συγκεκριμένη θέση, αλλά για τις λανθασμένες πολιτικές του New Deal του Ρούσβελτ, η ανάκαμψη από τη Μεγάλη Ύφεση του 1929-1933 θα ήταν ταχύτερη.
Ανάλογη συμβουλή για την αντιμετώπιση της σύγχρονης κρίσης θα ήταν ότι οι κυβερνήσεις του κόσμου κάνουν πολύ μεγάλο λάθος που εφαρμόζουν μέτρα για τη διάσωση καταχρεωμένων τραπεζών, επιδοτούν αναποτελεσματικές επιχειρήσεις και βάζουν εμπόδια στην τακτική να περνούν οι εργαζόμενοι περισσότερο χρόνο με τις οικογένειές τους ή να αποδέχονται χαμηλότερους μισθούς.
Όλα αυτά μου θυμίζουν έναν συνεντευκτή που πήγε να δει τον Ρόμπερτ Λούκας, έναν από τους κορυφαίους οικονομολόγους της σχολής του Νέου Επιχειρηματικού Κύκλου, σε μια εποχή υψηλών ποσοστών ανεργίας στην Αμερική, κατά τη δεκαετία του ΄80.
«Ο οδηγός μου είναι ένας άνεργος κάτοχος διδακτορικού διπλώματος», είχε πει στον κ. Λούκας. «Εγώ θα έλεγα ότι εάν οδηγεί ταξί, τότε είναι ταξιτζής», είχε απαντήσει ο κ. Λούκας, ο οποίος το 1995 είχε τιμηθεί με Νόμπελ.
Παρόλο που ο Σουμπέτερ είχε έξοχα συλλάβει τον εσώτερο δυναμισμό του επιχειρηματικού καπιταλισμού, οι σύγχρονοι «πραγματικοί» του διάδοχοι «κατέπνιξαν» τις αντιλήψεις του, με την εμμονή τους περί «ισορροπίας» και «άμεσης προσαρμογής».
Για τον Σουμπέτερ, υπήρχε κάτι το τραγικό και ταυτοχρόνως ευγενές στο πνεύμα του καπιταλισμού. Αλλά αυτά τα αισθήματα είναι παντελώς ξένα με τις ωραίες, ευγενικές τεχνικές των μαθηματικών του «απογόνων».
ROBERT SKIDELKSY, μέλος της βρετανικής Βουλής των Λόρδων, επίτιμος καθηγητής πολιτικής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Warwick, συγγραφέας της βραβευμένης βιογραφίας του οικονομολόγου Τζον Μέιναρντ Κέινς και μέλος του συμβουλίου της Σχολής Πολιτικών Σπουδών της Μόσχας.
Copyright: Project Syndicate, 2009.