Κόσμος
Δευτέρα, 25 Μαΐου 2009 16:44

Γιαβάς γιαβάς οι παραχωρήσεις, ενώ κλιμακώνεται η καταστολή

Το γραφείο του Αλί Σιμσέκ, του τοπικού ηγέτη του κουρδικού Κόμματος για μια Δημοκρατική Κοινωνία (DTP), έχει ακόμη τα σημάδια της επίθεσης. Ένα δακρυγόνο της αστυνομίας έσπασε τα τζάμια και προσγειώθηκε στις πολυθρόνες. «Πρόκειται για τη νέα πολιτική του ΑΚΡ», λέει ο Σιμσέκ, αναφερόμενος στο κόμμα του Ταγίπ Ερντογάν. «Μετά τις δημοτικές εκλογές, έχουν αποφασίσει να τιμωρήσουν το Ντιγιάρμπακιρ».

Στις εκλογές της 29ης Μαρτίου, το DTP αύξησε σημαντικά τη δύναμή του και το ΑΚΡ υπέστη μια μεγάλη ήττα, γεγονός που προκάλεσε την οργή του πρωθυπουργού. «Εμπόδισαν τα στελέχη μας να εργαστούν στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου για να μας αποδυναμώσουν», λέει ο Σιμσέκ. «Αλλά οι πιέσεις τους δεν απέδωσαν. Τώρα, η κυβέρνηση και ο στρατός προσπαθούν να υπονομεύσουν την τοπική μας δύναμη».

Από τις πρώτες ημέρες του Απριλίου οι τόνοι έχουν ανεβεί, καθώς έχουν συλληφθεί περισσότερα από 250 στελέχη του DTP με την κατηγορία ότι υποστηρίζουν τους αντάρτες του PKK. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας, βουλευτές του κουρδικού κόμματος οργάνωσαν καθιστική διαμαρτυρία στον περίβολο του κοινοβουλίου, στην Αγκυρα. Και την περασμένη εβδομάδα, 10.000 άτομα με επικεφαλής τον δήμαρχο του Ντιγιάρμπακιρ Οσμάν Μπαϊντεμίρ έκαναν 48ωρη συμβολική απεργία πείνας σ'ένα πάρκο της πόλης ζητώντας μια δημοκρατική λύση στο Κουρδικό. «Η κυβέρνηση λέει ότι δίνει έμφαση στην υγεία και την εκπαίδευση. Αυτό που έκανε, όμως, ήταν να κατασκευάσει στρατώνες, και δρόμους που οδηγούν στους στρατώνες», λέει ο Αμπντουλάχ Ντεμιρμπάς, που έχει βαρεθεί να μετράει τις φορές που τον έχουν σύρει στα δικαστήρια τα τελευταία χρόνια. «Την τελευταία πενταετία έχω δικαστεί 23 φορές, τις περισσότερες για δημοτικά φυλλάδια γραμμένα στην κουρδική και την αρμενική γλώσσα». Μια φορά δικάστηκε επειδή ανήγειρε μπροστά στο δημαρχείο ένα άγαλμα του Ουγκούρ Καϊμάζ, ενός παιδιού που σκοτώθηκε με 12 σφαίρες από την αστυνομία το 2005. Η τελευταία φορά που τον πήγαν στο δικαστήριο ήταν στις 7 Μαϊου, επειδή έδωσε μια συνέντευξη στο Roj TV, το κανάλι που πρόσκειται στο ΡΚΚ. Στη συνέντευξη αυτή έπλεξε το εγκώμιο του Αμπντουλάχ Οτσαλάν, και τώρα κινδυνεύει με διετή φυλάκιση. Αλλά εκείνος επιμένει: «Ο Οτσαλάν είναι στην καρδιά μου».

Στην Αγκυρα, όλες αυτές οι ενέργειες ερεθίζουν εμφανώς τους στρατηγούς. Από το 2007, ο τουρκικός στρατός μποϊκοτάρει επισήμως τις δεξιώσεις στο κοινοβούλιο λόγω της παρουσίας των 21 βουλευτών του DTP. Το κόμμα απειλείται από το Συνταγματικό Δικαστήριο με απαγόρευση της λειτουργίας του. Και ο Ερντογάν αρνείται πεισματικά να σφίξει το χέρι του αρχηγού του, του Αχμετ Τουρκ - ο οποίος, πάντως, έγινε δεκτός από τον πρόεδρο Ομπάμα τον περασμένο Απρίλιο.

Ο στρατός αδιαφορεί επίσης για την κατάπαυση του πυρός που έχει κηρύξει μέχρι την 1η Ιουνίου ο στρατιωτικός διοικητής του ΡΚΚ Μουράτ Καραγιλάν. «Το ΡΚΚ αποτελεί μια πραγματικότητα, αλλά το κράτος θέλει μια λύση χωρίς το ΡΚΚ», τονίζει ο Αλί Σιμσέκ. «Λύση δεν υπάρχει. Δεν μπορούν να χωρίσουν το ΡΚΚ από το DTP, είναι σαν να θέλουν να χωρίσουν μια οικογένεια».

Η κυβέρνηση επέτρεψε τον περασμένο Ιανουάριο τη λειτουργία ενός καναλιού στην κουρδική γλώσσα και εξετάζει το ενδεχόμενο να ανοίξει πανεπιστημιακά ινστιτούτα κουρδολογίας, καθώς και να ξαναδώσει στις πόλεις της περιοχής τα κουρδικά τους ονόματα. Αλλά η καταστολή έρχεται να διαψεύσει στην πράξη τα μεγάλα λόγια.

Σε πολλές πόλεις, ανήλικοι έχουν καταδικαστεί σε βαριές ποινές επειδή έλαβαν μέρος σε «απαγορευμένες» συγκεντρώσεις και πέταξαν πέτρες στην αστυνομία. Ο 16χρονος Ντιζουάρ καταδικάστηκε πρόσφατα σε φυλάκιση έξι ετών και έντεκα μηνών επειδή πέταξε ασβέστη σε θωρακισμένα οχήματα της αστυνομίας ύστερα από μια διαδήλωση του DTP στο Ντιγιάρμπακιρ.

«Εδώ, κανείς δεν αγαπά την αστυνομία», λέει ο Ντιζουάρ, που έχει ήδη εκτίσει δέκα μήνες και περιμένει την απόφαση του εφετείου. «Αν η ποινή μου επικυρωθεί, θα πάρω τα βουνά και θα γίνω αντάρτης». Ο πατέρας του είναι απελπισμένος. «Δεν μπορείς πια να σταματήσεις τα παιδιά. Από την κοιλιά της μάνας τους βιώνουν τι σημαίνει να είσαι Κούρδος».

Πηγή: Le Monde, ΑΠΕ-ΜΠΕ