Ελεύθερος, μετά την απολογία του στον τέταρτο ειδικό ανακριτή, αφέθηκε ο Θεόδωρος Τσουκάτος. Χρηματική εγγύηση 100.000 ευρώ και απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, οι περιοριστικοί όροι που του επιβλήθηκαν. «Εντυπωσιακά αόριστο» χαρακτήρισε το κατηγορητήριο.
Ελεύθερος, μετά την απολογία του στον τέταρτο ειδικό ανακριτή, αφέθηκε ο Θεόδωρος Τσουκάτος. Χρηματική εγγύηση 100.000 ευρώ και απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, οι περιοριστικοί όροι που του επιβλήθηκαν.
Το πρώην στέλεχος του ΠΑΣΟΚ παρέδωσε στον ανακριτή απολογητικό υπόμνημα, στο οποίο αρνείται ολοκληρωτικά -όπως αναφέρει- τις κατηγορίες και χαρακτηρίζει το κατηγορητήριο «εντυπωσιακά αόριστο, απολύτως ξένο προς εμέ και αντίθετο ως προς όλα τα στοιχεία της δικογραφίας».
Σημειώνεται ότι ο κ. Τσουκάτος, κατηγορείται για συνέργεια σε παθητική δωροδοκία και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα, καθώς όπως αναφέρεται στο κατηγορητήριο, λειτούργησε ως μεσάζων του Μ. Χριστοφοράκου για να δοθεί 1 εκατομμύριο μάρκα σε τότε στελέχη του ΟΤΕ.
Σε δηλώσεις του εξερχόμενος του ανακριτικού γραφείου ο κ. Τσουκάτος, μεταξύ άλλων ανέφερε, ότι τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν για οικονομική ενίσχυση του κόμματος, ενώ όπως τόνισε, στην οικονομική καμπάνια του ΠΑΣΟΚ και στην οικονομική επιτροπή «δεν ήμουν μόνος μου, μόνος μου βρίσκομαι εδώ».
Όπως αναφέρει στο υπόμνημα, δέχθηκε τον κ. Χριστοφοράκο στο κομματικό του γραφείο, σε ραντεβού που κλείστηκε υπηρεσιακά στις 20 Οκτωβρίου 1998 και συζήτησε μαζί του διάφορα θέματα πολιτικού περιεχόμενου.
Σύμφωνα με τον κ. Τσουκάτο, ο κ. Χριστοφοράκος εξέφρασε σε εκείνο το ραντεβού την επιθυμία της εταιρίας που εκπροσωπούσε, να συμβάλλει στην ενίσχυση του κόμματος ενόψει της οικονομικής εξόρμησης για το Συνέδριο και τις Ευρωεκλογές, χωρίς όπως τονίζει, να ζητήσει απολύτως κανένα αντάλλαγμα ή να το συνδέσει με οποιαδήποτε εταιρική δραστηριότητα.
«Αποδέχθηκα την πρόταση, υποκείμενος σε μια αναγκαιότητα, που επέβαλε την αποδοχή των προσφερομένων χρηματικών εγγυήσεων -πλην αν η προέλευσή τους ήταν από ύποπτο χώρο ή παράνομες δραστηριότητες ή αν συνοδευόταν με ανταλλάγματα - τούτο δε, γιατί κανένας προεκλογικός αγώνας δεν κόστιζε μόνο τα δηλούμενα ποσά και κανένα επίσημο βιβλίο δεν απεικόνιζε την ακριβή οικονομική κατάσταση (εισπράξεις - πληρωμές) του κόμματος».
Όπως αναφέρει ο κ. Τσουκάτος, σε άλλη επίσκεψή του, ο κ. Χριστοφοράκος του προσδιόρισε το ακριβές ποσό του ενός εκατομμυρίου μάρκων.
Στο υπόμνημα τονίζονται επίσης τα ακόλουθα:
«Μετά την αποκάλυψη των γεγονότων επίσημη θέση του κόμματός μου υπήρξε πως "από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία δεν προκύπτει η κατάθεση του ποσού στο ταμείο". Αυτό είναι αληθές. Ούτε και θα μπορούσε να προκύπτει από τα επίσημα βιβλία. Είναι γνωστό στους παροικούντες στην Ιερουσαλήμ, πως άλλη η εικόνα των βιβλίων και άλλη η πραγματικότητα του ταμείου. Η νέα ηγεσία όμως του κόμματος, όφειλε να ζητήσει τα ανεπίσημα στοιχεία της αντίστοιχης περιόδου και να μιλήσει καθαρά με τα πρόσωπα που ασχολούνταν με τα οικονομικά. Πάνω από όλα, θεωρώ πως έπρεπε να ακούσει και εμένα. Γνωρίζουν οι πάντες άριστα, καμιά μεγάλη χορηγία (άνω του τότε νομίμου ορίου των 10.000.000 δρχ. και σήμερα των 15.000 ευρώ) δεν αναγραφόταν στα επίσημα βιβλία. Αν συνέβαινε, τα βιβλία θα απορρίπτονταν κατά το νόμιμο έλεγχό τους από τη Βουλή και οι συνέπειες θα ήταν πέραν των ποινικών κυρώσεων για την παραβίαση του νόμου περί χρηματοδότησης των κομμάτων, η μείωση κατά 50% της ετήσιας κρατικής χορηγίας (σήμερα 22 εκατ. ευρώ)».
Ο συνήγορός του κ. Τσουκάτου, Διονύσης Γκούσκος, μεταξύ άλλων, χαρακτήρισε τη σημερινή μέρα ως «αρχή της δικαίωσης του κ. Τσουκάτου, ενώ επανέλαβε ότι αυτό που συνέβη στην υπόθεση ήταν μια παράνομη μεν, αλλά χρηματοδότηση κόμματος».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ