Tο ενδεχόμενο χρήσης ανδρών του στρατού για τη σύλληψη έξι υπόπτων ως «συνομωτών» και «συνεργατών» της αλ Κάιντα στα προάστια του Μπάφαλο της Νέας Υόρκης, κάτι που θα αποτελούσε παραβίαση του Συντάγματος των ΗΠΑ, εξέτασε σοβαρά η κυβέρνηση Μπους, όπως ανέφερε χθες η εφημερίδα The New York Times.
Tο ενδεχόμενο χρήσης ανδρών του στρατού για τη σύλληψη έξι υπόπτων ως «συνομωτών» και «συνεργατών» της αλ Κάιντα στα προάστια του Μπάφαλο της Νέας Υόρκης, κάτι που θα αποτελούσε παραβίαση του Συντάγματος των ΗΠΑ, εξέτασε σοβαρά η κυβέρνηση Μπους, όπως ανέφερε χθες η εφημερίδα The New York Times.
Σύμβουλοι του προέδρου Τζορτζ Μπους, κυρίως ο αντιπρόεδρος Ντικ Τσένι, τάσσονταν υπέρ της θέσης ότι ο αρχηγός του κράτους είχε τη δυνατότητα να διατάξει το στρατό να επιχειρήσει στο έδαφος των ΗΠΑ για να συλλάβει τους άνδρες, οι οποίοι έγιναν γνωστοί ως οι έξι της Λακαουάνα, και να τους μεταχειριστεί ως «εχθρικούς μαχητές», έγραψαν οι Τάιμς.
Τελικά ο Μπους απέρριψε την πρόταση, η οποία του είχε υποβληθεί το 2002, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με αξιωματούχους του στρατού.
Οι κείμενοι νόμοι και το Σύνταγμα, ειδικά η 4η τροποποίηση, απαγορεύουν τη δράση του στρατού στο εσωτερικό.
Οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπους που τάχθηκαν υπέρ της ανάπτυξης του στρατού επιχειρηματολόγησαν ότι η χρήση του στρατού εναντίον της αλ Κάιντα θα ήταν νόμιμη διότι υπηρετούσε την εθνική ασφάλεια και όχι την επιβολή του νόμου. Στις προτάσεις αυτές αντιτάχθηκαν η τότε σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του προέδρου Κοντολίζα Ράις, ο Ρόμπερτ Μιούλερ, τότε διευθυντής του FBI, και ο Μάικλ Τσέρτοφ, τότε στέλεχος του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Τελικά τις συλλήψεις έκανε το FBI.
Πηγές: ΑΠΕ - ΜΠΕ, Γαλλ. Πρακτορείο, Reuters