Η Τζέισι Ντιούγκαρντ, η οποία είχε απαχθεί και κρατείτο φυλακισμένη επί 18 χρόνια στην πίσω αυλή σπιτιού σε προάστειο της Καλιφόρνια, είχε αναπτύξει συναισθηματικούς «οικογενειακούς» δεσμούς με τον απαγωγέα της, αποκάλυψε ο πατριός της σε συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε χθες Δευτέρα.
Η Τζέισι Ντιούγκαρντ, η οποία είχε απαχθεί και κρατείτο φυλακισμένη επί 18 χρόνια στην πίσω αυλή σπιτιού σε προάστειο της Καλιφόρνια, είχε αναπτύξει συναισθηματικούς «οικογενειακούς» δεσμούς με τον απαγωγέα της, αποκάλυψε ο πατριός της σε συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε χθες Δευτέρα.
«Είχαμε την Τζέισι για 11 χρόνια και εκείνοι την είχαν για 18. Μετά από τόσο καιρό δένεσαι», δήλωσε ο Καρλ Πρόμπιν στην εφημερίδα San Francisco Chronicle και πρόσθεσε: «Έτσι προφανώς κρατήθηκε στη ζωή- επειδή είχε αναπτύξει συναισθηματικούς δεσμούς με όλους τους. Ήταν σχεδόν σαν μία μικρή οικογένει».
Ο Πρόμπιν συμπλήρωσε ότι η Ντιούγκαρντ βρίσκεται με τα παιδιά της -11 και 15 ετών, τη μητέρα της, την αδελφή της και τη θεία της σε άγνωστη τοποθεσία, υπό ψυχολογική παρακολούθηση και στήριξη.
Η μητέρα της Τζέισι δήλωσε ότι η κοπέλα μοιάζει πολύ με το πώς ήταν στην ηλικία των 11, ότι είναι μία εξαιρετική μητέρα και ότι τόσο η ίδια όσο και οι κόρες της θα δυσκολευτούν να προσαρμοστούν.
Εν τω μεταξύ συνεχίζονται οι έρευνες της αστυνομίας στο σπίτι και στη γειτονία των απαγωγέων. Σύμφωνα με το ένταλμα έρευνας, οι αστυνομικοί αναζητούν στοιχεία σε σχέση με μία σειρά από ανεξιχνίαστα εγκλήματα με θύματα γυναίκες, τα πτώματα των οποίων είχαν εγκαταλειφθεί κοντά σε περιοχή όπου ο Γκαρίντο είχε εργαστεί τη δεκαετία του 90.
Ο Γκαρίντο κατηγορείται ότι απήγαγε την Ντιούγκαρντ τον Ιούνιο του 1991 αναγκάζοντάς την να επιβιβαστεί σε αυτοκίνητο, υπό το φως της μέρας, σε δρόμο της πόλης όπου διέμενε, στην πόλη Σάουθ Λέικ Ταχόε της Καλιφόρνια.
Η αστυνομία ποτέ δεν τον είχε υποψιαστεί παρότι είχε στο παρελθόν καταδικαστεί και φυλακιστεί για βιασμούς και παρότι οι γείτονες είχαν κάνει λόγο για μικρά παιδιά που ζούσαν σε ετοιμόρροπο κατάλυμα στο πίσω μέρος του σπιτιού του Γκαρίντο.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Γερμανικό Πρακτορείο