Πέμπτη, 24 Σεπτεμβρίου 2009 17:27

To θρίλερ των γερμανικών εκλογών

Λίγα εικοσιτετράωρα απομένουν μέχρι την ώρα που οι Γερμανοί θα κληθούν να ψηφίσουν για το επόμενο κοινοβούλιο και τα πράγματα εξακολουθούν να δείχνουν αβέβαια. Δύο αναλυτές από «δεξαμενές σκέψης» στη Γερμανία μιλούν στο naftemporiki.gr.

Λίγα εικοσιτετράωρα απομένουν μέχρι την ώρα που οι Γερμανοί θα κληθούν να ψηφίσουν για το επόμενο κοινοβούλιο και τα πράγματα εξακολουθούν να δείχνουν αβέβαια. Οι δημοσκοπήσεις δίνουν σαφές προβάδισμα στους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) της ¶νγκελα Μέρκελ.

Ωστόσο παραμένει αβέβαιο εάν θα σχηματίσει συνασπισμό με τους κεντροδεξιούς Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP) ή με τους κεντροαριστερούς Σοσιαλδημοκράτες (SPD) του Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγιερ.

Οι τελευταίες έρευνες δείχνουν ότι είναι πιθανό να σχηματιστεί κεντροδεξιός συνασπισμός, ωστόσο ο Δρ Ντομινίκ Χίρλεμαν από τη «δεξαμενή σκέψης» Bertelsmann διαφωνεί, όπως λέει στο naftemporiki.gr, αν και θεωρεί πολύ δύσκολη οποιαδήποτε πρόβλεψη.

«Πραγματικά δεν ξέρω, γιατί αυτό που είναι διαφορετικό μέχρι στιγμής, είναι ότι μόνο το 65% έχει αποφασίσει ότι θα προσέλθει στις κάλπες, ενώ συνήθως μία εβδομάδα πριν τις εκλογές, έχουμε 70 με 75%. Πολλοί είναι αναποφάσιστοι για το ποιον θα ψηφίσουν. Σήμερα διάβαζα ότι το 35% λέει ότι θα ψηφίσει, αλλά δεν ξέρει τι. Επίσης το 7% λέει ότι δεν ξέρει αν θα ψηφίσει Μέρκελ ή Στάινμαγιερ. Πρόκειται για μεγάλο ποσοστό - αν το SPD πάρει αυτό το 7%, θα βρεθεί πολύ κοντά στο ποσοστό του CDU. Η πρόβλεψή μου λοιπόν είναι ότι θα έχουμε δεύτερο μεγάλο συνασπισμό, το CDU και το FDP δεν θα πάρουν την πλειοψηφία στο τέλος».

Μπορεί αναλυτές και δημοσκόποι να μην συμφωνούν για το τι επιφυλάσσει η επόμενη ημέρα των εκλογών, ωστόσο ένα πράγμα είναι σίγουρο. Η προεκλογική περίοδος χαρακτηρίστηκε από μεγάλη υποτονικότητα. Ποιοι λόγοι κρύβονται πίσω από αυτό; Ο Δρ Χίρλεμαν μας λέει ότι βασικός λόγος ήταν το γεγονός ότι οι δύο βασικοί υποψήφιοι γνωρίζουν ότι μπορεί να χρειαστεί να συνεργαστούν ξανά και δεν θέλουν να προσβάλουν ο ένας τον άλλο. Ωστόσο είναι γεγονός ότι δεν υπάρχει η πόλωση του παρελθόντος.

«Και η κ. Μέρκελ και ο κ. Στάινμαγιερ είναι πραγματιστές, δεν είναι χαρισματικοί όπως ο Ομπάμα ή ακόμα και ο Σαρκοζί. Και στη Γερμανία αυτή την περίοδο επικρατεί ο πραγματισμός, δεν έχουμε τις ιδεολογικές διαμάχες που είχαμε πριν από 20 χρόνια. Οι πολίτες θέλουν απλώς πολιτικούς που να μπορούν να λύσουν τα προβλήματά τους, που μπορούν να εξασφαλίσουν τη λειτουργία του κράτους πρόνοιας, με κάποιες ήπιες μεταρρυθμίσεις . Ο άλλος λόγος είναι ότι είχαμε αυτόν το συνασπισμό τα τελευταία τέσσερα χρόνια – δεν μπορείς να πεις ότι τα πάντα αυτά τα χρόνια ήταν χάλια, πρέπει να υπερασπιστείς τον εαυτό σου. Η Μέρκελ λοιπόν λέει ότι είχαμε τέσσερα καλά χρόνια λόγω του CDU και ο Στάινμαγιερ λέει ότι είχαμε τέσσερα καλά χρόνια λόγω του SPD, αλλά αυτό που έχει σημασία στο τέλος είναι ότι ο συνασπισμός λειτούργησε καλά».

Τελικά όμως, ποια ήταν τα ζητήματα που επικράτησαν στην προεκλογική περίοδο; Χωρίς αμφιβολία η οικονομία, όπως μας λέει η Δρ Βιόλα Νόι από τη δεξαμενή σκέψης «Κόνραντ Αντενάουερ».

«Τα βασικά ζητήματα στις προεκλογικές εκστρατείες ήταν πώς να βγούμε από την κρίση και οι φόροι. Για τους φιλελεύθερους και τους Χριστιανοδημοκράτες κυριάρχησε το θέμα της μείωσης των φόρων για τη μεσαία τάξη, ενώ η Αριστερά έχει προαναγγείλει ότι θα τους ανεβάσει ώστε να αυξηθούν τα κονδύλια που διατίθενται στην παιδεία».

Ηχηρή απουσία από τα ζητήματα που κυριάρχησαν, η παρουσία των γερμανικών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν, εκτός από τις τελευταίες ημέρες που συζητήθηκε λόγω της δημοσιοποίησης βίντεο με τρομοκρατικές απειλές, όπως μας λέει ο Δρ Χίρλεμαν.

«Ήταν θέμα τις τελευταίες εβδομάδες λόγω των τρομοκρατικών απειλών, και έχουμε το κόμμα της Αριστεράς που ζητεί την απόσυρση των στρατευμάτων. Αλλά αυτό που βλέπουμε είναι ότι ο μεγάλος συνασπισμός λειτουργεί πολύ καλά και, καθώς δεν υπάρχει ρήγμα σε αυτό το θέμα μεταξύ των δύο κομμάτων και εκείνοι κυριαρχούν στην προεκλογική εκστρατεία, δεν έχουμε μεγάλη συζήτηση για το θέμα αυτό. Πιστεύω ότι το γενικότερο κλίμα είναι υπέρ της επιστροφής των στρατευμάτων, αλλά οι περισσότεροι καταλαβαίνουν ότι αυτό δεν είναι δυνατό τα επόμενα 2-3 χρόνια και μετά βλέπουμε…»

Αν τελικά υπάρξει αλλαγή στην κυβέρνηση και δούμε έναν συνασπισμό της κεντροδεξιάς, θα υπάρξει αλλαγή της στάσης της Γερμανίας ως προς την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Μάλλον όχι, υποστηρίζει ο δρ Χίρλεμαν.

«Το FDP βλέπει την Τουρκία με σκεπτικισμό, αλλά και πραγματισμό, ωστόσο αυτό που έχει σημασία σε ένα τέτοιο θέμα δεν είναι ο συνασπισμός, αλλά ο καγκελάριος και αν στη θέση βρεθεί και πάλι η Μέρκελ θα εξακολουθήσει να είναι πραγματίστρια. Θα προωθήσει δηλαδή μια ειδική σχέση με την ¶γκυρα, αλλά δεν θα κάνει τίποτα για την επιτάχυνση των συνομιλιών με την Τουρκία».

Ένα άλλο φαινόμενο που παρατηρείται στη Γερμανία (και όχι μόνο) είναι ότι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα δεν φαίνεται να έχει επωφεληθεί από την οικονομική κρίση για να ανεβάσει τα ποσοστά του. Εκτός από τα εσωκομματικά προβλήματα που υφίστανται, η δρ Νόι πιστεύει ότι αυτό έχει να κάνει με τις γενικότερες τάσεις που επικρατούν στη χώρα.

«Οι πολίτες πλέον αμφισβητούν ότι υπάρχει μία ιδεολογία που μπορεί να λύσει όλα τους τα προβλήματα, γιατί έχουν μάθει ότι όλα όσα πιστεύουν μπορεί να είναι λάθος. Επειδή η Αριστερά παραμένει πολύ κοντά στην παλαιά ιδεολογία, πολλοί δεν την εμπιστεύονται. Επίσης υπάρχει η διάχυτη αίσθηση ότι μπορούν να μιλούν για τα προβλήματα, αλλά όχι να τα λύσουν».

Πάντως, είκοσι χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, που θα γιορτάσουν οι Γερμανοί σε μερικές εβδομάδες, οι συσχετισμοί Ανατολής-Δύσης μπορεί να αποβούν αποφασιστικής σημασίας για το εκλογικό αποτέλεσμα, σύμφωνα με το δρ Χίρλεμαν.

«Είναι ακόμα σημαντικό ζήτημα, γιατί ούτε το CDU ούτε το SDP θα πάρουν τα ίδια ποσοστά ψήφων στην Ανατολή και τη Δύση. Η αριστερά και το πρώην κομμουνιστικό κόμμα εξακολουθούν να είναι πολύ δυνατά στην Ανατολική Γερμανία, οπότε αν τα ποσοστά είναι πολύ κοντινά, το ζήτημα ανατολής και δύσης μπορεί να αποδειχθεί αποφασιστικής σημασίας στο εκλογικό αποτέλεσμα».

ΑΛΙΝΑ ΣΑΡΑΝΤΗ