Κόσμος
Τρίτη, 24 Νοεμβρίου 2009 21:56

Δύο ακραία παραδείγματα για το αμερικανικό πολιτικό σύστημα

Eνα σχεδόν χρόνο μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Μπαράκ Ομπάμα, πολλοί από τους οπαδούς του είναι προβληματισμένοι. Το νομοσχέδιό του για την υγεία αποτελεί μια σαφή βελτίωση σε σχέση με το παρελθόν, αλλά και πάλι δεν παρέχει ιατρική κάλυψη σε όλους τους Αμερικανούς. Επιπλέον, αν τελικά υιοθετηθεί, είναι πιθανό να μην παρέχει μια δημόσια εναλλακτική λύση στις ασφαλιστικές εταιρείες.

Το επιτελείο του προέδρου που ασχολείται με το περιβάλλον προειδοποιεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, που είναι και ο μεγαλύτερος ρυπαντής, δεν θα υπογράψουν στην Κοπεγχάγη περιορισμούς που είναι νομικά δεσμευτικοί. Αλλά και στο ζήτημα της οικονομίας, ένας από τους ανθρώπους που υπήρξαν φανατικοί της απορρύθμισης, ο Λόρενς Σάμερς, τοποθετήθηκε υπεύθυνος για την ανάκαμψη.

Πολλοί ρωτούν: γιατί ο Ομπάμα κινείται τόσο αργά και έχει πετύχει τόσο λίγα;

Εκείνοι που εμποδίζουν την πρόοδο σε όλα αυτά τα ζητήματα -οι Ρεπουμπλικανοί στη Γερουσία και τα ισχυρά λόμπι- είναι οι ίδιοι που τους τελευταίους μήνες υπερασπίζονται δύο ζητήματα όχι και τόσο δημοφιλή στις Ηνωμένες Πολιτείες: τον βιασμό και τη δουλεία.

Ο αρθρογράφος της Ιndependent Johann Hari παραθέτει δύο παραδείγματα. Το 2003, η 20χρονη Τζέιμι Λι Τζόουνς έπινε ένα βράδυ σε ένα μπαρ με τους συναδέλφους της από τη Halliburton. Κάποιος έριξε κάτι στο ποτό της, κι όταν ξύπνησε, αιμορραγούσε. Xρειάστηκε να κάνει χειρουργική επέμβαση στα γεννητικά της όργανα. Υπέθεσε ότι την είχαν βιάσει οι επτά συνάδελφοί της. Όταν το κατήγγειλε στην εταιρεία, την κλείδωσαν σε ένα μεταλλικό κοντέινερ χωρίς φαγητό και ποτό για 24 ώρες. Ενας γιατρός ήρθε να τη δει και της πήρε δείγμα DNA, το οποίο στη συνέχεια «χάθηκε». Ενας φύλακας τη λυπήθηκε και της δάνεισε το κινητό του τηλέφωνο, με το οποίο κάλεσε τους γονείς της, κι εκείνοι στη συνέχεια κάλεσαν την αμερικανική πρεσβεία. Μόνο τότε αφέθηκε ελεύθερη.

Σε ένα Ιράκ που κατέρρεε γύρω της, η πιθανότητα ανακρίσεων από τους Ιρακινούς ήταν μηδαμινή. Η Halliburton επέμεινε ότι ο βιασμός της έπρεπε να διευθετηθεί εξωδικαστικώς. Κι όταν η Λι Τζόουνς κατήγγειλε δημοσίως την περιπέτειά της, βγήκαν κι άλλες Αμερικανίδες να καταγγείλουν ότι είχαν ανάλογες εμπειρίες στο Ιράκ. Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Αλ Φράνκεν αποφάσισε να καταθέσει τροπολογία στη σχετική νομοθεσία, που προέβλεπε εξαίρεση της χρηματοδότησης οποιασδήποτε εταιρείας αρνιόταν σε εργαζόμενούς της να καταθέσουν μήνυση για βιασμό. Αλλά, οι περισσότεροι Ρεπουμπλικανοί στη Γερουσία -συμπεριλαμβανομένου του Τζον Μακέιν- ψήφισαν εναντίον της τροπολογίας. Γιατί; Επειδή οι ιδιωτικές εργολαβικές εταιρείες χρηματοδοτούν το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Κι έτσι, ορισμένες περιπτώσεις βιασμού εξακολούθησαν να μην υπόκεινται στην αρμοδιότητα των δικαστηρίων.

Την ίδια περίοδο, μια ομάδα Δημοκρατικών γερουσιαστών προσπαθούσε να τροποποιήσει ένα σχέδιο νόμου ώστε να συμπεριληφθεί μια διάταξη που θα απαγορεύει την πώληση στην Αμερική προϊόντων που έχουν παραχθεί από δούλους.

Αλλά τα λόμπι βάλθηκαν να υπονομεύσουν αυτή την προσπάθεια, ανησυχώντας για τις συνέπειες που θα είχε στο εμπόριο.

Τα παραδείγματα αυτά είναι φυσικά ακραία, δείχνουν όμως πώς λειτουργεί το αμερικανικό πολιτικό σύστημα. Δύο στοιχεία πρέπει να επισημανθούν. Το ένα είναι ο χαρακτήρας της συντεχνιακής εξουσίας. Οι εταιρείες έχουν σκοπό να μεγιστοποιούν τα κέρδη τους. Σε μια ελεγχόμενη αγορά, αυτό αποτελεί κίνητρο ανάπτυξης. Αλλά σε μια αγορά που δεν ελέγχεται από τον νόμο και τα συνδικάτα, η μεγιστοποίηση των κερδών μπορεί να επιτρέπει ακόμη και τον βιασμό και τη δουλεία.

Το δεύτερο στοιχείο είναι ο χαρακτήρας της σημερινής αμερικανικής πολιτικής διαδικασίας. Αν θέλεις να θέσεις υποψηφιότητα για ένα αξίωμα στην Αμερική, πρέπει να συγκεντρώσεις μια περιουσία από τις εταιρείες ή τους πλούσιους για να πληρώσεις τηλεοπτικές διαφημίσεις. Προτού απευθυνθείς στους ψηφοφόρους, πρέπει λοιπόν να απευθυνθείς στις εταιρείες και να τις διαβεβαιώσεις ότι θα υπηρετήσεις τα συμφέροντά τους. Αφού εκλεγείς, εξακολουθείς να υπηρετείς αυτά τα συμφέροντα ώστε να σε βοηθήσουν να επανεκλεγείς. Όλα αυτά, όμως, απομακρύνουν την αμερικανική κυβέρνηση από τη λαϊκή βούληση.

Πηγή: The Independent, ΑΠΕ-ΜΠΕ