Το κλείσιμο των σχολείων μπορεί να μειώσει κατά το 1/5 τη μετάδοση του ιού της νέας γρίπης Α (Η1Ν1), ωστόσο οι μακρο-οικονομικές επιπτώσεις θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη, υποστηρίζουν Βέλγοι επιστήμονες.
Το κλείσιμο των σχολείων μπορεί να μειώσει κατά το 1/5 τη μετάδοση του ιού της νέας γρίπης Α (Η1Ν1), ωστόσο οι μακρο-οικονομικές επιπτώσεις θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη, υποστηρίζουν Βέλγοι επιστήμονες.
Οι ερευνητές μελέτησαν δεδομένα από οκτώ ευρωπαϊκές χώρες και διαπίστωσαν ότι το κλείσιμο των σχολείων σε περιπτώσεις πανδημίας, όπως αυτή της νάς γρίπης, μπορεί να περιορίσει τη διάδοση του ιού κατά 21%.
«Τα παιδιά είναι σημαντικοί παράγοντες διάδοσης πολλών παθογόνων λόγω των συχνών και στενών κοινωνικών επαφών και της γενικής υγιεινής τους», ανέφερε ο Νιλ Χενς, από το Πανεπιστήμιο Χάσελτ και Αμβέρσας, που ήταν επικεφαλής της ομάδας των ερευνητών. «Οι μειωμένες δυνατότητες επαφών (...) θα ήταν σημαντικό όφελος σε μια κατάσταση πανδημίας», πρόσθεσε.
Στη Βρετανία, αλλά και σε άλλες χώρες, τα σχολεία κλείνουν σποραδικά σε μια προσπάθεια να περιοριστεί η διάδοση του ιού Η1Ν1. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχει αφήσει κάθε χώρα να αποφασίζει πότε και εάν θα κλείσει τα σχολεία της. Πολλές κυβερνήσεις πάντως διαφωνούν με το κλείσιμο των σχολείων γιατί αυτό σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι θα πρέπει να μείνουν στο σπίτι για να φροντίσουν τα παιδιά τους, μειώνοντας έτσι την παραγωγή σε μια περίοδο που οι οικονομίες έχουν ήδη πληγεί σοβαρά από την κρίση.
Στη μελέτη του Χενς χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από το Βέλγιο, τη Βρετανία, τη Φινλανδία, τη Γερμανία, την Ιταλία, το Λουξεμβούργο, την Πολωνία και την Ολλανδία για να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις του κλεισίματος των σχολείων στον αριθμό των στενών επαφών που έχουν οι άνθρωποι σε καθημερινή βάση. Διαπιστώθηκε ότι, σε γενικές γραμμές, οι επαφές αυτές μειώνονται κατά περίπου 10% όταν τα σχολεία είναι κλειστά.
«Αν υποθέσουμε ότι το κλείσιμο των σχολείων κατά τη διάρκεια πανδημίας μοιάζει με το κλείσιμό τους κατά τις σχολικές διακοπές, τότε τα αποτελέσματα δείχνουν ότι μια τέτοια στρατηγική θα είχε σημαντική επίδραση στη διάδοση της ασθένειας, κατά περίπου 21%», σημειώνεται στη μελέτη που δημοσιεύεται στην επιστημονική επιθεώρηση BioMed Central Infectious Diseases.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Reuters