Κόσμος
Τετάρτη, 02 Δεκεμβρίου 2009 22:03

Τεστ για την επιρροή της Ε.Ε. η Κοπεγχάγη

Λίγες ημέρες όμως πριν από την έναρξη της συνόδου της Κοπεγχάγης για την κλιματική αλλαγή, οι Ευρωπαίοι έχουν οδηγηθεί στο περιθώριο, αναγκασμένοι να παρακολουθούν τον τρόπο με τον οποίο οι δύο μεγαλύτεροι ρυπαντές του πλανήτη (οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα) καθορίζουν τους κανόνες του παιχνιδιού.

«Αυτό είναι το δυσάρεστο με την Κοπεγχάγη: ότι έχει εξελιχθεί σε ένα παιχνίδι πινγκ-πονγκ ανάμεσα στην Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες», λέει ο γερμανός ευρωβουλευτής Τζο Λάινεν που ηγείται της αντιπροσωπείας της χώρας του στη σύνοδο.

Οι Ευρωπαίοι λένε ότι έχουν προχωρήσει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο προς μια οικονομία χαμηλού άνθρακα που θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πρότυπο για την υπόλοιπο κόσμο. Όπως επισημαίνει όμως ο Πίτερ Χάας, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης, «η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν έχει την πολιτική επιρροή για να καθορίσει το αποτέλεσμα της Κοπεγχάγης».

Ωστόσο, η Ε.Ε. πρέπει να κρατήσει ζωντανή την προοπτική μιας παγκόσμιας συμφωνίας, ώστε οι ευρωπαίοι επιχειρηματίες και ψηφοφόροι να πιστέψουν ότι θα αποκομίσουν κέρδη από τις μελλοντικές αγορές της πράσινης τεχνολογίας.

Και αυτό δεν θα είναι εύκολο. Η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι διχασμένη σε διάφορα σημαντικά ζητήματα, όπως πόσο πρέπει να πληρώσει τις αναπτυσσόμενες χώρες για να μειώσουν τις εκπομπές τους και πόσο πρέπει να προχωρήσει και η ίδια.

Οι ευρωπαίοι διαπραγματευτές βρίσκονται επίσης συχνά σε αντιπαράθεση με τους αμερικανούς συναδέλφους τους, οι οποίοι θεωρούν μη λειτουργική και δυνάμει επικίνδυνη τη δεσμευτική νομική δομή που δημιουργήθηκε στο Κιότο.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήθελαν το Κιότο επειδή η Κίνα και η Ινδία μπορούσαν να αναπτύσσονται χωρίς να χρειάζεται να περιορίζουν τις εκπομπές τους. Παρά ταύτα, η Ευρώπη αποφάσισε να προωθήσει μια σειρά από νέους στόχους, επιδοτήσεις και μηχανισμούς εκπλήρωσης της συμφωνίας. Οι κατασκευαστές ανεμογεννητριών στη Δανία πλούτισαν. Η βιομηχανία ηλιακής ενέργειας παρουσίασε μεγάλη άνθηση στη Γερμανία και την Ισπανία.

Οι σημαντικότεροι εργοδότες της Ενωσης όμως -επιχειρήσεις δημόσιας ωφέλειας, αυτοκινητοβιομηχανίες, χαλυβουργίες και χημικά εργοστάσια-

αντέδρασαν σε σημαντικές διατάξεις του πρωτοκόλλου, υποστηρίζοντας ότι βλάπτουν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.

Η γιγαντιαία χαλυβουργία ArcelorMittal και ο όμιλος πετρελαίου και φυσικού αερίου Royal Dutch Shell είναι δύο από τις εταιρείες που απείλησαν να περιορίσουν τις επενδύσεις στην Ευρώπη αν ο υπόλοιπος βιομηχανικός κόσμος, και ιδιαίτερα οι Ηνωμένες Πολιτείες, δεν υιοθετούσαν ανάλογα συστήματα περιορισμού του άνθρακα. Ως τώρα, η Νέα Ζηλανδία είναι η μόνη χώρα εκτός Ευρώπης που έχει ψηφίσει ένα εθνικό πακέτο για τον περιορισμό των εκπομπών.

Η δυσπιστία μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών συνεχίστηκε και μετά τη δέσμευση του προέδρου Ομπάμα ότι η χώρα του θα λάβει μέτρα για τον περιορισμό των αερίων του θερμοκηπίου. Το καλοκαίρι, οι Ευρωπαίοι δεν έκρυψαν την ενόχλησή τους για την απόφαση των Αμερικανών να διαπραγματευθούν διμερώς με την Κίνα αντί να λάβουν μέρος στις συνομιλίες για το κλίμα που γίνονταν στη Βόννη υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών.

Τον Οκτώβριο, οι ηγέτες της Ε.Ε. συμφώνησαν να συμβάλουν στη δημιουργία ενός παγκόσμιου ταμείου για την καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών. Δεν μπόρεσαν όμως να αποφασίσουν ποια ακριβώς θα ήταν η συμβολή τους, απογοητεύοντας τις οικολογικές οργανώσεις και τα Ηνωμένα Εθνη. Παρά ταύτα, ήταν η πρώτη φορά που οι πλούσιες χώρες αναγνώριζαν ότι πρέπει να βοηθήσουν οικονομικά τις φτωχές χώρες να προσαρμοστούν στις επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών.

Πηγή: International Herald Tribune, ΑΠΕ-ΜΠΕ