Πρόταση για τη σύσταση Εξεταστικής των Πραγμάτων Επιτροπής για την πολιτική διερεύνηση του σκανδάλου Siemens Hellas κατέθεσε σήμερα στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Σήφης Βαλυράκης.
Πρόταση για τη σύσταση Εξεταστικής των Πραγμάτων Επιτροπής για την πολιτική διερεύνηση του σκανδάλου Siemens Hellas κατέθεσε σήμερα στην Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Σήφης Βαλυράκης, ο οποίος ζήτησε να ορισθεί ειδική συνεδρίαση για τη συζήτησή της.
«Η διαφυγή στο εξωτερικό των Χριστοφοράκου - Καραβέλα και οι μεθοδεύσεις του ανακριτή, έκαναν ανέφικτη τη λογοδοσία τους στην Ελληνική Δικαιοσύνη. Οι δύο αυτοί κατηγορούμενοι, φαίνεται ότι εξασφάλισαν την ατιμωρησία, με αντάλλαγμα την σιωπή τους», σημειώνει ο βουλευτής Χανίων του ΠΑΣΟΚ και μεταξύ άλλων προσθέτει:
«Υπάρχει βάσιμη υπόνοια ότι πολιτικά πρόσωπα, από τα παρασκήνια κατεύθυναν τις σκανδαλώδεις αυτές υποθέσεις διαφθοράς, χρηματισμού και διασπάθισης του δημοσίου χρήματος και στη συνέχεια την μεθόδευση συγκάλυψης των. Τα πολιτικά ζητήματα που συνδέονται με αυτό το μείζον ζήτημα διαφθοράς και διαπλοκής μένουν αναπάντητα ακόμα και σήμερα. Πιστεύω ακράδαντα ότι τα ζητήματα αυτά είναι κατ' εξοχή ζητήματα που πρέπει να διερευνώνται από τη Βουλή».
Σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον κανονισμό της Βουλής η πρόταση πρέπει να υπογραφεί από 60 βουλευτές. Ο κ. Βαλυράκης κάλεσε όλους τους βουλευτές της ολομέλειας της Βουλής να την υιοθετήσουν και να την υπογράψουν κατά συνείδηση.
Ακολουθεί το κείμενο της επιστολής του κ. Βαλυράκη προς τον πρόεδρο της Ειδικής Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής των Ελλήνων
κ. Μιλτιάδη Παπαϊωάννου:
«Αγαπητέ Πρόεδρε,
Ξεκινώντας την καινούργια κοινοβουλευτική τετραετία με μια νωπή λαϊκή εντολή, Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση σε θέση ευθύνης, θα πρέπει να προβληματιστούμε για τη σωστή ιεράρχηση των ζητημάτων που εκκρεμούν και που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση.
Δεν είναι μόνο η οικονομική και κοινωνική κρίση, δεν είναι μόνο η κρίση λειτουργίας και αναποτελεσματικότητας του θεσμικού και του πολιτικού συστήματος, που καλεί σε ριζοσπαστικές θεσμικές αλλαγές και ανατροπές. Είναι η κρίση εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας για το ίδιο το πολιτικό σύστημα και τους λειτουργούς του.
Η χώρα μας βίωσε μια γενικευμένη κρίση αξιών, απαξίωση θεσμών και προσώπων, διαφθορά, αυθαιρεσία της εξουσίας, κατάχρηση του δημόσιου πλούτου. Η εικόνα που δόθηκε την προηγούμενη περίοδο είναι η εικόνα μιας χώρας που εκτρέφει τη διαφθορά, υπηρετεί τη διαπλοκή, βασίζεται στην αδιαφάνεια και επιδιώκει τη συγκάλυψη σκανδάλων που έρχονται στο φως της δημοσιότητας.
Η αντιμετώπιση της δύσκολης σημερινής κατάστασης, απαιτεί το πλήρες ξεκαθάρισμα κάθε ηθικής εκκρεμότητας κατά απόλυτη προτεραιότητα, σε μια προσπάθεια να αποκατασταθεί η απολεσθείσα αξιοπιστία της πολιτικής στη χώρα μας.
Στη διάρκεια της προηγούμενης Βουλής είχαμε μια σειρά πολιτικά σκάνδαλα για τα οποία είναι oφθαλμοφανές ότι μεθοδεύτηκε συγκάλυψη, με τον ένα η τον άλλο τρόπο. Ένα από αυτά είναι και το σκάνδαλο της Siemens Hellas. Υπήρξαν επίμονες συγκεκριμένες αναφορές από τα ΜΜΕ σε στοιχεία έρευνας που διεξήγαγε η Γερμανική Δικαιοσύνη για οικονομικές και εμπορικές δραστηριότητες της γνωστής εταιρείας Siemens σε διάφορες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Οι πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, αφορούν σε δωροδοκίες και στη διοχέτευση πολιτικού μαύρου χρήματος σε κομματικά ταμεία, σε κυβερνητικούς αξιωματούχους και υπηρεσιακά στελέχη.
Τα αναφερόμενα, ακόμα και σήμερα στα ΜΜΕ για την υπόθεση Siemens, επιτείνουν τη γκρίζα ατμόσφαιρα, ενισχύουν το νοσηρό κλίμα, γεννούν υπόνοιες, σκιές και υποψίες και ενδεχομένως να προκαλέσουν γενικευμένη απαξίωση του πολιτικού συστήματος.
Οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ ως αξιωματική αντιπολίτευση, έφεραν στη βουλή την πρόταση για σύσταση Εξεταστικής των πραγμάτων Επιτροπής για την πολιτική διερεύνηση του σκανδάλου Siemens Hellas δύο φορές, το Φεβρουάριο του 2008 και το Μάιο του 2009. Και τις δύο φορές η τότε κυβερνητική πλειοψηφία καταψήφισε την πρόταση που ψήφισε ολόκληρη η αντιπολίτευση. Το προσχηματικό επιχείρημα για την καταψήφιση της πρότασης ήταν και τις δύο φορές ότι δήθεν έτσι θα παρεμποδίζετο το έργο της δικαιοσύνης.
Ας παρακολουθήσουμε συνοπτικά τη δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης Siemens Hellas, χάριν της δικαστικής διερεύνησης της οποίας δε συστήθηκε Εξεταστική των πραγμάτων Επιτροπή για την πολιτική διερεύνηση του σκανδάλου.
Κατ' αρχήν διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση από τον Εισαγγελέα
Πρωτοδικών Αθηνών Παναγιώτη Αθανασίου, σύμφωνα με το άρθρο 31 παρ. 2 Κ.Π.Δ. Η ποινική αυτή έρευνα αρχικά αφορούσε την υπόθεση του προγράμματος C4I για την ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα. Μετά από συμπληρωματική εισαγγελική παραγγελία περιέλαβε και την υπόθεση της Προγραμματικής Συμφωνίας 8002 του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδας (ΟΤΕ), οπότε και διεξήχθη ενιαία από τον ίδιο εισαγγελικό λειτουργό.
Την 01/07/2008 ασκήθηκε από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών Παναγιώτη Αθανασίου in rem ποινική δίωξη για τα εγκλήματα της:
α. Παθητικής και ενεργητικής δωροδοκίας, κατ' εξακολούθηση, στρεφόμενες κατά του Δημοσίου και κατά νομικού προσώπου από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 263Α ΠΚ από τις οποίες το όφελος που επεδίωξαν και πέτυχαν οι δράστες και η ζημιά που προξενήθηκε ή οπωσδήποτε απειλήθηκε στο Δημόσιο και στο πιο πάνω νομικό πρόσωπο (ΟΤΕ) υπερβαίνει το ποσό των πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) δραχμών (150.000 ευρώ).
β. Νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
γ. Ηθική αυτουργία στη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα και
δ. ¶μεση συνέργια στη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
Η ποινική δίωξη αυτή αφορούσε μαζί με τους με αριθμό ΑΒΜΩ-05/4 και ΑΒΜΩ-07/5 ποινικές δικογραφίες τόσο την υπόθεση για την Προγραμματική Συμφωνία 8002 του ΟΤΕ όσο και την υπόθεση του προγράμματος C4I για την ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα, ενώ παράλληλα δόθηκε σχετική εισαγγελική παραγγελία προς τον Ανακριτή του 4ου Ειδικού Ανακριτικού Τμήματος του πρωτοδικείου Αθηνών Νικόλαο Ζαγοριανό για την διενέργεια ενιαίας κυρίας ανάκρισης και για τις δύο παραπάνω υποθέσεις.
Αργότερα στις 09 /04/2009 και 10/04/2009 ασκήθηκαν συμπληρωματικές ποινικές διώξεις των Εισαγγελέων Πρωτοδικών Αθηνών Ελένης Ραΐκου και Νικολάου Ορνεράκη αντιστοίχως, για όμοιες κακουργηματικές πράξεις και ο ανωτέρω Ανακριτής διενήργησε ενιαία κύρια ανάκριση και για τις δύο ποινικές υποθέσεις, χωρίς να προβεί σε χωρισμό των δικογραφιών.
Κατά τη διάρκεια της κύριας ανάκρισης, την ¶νοιξη του 2009, διέφυγαν
στο εξωτερικό κάτω από ύποπτες συνθήκες, οι δύο κυριότεροι κατηγορούμενοι Μιχάλης Χριστοφοράκος και Χρήστος Καραβέλας, με αποτέλεσμα να στερηθεί η ανάκριση των καταθέσεων δύο βασικών κατηγορουμένων, που θα μπορούσαν να αποκαλύψουν πολλά κρίσιμα γεγονότα για την διαλεύκανση του σκανδάλου Siemens Hellas. Για την έξοδο από τη χώρα των Μ. Χριστοφοράκου και Χρ. Καραβέλα σημειώνεται ότι δεν είχε εκδοθεί από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, σχετική απαγορευτική διάταξη.
Οι δύο αυτοί κατηγορούμενοι διώκονταν για κακουργήματα. Πριν τη διαφυγή τους, είχαν προκύψει σοβαρές ενδείξεις ενοχής τους και είχαν κάνει εμφανείς προπαρασκευαστικές ενέργειες για να προετοιμάσουν την φυγή τους στο εξωτερικό, όπως ταξίδια του Καραβέλα στη Νότιο Αμερική, τακτοποίηση των υποθέσεών τους και της περιουσίας τους στην Ελλάδα, έκδοση εισιτηρίων κλπ.
Για τη σκανδαλώδη διαφυγή Χριστοφοράκου - Καραβέλα οι αρμόδιες εισαγγελικές - δικαστικές αρχές και ιδίως ο Ανακριτής Ν. Ζαγοριανός, που δεν εξέδωσε εγκαίρως εντάλματα σύλληψής τους, εμφανίζονται να αποποιούνται της ευθύνης τους και να προσπαθούν να την μετακυλύουν σε πρόσωπα της τότε εκτελεστικής εξουσίας, γιατί καίτοι γνώριζαν τις ύποπτες κινήσεις των Χριστοφοράκου - Καραβέλα, δεν ενημέρωσαν εγκαίρως τους αρμόδιους δικαστικούς λειτουργούς.
Υπάρχει ο ισχυρισμός ότι θα πρέπει να διενεργηθεί ειδική επισταμένη έρευνα από αρμόδια αρχή, για τη φυγή των συγκεκριμένων κατηγορουμένων για να αναδειχθεί ποιοι είναι οι πραγματικοί υπαίτιοι για το σκάνδαλο της φυγής των Χριστοφοράκου – Καραβέλα. Πόσο μάλιστα όταν με βάση την απόφασης του Ειρηνοδικείου του Μονάχου ( η οποία στηρίχθηκε σε έγγραφα και σε ομολογίες του Μ. Χριστοφοράκου) τα δύο μεγάλα Ελληνικά κόμματα φέρονται να έχουν δωροδοκηθεί για το σύστημα ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων «Αθήνα 2004» C4I από τον κατηγορούμενο Μ. Χριστοφοράκο.
Οι ίδιοι δικαστικοί ισχυρίζονται για τη μετατόπιση της ευθύνης τους σε πολιτικούς, (πρόσωπα της τότε εκτελεστικής εξουσίας) ότι ο Μ. Χριστοφοράκος κυκλοφορούσε συνοδευόμενος από αστυνομικά όργανα για την ασφάλειά του. Οι αστυνομικοί της συνοδείας του Χριστοφοράκου δεν ενημέρωσαν τον Ανακριτή για τις προπαρασκευαστικές ενέργειες διαφυγής του στο εξωτερικό αν και τον συνόδευσαν μέχρι το αεροδρόμιο ώστε να διαφύγει εκ του ασφαλούς.
Η κύρια ανάκριση που διεξήχθη από τον Ανακριτή - Πρωτοδίκη Ν.Ζαγοριανό, προκάλεσε δυσμενέστατα σχόλια σε βάρος του, σε όλα τα ΜΜΕ, ενώ συγκεκριμένες ανακριτικές ενέργειές του (πράξεις και παραλείψεις) αποδοκιμάστηκαν ως παράνομες με ομόφωνα βουλεύματα, που έχουν γίνει αμετάκλητα και συγκεκριμένα με τα υπ' αριθμ. 1692/2009, 1709/2009, 2170/2009, 2319/2009 και 2436/2009 βουλεύματα του Συμβουλίου Πλημ/κών Αθηνών καθώς και τα 1327/2009 και 1426/2009 βουλεύματα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Ο Μ. Χριστοφοράκος καταδικάστηκε με απόφαση του Ειρηνοδικείου του Μονάχου (Τμήμα ΙΙ- Φορολογικών και Οικονομικών Ποινικών Υποθέσεων) Αριθμός CS 402 JS 3943/2009, κατόπιν σχετικού εντάλματος της αρμόδιας Εισαγγελέως του Μονάχου, σε συνολική ποινή φυλάκισης ενός έτους και χρηματική ποινή για δύο δωροδοκίες κατά συρροή δημοσίων λειτουργών, εκπροσώπων πολιτικών κομμάτων ενός άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ελλάδας), κατά συναυτουργία.
Οι πράξεις αυτές τελέστηκαν εντός του διαστήματος 2004-2007, προκειμένου να εμφανιστεί το έργο C41 ότι εκτελέστηκε και παραλήφθηκε και να καταβληθούν οι σχετικές εργολαβικές αμοιβές, ενώ όπως αναγράφεται στην εν λόγω απόφαση «το έργο C41 δεν έχει παραληφθεί οριστικά μέχρι σήμερα».
Η δωροδοκία έγινε με χρήματα που κατέληξαν στα χέρια του Μ. Χριστοφοράκου συνολικού ποσού 2.200.000 ευρώ, εκ των οποίων 2.000.000 ευρώ μέσω της εταιρίας FAIR WAYS L.T.D. και με εντολή του αμετάκλητα καταδικασθέντος Siekaczek από λογαριασμό της εταιρίας αυτής σε Τράπεζα της Ελβετίας. (Το υπόλοιπο ποσό των 200.000 ευρώ του δόθηκε σε μετρητά).
Με αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης (Γερμανίας) αποδοκιμάστηκαν ως παράνομα όλα τα Ευρωπαϊκά εντάλματα σύλληψης και έκδοσης στην Ελλάδα, που εκδόθηκαν από τον Ανακριτή Ν. Ζαγοριανό σε βάρος του Μ. Χριστοφοράκου. Έτσι είναι ολοφάνερο ότι η φυγή στο εξωτερικό των Χριστοφοράκου - Καραβέλα και οι εν συνεχεία παράνομες ενέργειες του Ανακριτή Ν. Ζαγιοριανού, κατέστησαν ανέφικτη τη λογοδοσία στις Ελληνικές δικαστικές αρχές των δύο αυτών κατηγορουμένων, οι οποίοι εξασφάλισαν την ατιμωρησία τους και επιπλέον στερήθηκε η Ελληνική Δικαιοσύνη των μαρτυριών τους για την ανεύρεση της αλήθειας στο σκάνδαλο Siemens Hellas.
Με βάση τα ανωτέρω βουλεύματα, τις αποφάσεις των δικαστηρίων της
Γερμανίας (Μονάχου και Καρλσρούης), αλλά και δημοσιεύματα του τύπου των μέσων του μηνός Αυγούστου 2009, ο Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου και Προϊστάμενος της Επιθεώρησης των Δικαστηρίων Ιωάννης Παπανικολάου, διενήργησε από τις 23.08.2009 τον πειθαρχικό έλεγχο του Ανακριτή Ν. Ζαγοριανού και άσκησε στις 11-09-2009, πειθαρχική αγωγή σε βάρος του για βαρύτατα πειθαρχικά (και ποινικά) αδικήματα (παράβαση καθήκοντος κατά συρροή και κατάχρηση εξουσίας) η οποία εκκρεμεί.
Οι μεν παραβάσεις καθήκοντος κατά συρροή αναφέρονται στην από πρόθεση (δόλο) επανειλημμένη παραβίαση από τον Ανακριτή Ν. Ζαγοριανό των διατάξεων των άρθρων 20 του Συντάγματος, 6 παρ. 1, 2 και 3 της ΕΣΔΑ και 101 Κ.Π.Δ. σε βάρος των υπερασπιστικών δικαιωμάτων συγκεκριμένων κατηγορουμένων της υπόθεσης.
H δε κατάχρηση εξουσίας συνίσταται στο ότι ο Ανακριτής, ενεργώντας από πρόθεση, επιλεκτικά, δεν περιέλαβε στο κατηγορητήριο που συνόδευε το ένταλμα σύλληψης και έκδοσης από τη Γερμανία στην Ελλάδα, αξιόποινες πράξεις που τέλεσε ο Μ. Χριστοφοράκος στο διάστημα μεταξύ 2004-2007 σχετικά με την εκτέλεση της σύμβασης C4I, που έχουν κακουργηματικό χαρακτήρα (δωροδοκίες κλπ).
Κατά τον Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, ο ανακριτής Ν. Ζαγοριανός έπρεπε να περιλάβει στο κατηγορητήριο σε βάρος του Μ. Χριστοφοράκου (και στο συναφές Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης του) και τα σχετικά περιστατικά του διαστήματος 2004-2007. Αυτά είχαν κακουργηματικό χαρακτήρα, προέκυπταν από τα στοιχεία που είχε ο εν λόγω Ανακριτής στη δικογραφία και τα οποία γνώριζε καλώς και δεν εμποδιζόταν προς τούτο από την ασκηθείσα in rem ποινική δίωξη.
Kατά την ίδια πειθαρχική κατηγορία o ανακριτής Ν. Ζαγοριανός , κατά την εκτέλεση του ανακριτικού έργου, υπέπεσε από πρόθεση, στην παραπάνω σοβαρή παράλειψη, προκειμένου και αν ακόμη εξεδίδετο ο Χριστοφοράκος στην Ελλάδα για την απάτη κατά τη σύναψη -το 2003- της σύμβασης C4I, να μην μπορεί να δικαστεί για τις αξιόποινες αυτές πράξεις του, του διαστήματος 2004 - 2007 αφού δεν θα είχε εκδοθεί και για τις πράξεις αυτές.
Ο Ανακριτής Ν. Ζαγοριανός τέλεσε αυτή την παράβαση του υπηρεσιακού του καθήκοντος, που συνιστά και κατάχρηση εξουσίας (ΠΚ 239 και 259), προκειμένου να βλάψει τα έννομα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου και να ωφελήσει τον Μ. Χριστοφοράκο πολλαπλώς και κυρίως με το να μη λογοδοτήσει αυτός εκδιδόμενος στη χώρα, ενώπιον της Ελληνικής Δικαιοσύνης για τις παράνομες κακουργηματικού χαρακτήρα πράξεις του αυτές (δωροδοκίες κλπ), του διαστήματος 2004-2007, αφού δεν θα μπορούσε να είχε εκδοθεί γιΆ αυτές (γιατί δεν αιτήθηκε σχετικώς η έκδοσή του).
Κατά τον Προϊστάμενο της Επιθεώρησης των Δικαστηρίων Ιωάννη Παπανικολάου πάντα, η παραπάνω παράνομη από δόλο συμπεριφορά του Ανακριτή όσον αφορά την έκδοση Χριστοφοράκου, συνιστά βαρύτατο πειθαρχικό αλλά και ποινικό παράπτωμα (ΠΚ 239 και 259) και τραυμάτισε βαρύτατα το κύρος της Δικαιοσύνης, δημιούργησε δε εύλογα απαξιωτικά σχόλια για τον τρόπο απονομής της ποινικής δικαιοσύνης στη χώρα μας, που διατυπώθηκαν τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό και ιδίως στη Γερμανία.
Ο παραπάνω Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου ζήτησε με έγγραφό του από τον αρμόδιο Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Α. Κανελλόπουλο να ερευνηθούν οι ποινικές ευθύνες του Ν. Ζαγοριανού ως αυτουργού των ανωτέρω εγκλημάτων, καθώς και των συμμετόχων του (ηθικών αυτουργών και συνεργών), με κατονομαζόμενους τον τέως Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γιώργο Σανιδά και τον Εισαγγελέα Γιάννη Σακελλάκο, Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών.
Τέλος, κατά του Ν. Ζαγοριανού υποβλήθηκαν και εκκρεμούν μηνύσεις
για υπεξαγωγή εγγράφων της ανάκρισης, ψευδείς βεβαιώσεις, κατάχρηση
εξουσίας, παράβαση καθήκοντος κ.λ.π.
Από τα παραπάνω συνάγεται, ότι πέραν των πειθαρχικών και ποινικών ευθυνών του Ανακριτή Ν. Ζαγοριανού (από τον οποίο αφαιρέθηκε η δικογραφία της υπόθεσης ) υπάρχουν και ευθύνες πολιτικών προσώπων, οι οποίοι ήλεγχαν και κατεύθυναν την ανάκριση με στόχους:
α. Να γίνει πολιτική και επικοινωνιακή εκμετάλλευση του ανακριτικού
έργου προς όφελος του τότε κυβερνώντος κόμματος και
β. Να μην λογοδοτήσουν στην Ελληνική Δικαιοσύνη οι κατηγορούμενοι
Χριστοφοράκος και Καραβέλας, καθώς και άλλα πρόσωπα για εγκλήματά τους για τα οποία ασκήθηκε η άνω ποινική δίωξη, ιδίως δε για τα σχετικά εγκλήματα που τελέστηκαν κατά τα έτη 2004, 2005, 2006 και 2007.
Το σκάνδαλο Siemens Hellas ξεκίνησε ως πολιτικό και οικονομικό και εξελίχθηκε και ως δικαστικό. Είναι οφθαλμοφανής η προσπάθεια συγκάλυψης του σκανδάλου με κάθε μέσο και κάθε τρόπο. Υπάρχει βάσιμη υπόνοια ότι πολιτικά πρόσωπα, από τα παρασκήνια κατεύθυναν τις σκανδαλώδεις αυτές υποθέσεις διαφθοράς, χρηματισμού και διασπάθισης του δημοσίου χρήματος και στη συνέχεια τη μεθόδευση συγκάλυψής των. Τα πολιτικά ζητήματα που συνδέονται με αυτό το μείζον ζήτημα διαφθοράς και διαπλοκής μένουν αναπάντητα ακόμα και σήμερα.
Γι' αυτό και προτείνω τη σύσταση Εξεταστικής των Πραγμάτων Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 68, παρ. 2 και 3 του Συντάγματος και τα άρθρα 144 - 148 του Κανονισμού της Βουλής, προκειμένου να διερευνηθεί, με βάση και τα νέα δεδομένα που έχουν προκύψει, στο σύνολό της η υπόθεση Siemens, να πληροφορηθεί η Βουλή και η κοινή γνώμη την αλήθεια, να εντοπιστούν και να καταλογιστούν οι ευθύνες σε όσους αυτές ανήκουν και να διατυπωθούν οι αναγκαίες προτάσεις που θα εγγυώνται τη διαφάνεια.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον κανονισμό της βουλής η πρόταση πρέπει να υπογραφεί από 60 βουλευτές. Την πρόταση αυτή την απευθύνω στον πρόεδρο της Ειδικής Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και τα μέλη της και καλώ όλους τους συναδέλφους Βουλευτές της ολομέλειας της Βουλής να την υιοθετήσουν και να την υπογράψουν κατά συνείδηση».