Παρότι το ενιαίο νόμισμα έχει ωφελήσει όλα τα κράτη που το έχουν υιοθετήσει, είναι πιθανό το ευρώ να καταλήξει σε φιάσκο εξαιτίας της αδυναμίας των κρατών μελών να εμείνουν στη δέσμευσή τους.
Του Edin Mujagic*
Όταν το ευρώ τέθηκε σε ισχύ το 1999, τα ευρωπαϊκά κράτη συμφώνησαν ότι για τη σταθεροποίησή του απαιτείται δημοσιονομική πειθαρχία. Παρότι το ενιαίο νόμισμα έχει ωφελήσει όλα τα κράτη που το έχουν υιοθετήσει –και σίγουρα αποτέλεσε σανίδα σωτηρίας στην τρέχουσα οικονομική κρίση– είναι πιθανό το ευρώ να καταλήξει σε φιάσκο εξαιτίας της αδυναμίας των κρατών μελών να εμείνουν στη δέσμευσή τους.
Πράγματι, πολλά είναι τα κράτη μέλη που συμπεριφέρονται σαν να μην υπάρχει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδας, για παράδειγμα, «εγείρει ανησυχία σε ολόκληρη την ευρωζώνη», σύμφωνα με τη δήλωση του Ευρωπαίου Επιτρόπου αρμόδιου για θέματα νομισματικής πολιτικής, Χοακίν Αλμούνια, τη Δευτέρα. Το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας αναμένεται να ανέλθει φέτος στο 12,7% του ΑΕΠ –σημαντικά μεγαλύτερο από το όριο του 3% επί του ΑΕΠ που προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Η αλήθεια είναι εν μέσω της διεθνούς κρίσης, κανένα μέλος της ευρωζώνης δεν πληροί πλέον την απαίτηση του Συμφώνου για το έλλειμμα. Όταν η Ολλανδία υπερέβη για πρώτη το πλαφόν –μόλις κατά 0,1% του ΑΕΠ– η κυβέρνηση προχώρησε άμεσα στη λήψη σκληρών μέτρων για περιορισμό του ελλείμματος. Ομοίως έπραξαν η Γερμανία και η Αυστρία. Οι εν λόγω χώρες έχουν ήδη λάβει μέτρα για μείωση των ελλειμμάτων τους που διογκώθηκαν λόγω της κρίσης το συντομότερο δυνατό.
Στη Νότια Ευρώπη, ωστόσο, τα πράγματα μοιάζουν πολύ διαφορετικά. Η υπέρβαση του πλαφόν του Συμβόλου για το έλλειμμα είναι μάλλον ο κανόνας παρά η εξαίρεση. Όντως, την πρώτη δεκαετία μετά την ένταξή της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ, η χώρα έχει καταφέρει να βρίσκεται εντός των ορίων του Συμφώνου μόνο μία χρονιά –το 2006 (και μάλιστα οριακά).
Επιπλέον, η ελληνική κυβέρνηση αποδείχθηκε αναξιόπιστη. Το 2004, η Ελλάδα παραδέχθηκε ότι παρέχει εσφαλμένα στοιχεία σχετικά με το έλλειμμα αδιαλείπτως από το 2000 και έπειτα –ιδίως τα έτη που αξιολογούνταν η αίτησή της για ένταξη στην ευρωζώνη. Με άλλα λόγια, το ότι η Ελλάδα εντάχθηκε στο ευρώ οφείλεται στην εξαπάτηση της ΕΕ. Το Νοέμβριο 2009, η ελληνική κυβέρνηση ανέφερε ακόμη μια φορά ψευδή στοιχεία, αυτή τη φορά για το έλλειμμα του 2008 και το προβλεπόμενο έλλειμμα του 2009.
Τους δημοσιονομικούς κανόνες της Ευρώπης αψηφά επί μακράν και η Ιταλία (καθώς και η Πορτογαλία και η Ελλάδα). Όπως η Ελλάδα, έτσι και η Ιταλία έγινε δεκτή στην ευρωζώνη παρότι τη χώριζαν έτη φωτός από την κάλυψη όλων των κριτηρίων. Το δημόσιο χρέος και στις δύο χώρες ξεπερνούσε το 100% του ΑΕΠ έναντι του 60% που προβλέπει το Σύμφωνο. Η Ιταλία δεν πληρούσε, επίσης, και ένα ακόμη κριτήριο, καθώς το εθνικό της νόμισμα –η λιρέτα– δεν είχε ολοκληρώσει δύο έτη στο Μηχανισμό Ευρωπαϊκών Ισοτιμιών.
Δέκα χρόνια αργότερα, φαίνεται πως ο χρόνος έχει σταματήσει στη Νότια Ευρώπη. Τόσο το ελληνικό όσο και το ιταλικό δημόσιο χρέος παραμένει σχεδόν αμετάβλητο, παρά το γεγονός ότι και οι δύο χώρες έχουν επωφεληθεί ιδιαίτερα από το ευρώ, δεδομένου ότι τα μακροχρόνια επιτόκιά τους μειώθηκαν σε σύγκριση με τα γερμανικά επιτόκια αμέσως μετά την ένταξή τους.
Αυτό από μόνο του αποφέρει στις κυβερνήσεις πολλές δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. ΠαρΆ όλα αυτά, το δημοσιονομικό τους χρέος δεν κάμφθηκε στο ελάχιστο, το οποίο μόνο ένα πράγμα μπορεί να σημαίνει: κατασπατάληση.
Αυτό είναι προφανές από τις πιστωτικές τους αξιολογήσεις. Η Ελλάδα μπορεί να καμαρώνει ότι έχει τη χαμηλότερη αξιολόγηση σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Πράγματι, η βαθμολογία A- που έχει λάβει σημαίνει ότι η Ελλάδα είναι λιγότερο αξιόπιστη από τη Μοζαμβίκη και τη Μαλαισία που έχουν βαθμολογηθεί με A+.
*Ο Edin Mujagic είναι οικονομολόγος νομισματικής πολιτικής στο Tilburg University και οικονομικός συντάκτης του ολλανδικού εβδομαδιαίου περιοδικού FEM Business & Finance.
Copyright: Project Syndicate, 2009