Πριν από το συνέδριό τους, που έγινε την περασμένη εβδομάδα στο Ντένβερ, οι Δημοκρατικοί ανησυχούσαν για το ενδεχόμενο ενός μίνι εμφυλίου πολέμου, αλλά το κόμμα που εμφανίζεται διχασμένο είναι οι Ρεπουμπλικανοί, γράφει ο Μάικλ Κρόουλι στον «Observer». Το GOP προσπαθεί να βρει κοινή γραμμή σε όλα τα μεγάλα προβλήματα. Η μεγάλη πρόκληση για τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών είναι να μη συμβεί η έκρηξη πριν από τις εκλογές.
Ας πάρουμε την κοινωνική πολιτική. Ενας από τους λόγους που η εξουσία των Ρεπουμπλικανών έφτασε αυτή τη δεκαετία σε τόσο υψηλό σημείο ήταν ο ενθουσιασμός των χριστιανών συντηρητικών ψηφοφόρων, που αντιδρούσαν στην «ηθική παρακμή» της περιόδου Κλίντον. Οι λευκοί Ευαγγελικοί ψηφοφόροι, όμως, είναι όλο και πιο δυσαρεστημένοι με τους Ρεπουμπλικανούς. Ο ενθουσιασμός τους δεν επιβραβεύτηκε με μια απαγόρευση του γάμου των ομοφυλοφίλων σε ομοσπονδιακό επίπεδο ή με μια απαγόρευση των αμβλώσεων. Ούτε έχουν εμπιστοσύνη στον Μακέιν, ο οποίος έχει συγκρουστεί στο παρελθόν με τη θρησκευτική Δεξιά.
Η επιλογή της κυβερνήτη της Αλάσκα, η οποία μέχρι το 2007 είχε επισκεφθεί μόλις μία χώρα (την Ιρλανδία), αποσκοπεί ακριβώς στον κατευνασμό των Ευαγγελικών. Η Πέιλιν μπορεί να είναι άπειρη, αλλά χαρακτηρίζεται από βαθύτατο κοινωνικό συντηρητισμό. Ο Καρλ Ρόουβ και άλλα υψηλά στελέχη του κόμματος είχαν προειδοποιήσει, άλλωστε, τον Μακέιν να μην επιλέξει ως υποψήφιο για την αντιπροεδρία κάποιον που είναι υπέρ των αμβλώσεων, όπως ο Τζο Λίμπερμαν ή ο Τομ Ριτζ. Αλλά τα προβλήματα παραμένουν. Οι μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανοί προσπαθούν να βρουν τρόπο να εκφραστούν. Και τα στελέχη που έχουν σχέση με την Ουόλ Στριτ θεωρούν ότι οι σταυροφορίες για τις αμβλώσεις ή τους ομοφυλόφιλους τους οδηγούν σε εκλογική εξορία.
Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, πάλι, οι ρεαλιστές του GOP θα ήθελαν να απομονωθούν οι νεο-συντηρητικοί σαν τον Ουίλιαμ Κρίστολ, που οδήγησαν στην εισβολή στο Ιράκ. Μέχρι στιγμής συμβαίνει το αντίθετο: ο Μακέιν εκτοξεύει βέλη εναντίον του Ιράν και της Ρωσίας και εξακολουθεί να πιστεύει στην εξαγωγή της δημοκρατίας. Αλλά η γραμμή αυτή έχει ένα κόστος, όπως δείχνουν τα θερμά λόγια που επιφυλάσσουν για τον Ομπάμα μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανοί, όπως ο γερουσιαστής από τη Νεμπράσκα Τσακ Χέιγκελ. Ορισμένα στελέχη του κόμματος φοβούνται τώρα ότι ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ, εξοργισμένος με την επιρροή των νεοσυντηρητικών, μπορεί να μην υποστηρίξει τον Μακέιν. Ισως μάλιστα ταχθεί υπέρ του Ομπάμα, σε μια κίνηση που θα αποδεικνυόταν καταστροφική για τους Ρεπουμπλικανούς.
Προβλήματα στον Μακέιν μπορεί να δημιουργήσουν και δύο Ρεπουμπλικανοί «αντάρτες»: ο Ρον Πολ, πρώην υποψήφιος για την προεδρία που αντιτίθεται στον πόλεμο του Ιράκ, και ο Μπομπ Μπαρ, ανεξάρτητος υποψήφιος, που καταγγέλλει την παραβίαση των ατομικών ελευθεριών από μέτρα όπως η παρακολούθηση των τηλεφώνων. Η υποψηφιότητα του τελευταίου είναι βέβαιο ότι θα «κλέψει» μερικούς συντηρητικούς από τη βάση του Μακέιν.
Ολα αυτά δεν σημαίνουν ότι το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα θα διασπαστεί. Από την πλευρά του Ομπάμα, άλλωστε, δεν χρειάζεται να γίνει κάτι τέτοιο. Αρκεί να είναι αρκετοί συντηρητικοί ψηφοφόροι απογοητευμένοι την ημέρα των εκλογών. Η αντίθεση μεταξύ των δύο στρατοπέδων την περασμένη εβδομάδα ήταν χαρακτηριστική: ενώ ο Ομπάμα μιλούσε ενώπιον 80.000 οπαδών του στο Ντένβερ, ο Μακέιν αγωνιζόταν να μαζέψει 10.000 ανθρώπους στο Οχάιο για να τους ανακοινώσει την επιλογή του για την αντιπροεδρία...
Πηγή: The Observer, ΑΠΕ-ΜΠΕ