Τα διεθνή στοιχεία για την εξέλιξη της ενεργειακής κρίσης και την πορεία της ακρίβειας και της ενεργειακής φτώχειας στην Ευρώπη δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση. Επιβεβαιώνουν ότι η ενεργειακή κρίση είναι ένα διεθνές φαινόμενο που όμως στη χώρα μας παίρνει μεγαλύτερες διατάσεις και έχει χειρότερες συνέπειες σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Του Καθηγητή Γιάννη Α. Μυλόπουλου,
πρώην Πρύτανη ΑΠΘ
Τα διεθνή στοιχεία για την εξέλιξη της ενεργειακής κρίσης και την πορεία της ακρίβειας και της ενεργειακής φτώχειας στην Ευρώπη δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση.
Επιβεβαιώνουν ότι η ενεργειακή κρίση είναι ένα διεθνές φαινόμενο που όμως στη χώρα μας παίρνει μεγαλύτερες διατάσεις και έχει χειρότερες συνέπειες σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Η πρώτη αιτία της ενεργειακής κρίσης χρονολογικά είναι η αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου στις διεθνείς αγορές, από το καλοκαίρι του 2021 ακόμη, εξ αιτίας της διατάραξης του ισοζυγίου προσφοράς και ζήτησής του. Η πολιτική της μαζικής απανθρακοποίησης που ακολούθησαν τα ευρωπαϊκά κράτη προκειμένου να αντιμετωπίσουν την κλιματική κρίση, προκάλεσε ξαφνική αύξηση της ζήτησης του φυσικού αερίου η οποία με τη σειρά της οδήγησε σε αύξηση των τιμών.
Η δεύτερη αιτία της κρίσης, που ισχύει από το Φεβρουάριο 2022 και μετά, είναι ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας και η απειλή μείωσης ή και διακοπής της προμήθειας φυσικού αερίου από την εμπόλεμη ζώνη, που ανεβάζει κατακόρυφα τις τιμές.
Τα διεθνή στοιχεία όμως δείχνουν και μια ακόμη αλήθεια, η οποία γίνεται προσπάθεια να κρυφτεί ή να υποβαθμιστεί στη χώρα μας.
Οι πολύ μεγαλύτερες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας στη χώρα μας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, καταδεικνύουν τις εγχώριες αιτίες της ακρίβειας. Αιτίες που ανάγονται στη λάθος κατεύθυνση της διαχείρισης της ενεργειακής κρίσης.
Η πολύ χειρότερη κατάσταση στην Ελλάδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη οφείλεται στο γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει λάβει μέτρα ρύθμισης της ενεργειακής αγοράς και αντιμετώπισης των αιτίων της ακρίβειας, όπως συνέβη στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Η πολιτική των επιδοτήσεων που είναι η μόνη πολιτική για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης που εφαρμόζεται στη χώρα μας, είναι μια πολιτική εκ των υστέρων διαχείρισης της ακρίβειας και όχι έγκαιρης αντιμετώπισης και καταπολέμησης των αιτίων της, όπως είναι οι πολιτικές που εφάρμοσαν τα ευρωπαϊκά κράτη.
Η πολιτική των επιδοτήσεων είναι μια πολιτική που αφήνει ανεξέλεγκτες τις κερδοσκοπικές κινήσεις στην ενεργειακή αγορά και έρχεται εκ των υστέρων και αφού έχουν ήδη διαμορφωθεί πολύ αυξημένες τιμές, για να διαχειριστεί τη δεδομένη ακρίβεια, επιδοτώντας με δημόσιο χρήμα τους καταναλωτές.
Με τελικό αποδέκτη των επιδοτήσεων και πάλι τις ενεργειακές επιχειρήσεις. Οι οποίες κερδίζουν από την κρίση και λόγω των κερδοσκοπικών ανατιμήσεων που οι ίδιες προκαλούν και λόγω των επιδοτήσεων που τελικά καταλήγουν στα ταμεία τους.
Η διαφορετική πολιτική που ακολούθησε η ελληνική κυβέρνηση από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, μια πολιτική που είναι υπεύθυνη για τη μεγαλύτερη ακρίβεια και για τη μεγαλύτερη απειλή ενεργειακής φτώχειας στην Ελλάδα, στηρίζεται σε εσφαλμένη διάγνωση της ενεργειακής κρίσης που οδήγησε και σε εσφαλμένη θεραπεία.
Η εσφαλμένη διάγνωση ανάγεται κατά πρώτο στη θεώρηση ότι η κρίση είναι εισαγόμενη και συνεπώς η αντιμετώπισή της ξεφεύγει από τις δυνατότητες των εθνικών κυβερνήσεων. Μια θεώρηση που κατέπεσε από τις εξελίξεις στην Ευρώπη, όπου καταδείχθηκε ότι η ρύθμιση των εσωτερικών αγορών σε κάθε χώρα οδήγησε σε πολύ καλύτερα αποτελέσματα, όσον αφορά στις συνέπειες της ίδιας διεθνούς κρίσης, σε σχέση με την Ελλάδα.
Η εσφαλμένη διάγνωση όμως οφείλεται και στην ιδεοληπτική εμμονή της ελληνικής κυβέρνησης στο δόγμα της αυτορρύθμισης των αγορών. Μια θεώρηση που είναι γνωστό ότι για να ισχύει, χρειάζεται ιδανικές συνθήκες λειτουργίας των αγορών και όχι συνθήκες κρίσης και διατάραξης του ισοζυγίου της ενεργειακής προσφοράς και της ζήτησης, όπως τώρα.
Η πολιτική της μη ρύθμισης της ενεργειακής αγοράς και των εκ των υστέρων επιχορηγήσεων ευνοεί αποκλειστικά τα καρτέλ της ενέργειας, που αποκτούν υπερκέρδη από την κρίση.
Κι ακόμη, είναι μια πολιτική που είναι σε βάρος των πολιτών, οι οποίοι πλήττονται πολύ περισσότερο από την ανεξέλεγκτη ακρίβεια και από το φάσμα της φτώχειας.
Οι κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης που οδήγησαν στην επιδείνωση των συνεπειών της ενεργειακής κρίσης στην Ελλάδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη είναι οι εξής:
Η σημερινή διοίκηση της ΔΕΗ αντί να ασκεί κοινωνικό έργο με τα υπερκέρδη της εταιρείας από τις ανατιμήσεις, ενισχύοντας τους καταναλωτές, αγοράζει μετοχές στο Χρηματιστήριο για να στηρίξει ακόμη περισσότερο τα υπερκέρδη της επιχείρησης.
Την ίδια στιγμή που αυτά συμβαίνουν στην Ελλάδα, η Ευρώπη, που κατάφερε και συγκράτησε τις τιμές του ρεύματος, εθνικοποιούσε τις ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις παραγωγής και παροχής ηλεκτρισμού της, σε μια επιτυχημένη προσπάθεια να ρυθμίσει, μέσω αυτών, τις αγορές και να ελέγξει τις μεγάλες αυξήσεις.
Ακόμη και αναγνωρισμένοι νεοφιλελεύθεροι ηγέτες, όπως ο Μακρόν στη Γαλλία, προχώρησαν σε κρατικοποιήσεις των επιχειρήσεων ηλεκτρισμού της χώρας τους, φέρνοντας θετικά αποτελέσματα.
Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην Ευρώπη, όπου το κόστος των μέτρων για την ακρίβεια το μοιράζονται το κράτος, οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές.
Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης που εισήγαγαν στα Χρηματιστήρια Ενέργειάς τους ένα μικρό μόνο ποσοστό, μικρότερο του 30%, των εγχώριων ενεργειακών πηγών τους. Επέτρεψαν έτσι στο υπόλοιπο 70% ή και περισσότερο των εγχώριων πηγών ενέργειας να καθορίζουν τις τιμές τους εκτός Χρηματιστηρίου και ανεξάρτητα από το πανάκριβο φυσικό αέριο, με διμερή συμβόλαια με τους καταναλωτές.
Γίνεται σαφές ότι η διάγνωση της ενεργειακής κρίσης, ως μιας διεθνούς και εισαγόμενης κρίσης που θα αντιμετωπιστεί από το αόρατο χέρι της αγοράς, είναι μια εντελώς εσφαλμένη διάγνωση, όπως αποδεικνύουν τα αποτελέσματα των πολιτικών και των μέτρων που εφαρμόστηκαν επιτυχώς από τα ευρωπαϊκά κράτη.
Η κρίση μπορεί να είναι διεθνής, η επιδείνωσή της όμως στην Ελλάδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη οφείλεται στη λάθος θεραπεία που εφαρμόστηκε σε συνέχεια της εσφαλμένης διάγνωσης.
Η κρατική παρέμβαση για τη ρύθμιση των ενεργειακών αγορών και τον περιορισμό της κερδοσκοπίας είναι η μόνη πολιτική που, όπως αποδείχθηκε στην Ευρώπη, μπορεί να περιορίσει την ανοδική πορεία των τιμών και να λειτουργήσει υπέρ των πολιτών.
Αν αυτό δεν αλλάξει, ο χειμώνας που έρχεται θα είναι για την Ελλάδα πραγματικά βαρύς…