Τα βασικά σημεία του σχεδίου νόμου: «Μεταρρυθμίσεις για την Οικογένεια, το Παιδί, την Κοινωνία και άλλες διατάξεις», δημοσιοποίησε σήμερα το υπουργείο Δικαιοσύνης. Το πλήρες κείμενο του ν/σ.
Τα βασικά σημεία του σχεδίου νόμου: «Μεταρρυθμίσεις για την Οικογένεια, το Παιδί, την Κοινωνία και άλλες διατάξεις» δημοσιοποίησε σήμερα το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει τρία βασικά κεφάλαια και πιο συγκεκριμένα:
1. Στο Πρώτο Κεφάλαιο ρυθμίζεται το Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης
Σύμφωνα με το υπουργείο, η νομοθετική αυτή παρέμβαση στοχεύει στην κάλυψη των αναγκών της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας, ζευγαριών που ζουν σε καθεστώς ελεύθερης συμβίωσης και οι οποίες δεν ρυθμίζονται από το κείμενο δίκαιο. Δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στη ρύθμιση των συνεπειών αυτής της συμβίωσης, όπως είναι τα αποκτώμενα παιδιά, οι περιουσιακές σχέσεις, η προστασία της γυναίκας και μητέρας κλπ.
Ο χαρακτήρας του Συμφώνου Ελεύθερης Συμβίωσης
Το Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης προσώπων, συστήνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, που καταχωρίζεται σε ειδικό ληξιαρχικό βιβλίο. Με αυτό αναγνωρίζεται η δυνατότητα στα μέρη να ρυθμίσουν συμβατικά τις περιουσιακές τους σχέσεις και το ελευθέρως διαλυτό του συμφώνου τους, αλλά με συγκεκριμένες δεσμεύσεις και υποχρεώσεις, των οποίων οι έννομες συνέπειες δεν αίρονται με τη λύση του.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται, το σύμφωνο αποτελεί μια εναλλακτική μορφή μόνιμης συμβίωσης και όχι μια μορφή «χαλαρού γάμου». Μία πραγματικότητα, η οποία, όπως σημειώνεται, αφορά σε δεκάδες χιλιάδες παιδιά των συμβιώσεων αυτών και καθιστά τους έως σήμερα απόλυτα ελεύθερα συμβιούντες περισσότερο υπεύθυνους και δεσμευμένους ατομικά, οικογενειακά και κοινωνικά.
Το Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης -υπογραμμίζεται- αφορά αποκλειστικά την ελεύθερη συμβίωση προσώπων διαφορετικού φύλου. Δεν επιτρέπεται και τιμωρείται ποινικά η κατάρτιση Συμφώνου Ελεύθερης Συμβίωσης με περισσότερα από ένα άτομο.
Tο σύμφωνο λύεται:
α. με τον ίδιο τρόπο, με τον οποίο συστήνεται (δηλαδή με συμβολαιογραφικό έγγραφο), και,
β. με τη σύναψη γάμου είτε μεταξύ των προσώπων που συμβιώνουν είτε μεταξύ ενός από αυτά και τρίτου.
Τι καλύπτουν οι βασικές διατάξεις του
Με τις ρυθμίσεις του, που έχουν ως αρχή ότι στην ελεύθερη συμβίωση επικρατεί η ελευθερία της βούλησης των προσώπων και όχι ο πλήρης θεσμικός χαρακτήρας, όπως συμβαίνει στο γάμο. Ιδιαίτερη πρόνοια λαμβάνεται, με αυτές, για τις προσωπικές και περιουσιακές σχέσεις των συμβιούντων προσώπων, την κατάσταση των τέκνων που γεννώνται κατά τη διάρκειά του, τις κληρονομικές σχέσεις των προσώπων που έχουν συνάψει σύμφωνο (που συνίστανται στο ήμιση των δικαιωμάτων του θρησκευτικού ή πολιτικού γάμου).
2. Στο Δεύτερο Κεφάλαιο του νομοσχεδίου τροποποιούνται, βελτιώνονται και εκσυγχρονίζονται διατάξεις του ΑΚ για την Υιοθεσία και το διαζύγιο.
Ειδικότερα:
α. ως προς την Υιοθεσία: ρυθμίζονται επιμέρους ζητήματα που σκοπόν έχουν να βελτιώσουν τη λειτουργία του θεσμού για την ταχύτερη και ασφαλέστερη τέλεση της Υιοθεσίας. Διευκολύνεται η δυνατότητα Υιοθεσίας από ενδιαφερόμενους γονείς και πρόσωπα, χαράσσεται μια νέα πολιτική κατά της ιδρυματοποίησης των εγκαταλελημένων και ορφανών παιδιών και κατά των κυκλωμάτων εμπορίας και εκμετάλλευσης παιδιών.
Συγκεκριμένα ρυθμίζεται η διαδικασία της στα δικαστήρια, που αναπληρώνουν την συναίνεση των φυσικών γονέων και προβλέπεται δυνητική ακρόαση των συγγενών του υιοθετουμένου.
Με τις μεταβατικές διατάξεις διευρύνεται η διεθνής δικαιοδοσία των Ελληνικών δικαστηρίων, ώστε να είναι αρμόδια να δικάζουν υποθέσεις υιοθεσίας, όταν ένας από τους δύο (ο υιοθετών ή ο υιοθετούμενος) έχουν την Ελληνική ιθαγένεια.
β. περιορίζεται σε δύο χρόνια, από τέσσερα, το αμάχητο τεκμήριο για τον ισχυρό κλονισμό του γάμου. Αυτό αποσκοπεί στη σύντομη λύση ουσιαστικά «νεκρών γάμων. Έτσι -σημειώνει το υπουργείο- αποφεύγεται η μακρόχρονη ψυχική ταλαιπωρία και φθορά των συζύγων που έχουν απομακρυνθεί ψυχικά και σωματικά μεταξύ τους και δίνεται σ’ αυτούς η δυνατότητα να ζουν, σύμφωνα με τον τρόπο που θα επιλέξουν μετά τη λύση του γάμου τους, ήρεμα.
3. Στο Τρίτο Κεφάλαιο περιέχονται διατάξεις για:
α. την αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης όσων παραβιάζουν προσωρινές διαταγές δικαστηρίων, ώστε να είναι αποτελεσματικότερη η παρεχόμενη δικαστική προστασία σε εξαιρετικώς επείγουσες υποθέσεις, (όπως π.χ. προσωρινές διαταγές σε εργατικές απαιτήσεις, η είσπραξη από τους δικαιούχους της διατροφής που επιδικάζεται) και εισάγονται μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή του νόμου αυτού και στις υιοθεσίες που τελέστηκαν πριν την έναρξη της ισχύος του.
β. τον Κώδικα του Οργανισμού Δικαστηρίων και κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, διοικητικής φύσεως που διευκολύνουν την εύρυθμη λειτουργία των δικαστηρίων.
γ. Με σκοπό την επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης στο Συμβούλιο της Επικρατείας, περιέχονται διατάξεις, σύμφωνα με τις οποίες αφενός μεν ορίζεται ελάχιστος αριθμός δικαστών κατά την εκδίκαση των υποθέσεων στην Ολομέλεια, αφετέρου δε προβλέπεται η συμμετοχή στην Ολομέλεια δύο αναπληρωματικών μελών, προκειμένου να μην καθυστερεί η έκδοση των αποφάσεων σε περίπτωση που απουσιάζει κάποιο μέλος για λόγους υγείας. Οι νέες διατάξεις αυτές ικανοποιούν σχετικό αίτημα του ΣτΕ. Και τέλος,
δ. μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή του νόμου.
Aκολουθεί το πλήρες κείμενο του ν/σ:
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«Μεταρρυθμίσεις για την οικογένεια, το παιδί, την κοινωνία και άλλες διατάξεις»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
«ΣΥΜΦΩΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ»
ΑΡΘΡΟ 1
Σύσταση
Η συμφωνία δύο ενήλικων ετερόφυλων προσώπων με την οποία οργανώνουν τη συμβίωσή τους (σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης), καταρτίζεται αυτοπροσώπως με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Η ισχύς της συμφωνίας αρχίζει από την κατάθεση αντιγράφου του συμβολαιογραφικού εγγράφου στον ληξίαρχο του τόπου κατοικίας τους, το οποίο καταχωρείται σε ειδικό βιβλίο του Ληξιαρχείου.
ΑΡΘΡΟ 2
Προϋποθέσεις
1. Για τη σύναψη συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης απαιτείται πλήρης δικαιοπρακτική ικανότητα.
2. Δεν επιτρέπεται η σύναψη συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης:
α) αν υπάρχει γάμος ή σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης των ενδιαφερόμενων προσώπων ή του ενός από αυτά,
β) μεταξύ συγγενών εξ αίματος σε ευθεία γραμμή απεριορίστως και εκ πλαγίου μέχρι και τον τέταρτο βαθμό, καθώς και μεταξύ συγγενών εξ αγχιστείας σε ευθεία γραμμή απεριορίστως και
γ) μεταξύ εκείνου που υιοθέτησε και αυτού που υιοθετήθηκε.
3. Η παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου συνεπάγεται την ακυρότητα του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης.
ΑΡΘΡΟ 3
Ακυρότητα του συμφώνου
Την κατά το προηγούμενο άρθρο ακυρότητα του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης μπορεί να επικαλεσθεί, εκτός από τους συμβληθέντες, και όποιος προβάλλει έννομο συμφέρον οικογενειακής ή περιουσιακής φύσης. Ο εισαγγελέας μπορεί να ζητήσει αυτεπαγγέλτως την αναγνώριση της ακυρότητας, αν το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης αντίκειται στη δημόσια τάξη.
ΑΡΘΡΟ 4
Λύση
1. Το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης λύεται: α) με συμφωνία των συμβληθέντων, που γίνεται αυτοπροσώπως με συμβολαιογραφικό έγγραφο, β) με μονομερή συμβολαιογραφική δήλωση, αφότου αυτή κοινοποιηθεί με δικαστικό επιμελητή στον άλλον και γ) αυτοδικαίως, αν συναφθεί γάμος είτε μεταξύ των συμβληθέντων, είτε μεταξύ ενός από αυτούς και τρίτου.
2. Σε κάθε περίπτωση, η λύση του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης καταχωρείται στο ειδικό βιβλίο, όπου έχει καταχωρηθεί και η σύσταση αυτού.
ΑΡΘΡΟ 5
Επώνυμο
Το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης δεν μεταβάλλει το επώνυμο των συμβληθέντων. Ο καθένας μπορεί, εφόσον συγκατατίθεται ο άλλος, να χρησιμοποιεί στις κοινωνικές σχέσεις το επώνυμο του άλλου ή να το προσθέτει στο δικό του.
ΑΡΘΡΟ 6
Περιουσιακές σχέσεις
Με το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης ή και με μεταγενέστερο συμβολαιογραφικό έγγραφο μπορεί να ρυθμίζονται οι περιουσιακές σχέσεις των συμβληθέντων και ιδίως η τύχη των περιουσιακών στοιχείων που θα αποκτηθούν κατά τη διάρκεια του συμφώνου (αποκτήματα). Αν δεν υπάρχει συμφωνία για τα αποκτήματα, το κάθε μέρος έχει, μετά τη λύση του συμφώνου, αξίωση κατά του άλλου για ό,τι αυτό απέκτησε και με τη δική του συμβολή. Η αξίωση αυτή δεν γεννάται στο πρόσωπο των κληρονόμων του δικαιούχου, δεν εκχωρείται ούτε κληρονομείται από αυτούς, στρέφεται όμως κατά των κληρονόμων του υποχρέου. Η αξίωση παραγράφεται δύο έτη μετά τη λύση του συμφώνου.
ΑΡΘΡΟ 7
Διατροφή μετά τη λύση
1. Στο σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης ή και σε μεταγενέστερο συμβολαιογραφικό έγγραφο μπορεί να περιέχεται συμφωνία με την οποία αναλαμβάνεται, είτε από το ένα ή το άλλο μέρος είτε και αμοιβαίως, υποχρέωση διατροφής μόνο για την περίπτωση κατά την οποία, μετά τη λύση του συμφώνου, το ένα από τα μέρη δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη διατροφή του από τα εισοδήματά του ή από την περιουσία του. Δεν έχει υποχρέωση διατροφής εκείνος που, ενόψει και των λοιπών υποχρεώσεών του, δεν είναι σε θέση να τη δώσει χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή. Η υποχρέωση αυτή δεν βαρύνει τους κληρονόμους του υποχρέου.
2. Ο δικαιούχος διατροφής από το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης συμπορεύεται, ως προς το δικαίωμα διατροφής, με τον διαζευγμένο σύζυγο του υποχρέου.
3. Ο υπόχρεος διατροφής, μετά τη λύση του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης, δεν μπορεί να επικαλεσθεί την υποχρέωση του αυτή, προκειμένου να απαλλαγεί, εν όλω ή εν μέρει, από την υποχρέωση συνεισφοράς ή διατροφής συζύγου ή ανήλικων τέκνων του.
4. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3, η συμβατική υποχρέωση της παραγράφου 1 προηγείται της εκ του νόμου υποχρέωσης διατροφής άλλων προσώπων απέναντι στον δικαιούχο, που βρίσκεται σε αδυναμία, μετά τη λύση του συμφώνου, να διατρέφει τον εαυτό του με τις δικές του δυνάμεις.
ΑΡΘΡΟ 8
Τεκμήριο πατρότητας
1. Το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης ή εντός τριακοσίων ημερών από τη λύση ή την αναγνώριση της ακυρότητάς του, τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα τον άνδρα με τον οποίο η μητέρα κατάρτισε το σύμφωνο. Το τεκμήριο ανατρέπεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Τα άρθρα 1466 επ. ΑΚ, καθώς και τα άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ, εφαρμόζονται αναλόγως.
2. Η ακυρότητα ή η ακύρωση του συμφώνου δεν επηρεάζει την πατρότητα των τέκνων.
ΑΡΘΡΟ 9
Επώνυμο τέκνων
Το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης ή εντός τριακοσίων ημερών από τη λύση ή την αναγνώριση της ακυρότητάς του, φέρει το επώνυμο που επέλεξαν οι γονείς του με κοινή και αμετάκλητη δήλωση τους που περιέχεται στο σύμφωνο ή σε μεταγενέστερο συμβολαιογραφικό έγγραφο, πριν τη γέννηση του πρώτου τέκνου. Το επώνυμο που επιλέγεται είναι κοινό για όλα τα τέκνα και είναι υποχρεωτικά το επώνυμο του ενός από τους γονείς ή συνδυασμός των επωνύμων τους. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα από δύο επώνυμα. Αν η δήλωση παραλειφθεί, το τέκνο θα έχει σύνθετο επώνυμο, αποτελούμενο από το επώνυμο και των δύο γονέων του. Αν το επώνυμο του ενός ή και των δύο γονέων είναι σύνθετο, το επώνυμο του τέκνου θα σχηματισθεί με το πρώτο από τα δύο επώνυμα.
ΑΡΘΡΟ 10
Γονική μέριμνα
1. Η γονική μέριμνα τέκνου που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης ή μέσα σε τριακόσιες μέρες από τη λύση ή την αναγνώριση της ακυρότητάς του, ανήκει στους δύο γονείς και ασκείται από κοινού. Οι διατάξεις του ΑΚ για τη γονική μέριμνα των τέκνων που κατάγονται από γάμο εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή.
2. Αν το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης λυθεί, για τους λόγους που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 4 του παρόντος, για την άσκηση της γονικής μέριμνας εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 1513 του ΑΚ.
ΑΡΘΡΟ 11
Κληρονομικό δικαίωμα
1. Με τη λύση του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης λόγω θανάτου, αυτός που επιζεί έχει κληρονομικό δικαίωμα εξ αδιαθέτου, το οποίο ανέρχεται στο έκτο της κληρονομίας, αν συντρέχει με κληρονόμους της πρώτης τάξης, στο τρίτο, αν συντρέχει με κληρονόμους άλλων τάξεων και σε ολόκληρη την κληρονομία, αν δεν υπάρχει συγγενής του κληρονομουμένου, που να καλείται ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος.
2. Αυτός που επιζεί έχει δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία, το οποίο ανέρχεται στο ήμισυ της εξ αδιαθέτου μερίδας, που του αναλογεί. Κατά το ποσοστό αυτό μετέχει ως κληρονόμος.
3. Τα άρθρα 1826 επ., 1839 επ. και 1860 του ΑΚ εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή.
ΑΡΘΡΟ 12
Αναστολή παραγραφής
Το άρθρο 256 ΑΚ περίπτ.1 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. μεταξύ συζύγων κατά τη διάρκεια του γάμου, έστω και αν ύστερα ακυρωθεί, καθώς και μεταξύ προσώπων που έχουν συνάψει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, όσο αυτό ισχύει».
ΑΡΘΡΟ 13
Πεδίο εφαρμογής
Ο νόμος αυτός εφαρμόζεται σε κάθε σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, εφόσον αυτό έχει καταρτισθεί στην Ελλάδα ή ενώπιον ελληνικής προξενικής αρχής. Σε κάθε άλλη περίπτωση, εφαρμόζεται το δίκαιο που ορίζεται από τους κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
ΑΡΘΡΟ 14
Ισχυρός κλονισμός
Η τρίτη παράγραφος του άρθρου 1439 του ΑΚ αντικαθίσταται ως εξής:
«Εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς από δύο τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο μπορεί να ζητηθεί, έστω και αν ο λόγος του κλονισμού αφορά στο πρόσωπο του ενάγοντος. Η συμπλήρωση του χρόνου διάστασης δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που έγιναν ως προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ των συζύγων».
ΑΡΘΡΟ 15
Τέκνα χωρίς γάμο των γονέων τους
Το άρθρο 1515 του ΑΚ αντικαθίσταται ως εξής:¨
«Τέκνα χωρίς γάμο των γονέων τους. Η γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του, ανήκει στη μητέρα του. Σε περίπτωση αναγνώρισής του, αποκτά γονική μέριμνα και ο πατέρας, που όμως την ασκεί αν υπάρχει συμφωνία των γονέων κατά το άρθρο 1513 ή αν έπαυσε η γονική μέριμνα της μητέρας, ή αν αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς ή πραγματικούς λόγους.
Με αίτηση του πατέρα, το δικαστήριο μπορεί και σε κάθε άλλη περίπτωση να αναθέσει και σε αυτόν την άσκηση της γονικής μέριμνας ή μέρους της, εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου.
Σε περίπτωση δικαστικής αναγνώρισης, στην οποία αντιδίκησε ο πατέρας, αυτός δεν ασκεί γονική μέριμνα ούτε αναπληρώνει τη μητέρα στην άσκησή της, εκτός αν υπάρχει συμφωνία των γονέων κατά το άρθρο 1513. Το δικαστήριο μπορεί, αν το επιβάλλει το συμφέρον του τέκνου, να αποφασίσει διαφορετικά με αίτηση του πατέρα, εφόσον έπαυσε η γονική μέριμνα της μητέρας, ή αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς ή πραγματικούς λόγους, ή υπάρχει συμφωνία των γονέων».
ΑΡΘΡΟ 16
Δικαστική αναπλήρωση της συναίνεσης
Το άρθρο 1552 ΑΚ αντικαθίσταται ως εξής:
«Δικαστική αναπλήρωση της συναίνεσης. Η συναίνεση των γονέων για υιοθεσία του τέκνου τους αναπληρώνεται, με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου, στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) αν οι γονείς είναι άγνωστοι ή το τέκνο είναι έκθετο, β) αν και οι δύο γονείς έχουν εκπέσει από τη γονική μέριμνα ή βρίσκονται σε καθεστώς στερητικής δικαστικής συμπαράστασης που τους αφαιρεί και την ικανότητα να συναινούν για την υιοθεσία του παιδιού τους, γ) αν οι γονείς έχουν άγνωστη διαμονή είτε πριν είτε μετά την παροχή της γενικής εξουσιοδότησης του άρθρου 1554, δ) αν το τέκνο προστατεύεται από αναγνωρισμένη κοινωνική οργάνωση, έχει αφαιρεθεί από τους γονείς η άσκηση της επιμέλειας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1532 και 1533, και αυτοί αρνούνται καταχρηστικά να συναινέσουν και ε) αν το τέκνο έχει παραδοθεί με τη συναίνεση των γονέων σε οικογένεια για φροντίδα και ανατροφή, με σκοπό την υιοθεσία, και έχει ενταχθεί σε αυτήν επί χρονικό διάστημα ενός τουλάχιστον έτους, οι δε γονείς εκ των υστέρων αρνούνται καταχρηστικά να συναινέσουν. Αν οι περιπτώσεις α΄ έως ε΄ συντρέχουν μόνο στο πρόσωπο του ενός εκ των γονέων, η απόφαση του δικαστηρίου αναπληρώνει τη συναίνεση μόνο αυτού.
Με απόφαση του δικαστηρίου αναπληρώνεται και η συναίνεση του επιτρόπου για την υιοθεσία του ανηλίκου, εφόσον ο τελευταίος προστατεύεται από αναγνωρισμένη κοινωνική οργάνωση και ο επίτροπος αρνείται καταχρηστικά να συναινέσει»
ΑΡΘΡΟ 17
Ακρόαση συγγενών
Το άρθρο 1553 ΑΚ αντικαθίσταται ως εξής:
«Ακρόαση συγγενών. Στις περιπτώσεις υπό στοιχεία β΄ έως ε΄ της πρώτης παραγράφου, καθώς και στην περίπτωση της δεύτερης παραγράφου του προηγουμένου άρθρου, το δικαστήριο μπορεί να ζητήσει την ακρόαση των πλησιέστερων συγγενών, αν αυτή είναι εφικτή».
ΑΡΘΡΟ 18
Προσθήκη ή απάλειψη κύριου ονόματος
Το άρθρο 1565 ΑΚ αντικαθίσταται ως εξής:
«Προσθήκη ή απάλειψη κύριου ονόματος. Το δικαστήριο μπορεί, με την απόφασή του περί υιοθεσίας να επιτρέψει στον υποψήφιο θετό γονέα, ύστερα από αίτησή του, να προσθέσει στο κύριο όνομα του θετού τέκνου και άλλο όνομα. Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο μπορεί, ύστερα από αίτηση του θετού γονέα, που υποβάλλεται μετά τη συντέλεση της υιοθεσίας αλλά το αργότερο εντός ενός έτους από αυτήν, να επιτρέψει την απάλειψη του κύριου ονόματος που έφερε το θετό τέκνο πριν την υιοθεσία, εφόσον τούτο επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου.
Αν το θετό τέκνο έχει συμπληρώσει το δωδέκατο έτος της ηλικίας του, είναι απαραίτητη, σε κάθε περίπτωση, για τη χορήγηση της άδειας του δικαστηρίου η συναίνεση του ίδιου. Η δεύτερη παράγραφος του άρθρου 1555 εφαρμόζεται και εδώ».
ΑΡΘΡΟ 19
Ποιοι τελούν υπό επιτροπεία
Το άρθρο 1589 του ΑΚ αντικαθίσταται ως εξής:
«Ποιοι τελούν υπό επιτροπεία. Ο ανήλικος τελεί υπό επιτροπεία όταν κανένας γονέας δεν έχει ή δεν μπορεί να ασκήσει τη γονική μέριμνα, όταν το δικαστήριο διορίσει επίτροπο κατά τα άρθρα 1532 και 1535 ή αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας σε τρίτον κατά τα άρθρα 1513, 1514, καθώς και όταν συντρέχουν οι περιπτώσεις των άρθρων 1660 και 1661»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΑΡΘΡΟ 20
Στην παράγραφο 1 του άρθρου 800 ΚΠολΔ προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφιο ως εξής:
«Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία για την τέλεση της υιοθεσίας, όταν ο υιοθετών ή o υιοθετούμενος είναι ελληνικής ιθαγένειας, ακόμη και αν δεν έχουν τη συνήθη διαμονή τους στην Ελλάδα. Στην περίπτωση αυτή είναι αρμόδια τα δικαστήρια της πρωτεύουσας του Κράτους».
ΑΡΘΡΟ 21
Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του ν. 2447/1996 (Α΄ 278) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Όταν, για την υιοθεσία ανηλίκου, οι φυσικοί γονείς ή ο επίτροπος έρχονται σε απευθείας συνεννόηση με τους υποψήφιους θετούς γονείς χωρίς τη μεσολάβηση κοινωνικής υπηρεσίας ή οργάνωσης, οφείλουν τόσο αυτοί όσο και οι υποψήφιοι θετοί γονείς, πριν από την παράδοση του παιδιού ή εντός ενός μηνός από αυτήν, να ανακοινώσουν τη σχετική πρόθεσή τους στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία».
ΑΡΘΡΟ 22
1. Η περ. α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του π.δ. 226/1999 (Α΄ 190) αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Οι Διευθύνσεις Κοινωνικής Πρόνοιας των τεσσάρων τομέων της Νομαρχίας Αθηνών, της Νομαρχίας Ανατολικής και Δυτικής Αττικής για τον νομό Αττικής, πλην της Νομαρχίας Πειραιά, καθώς και για τους νομούς των Περιφερειών Στερεάς Ελλάδος και Θεσσαλίας».
2. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του π.δ. 226/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
« Αν η ξένη υπηρεσία δεν ανταποκριθεί στο αίτημα της ελληνικής για αποστολή στοιχείων που αφορούν το παιδί που θα υιοθετηθεί, ιδίως σχετικά με το κοινωνικό και το ιατρικό ιστορικό του, και παραμείνει έτσι η έρευνα της ελληνικής υπηρεσίας ανολοκλήρωτη, η συντασσόμενη έκθεση της τελευταίας δεν αποστέλλεται».
ΑΡΘΡΟ 23
Η παράγραφος 1 του άρθρου 232 Α του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Όποιος με πρόθεση δεν συμμορφώθηκε σε προσωρινή διαταγή δικαστή ή δικαστηρίου ή σε διάταξη δικαστικής αποφάσεως, με την οποία υποχρεώθηκε σε παράλειψη ή σε ανοχή ή σε πράξη που δεν μπορεί να γίνει από τρίτο πρόσωπο και η επιχείρησή της εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούλησή του, ή σε διάταξη εισαγγελέα σχετική με την προσωρινή ρύθμιση της νομής μεταξύ ιδιώτη και Δημοσίου ή Ο.Τ.Α. ή άλλου Ν.Π.Δ.Δ., τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 6 μηνών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη».
ΑΡΘΡΟ 24
1. Η παράγραφος 12 του άρθρου 80 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (Α΄ 35), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του ν. 3514/2006 (Α΄ 266), καταργείται.
2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 51, όπως ισχύει, του αυτού Κώδικα, αντικαθίσταται ως εξής:
« Η απόσπαση αυτή γίνεται για την εκτέλεση νομοπαρασκευαστικών έργων καθώς και καθηκόντων σχετικών με την εκπαίδευση των δικαστικών λειτουργών, διαρκεί για χρονικό διάστημα ενός έτους και μπορεί να παρατείνεται διαδοχικά μέχρι τη συμπλήρωση πενταετίας».
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, μπορεί να κωδικοποιούνται σε ιδιαίτερο κείμενο οι διατάξεις περί του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών. Κατά την κωδικοποίηση επιτρέπεται, χωρίς να αλλοιώνεται η έννοια των ισχυουσών διατάξεων, νέα διάρθρωση, όπως διάσπαση ή συγχώνευση άρθρων, νέα κατάστρωση αυτών ή απάλειψη διατάξεων που έχουν καταργηθεί ρητά ή σιωπηρά, καθώς και οποιαδήποτε αναγκαία φραστική μεταβολή.
ΑΡΘΡΟ 25
1. Κατά την αληθή έννοια της διατάξεως της παραγράφου 4 του άρθρου 52 του ν. 3689/2008 (Α΄164), ως αναπληρωτές των τακτικών μελών του Συμβουλίου εκλέγονται, κατά περίπτωση, ισάριθμοι με τα τακτικά μέλη υποψήφιοι και σύμφωνα με τη σειρά ψήφων που έλαβαν.
2. Κατά τον διαγωνισμό του έτους 2008 για την εισαγωγή σπουδαστών στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών εφαρμόζονται, ως προς τα προσόντα των υποψηφίων, τα όρια ηλικίας αυτών καθώς και ως προς τις ξένες γλώσσες, οι διατάξεις του ν. 2236/1994 (Α΄ 146).
Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από την έναρξη ισχύος του ν. 3689/2008.
ΑΡΘΡΟ 26
1. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του π.δ 18/1989 αντικαθίσταται ως εξής :
«Για την ύπαρξη απαρτίας απαιτείται πάντως να παρίστανται είκοσι επτά (27) μέλη με αποφασιστική ψήφο».
2. Μετά το τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του π.δ. 18/1989 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Στη σύνθεση μετέχουν και δύο αναπληρωματικά μέλη με δικαίωμα ψήφου καθώς και ένας πάρεδρος, προοριζόμενα να αντικαταστήσουν τυχόν κωλυόμενο ή ελλείπον κατά τη διάσκεψη μέλος. Τα μέλη αυτά μετέχουν και στις διασκέψεις, μέχρι το πέρας αυτών, στις ψηφοφορίες, όμως, μετέχουν μόνον εάν απουσιάζει τακτικό μέλος ή Πάρεδρος, αντιστοίχως. Σε περίπτωση συμμετοχής των μελών αυτών σε ψηφοφορία, το κωλυόμενο μέλος δεν μετέχει εφεξής στη διάσκεψη επί της αυτής υποθέσεως. Για τις μεταβολές αυτές συντάσσεται ειδικό πρακτικό».
ΑΡΘΡΟ 27
Η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1565 του ΑΚ, όπως αντικαταστάθηκε από παράγραφο 3 του άρθρου 19 του παρόντος νόμου, εφαρμόζεται και στις υιοθεσίες που τελέσθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του, εφόσον η σχετική αίτηση προς το δικαστήριο υποβληθεί εντός έτους από αυτή.
ΑΡΘΡO 28
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν στις επιμέρους διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά.