Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Σουμελά, που επέστρεψε στην Αθήνα μετά από σχεδόν δύο χιλιετίες (!) ήταν έργο του Ευαγγελιστή Λουκά με την ονομασία «Παναγία η Αθηνιώτισσα» και μία από τις τρείς εικόνες του (οι άλλες δύο βρίσκονται στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και στη Μονή Κύκκου στην Κύπρο). Η εικονογράφηση της έγινε στην Αθήνα σε εκκλησάκι στην Αρχαία Αγορά και γι' αυτό της έδωσε την ονομασία «Παναγία η Αθηνιώτισσα».
Του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη
[email protected]
Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Σουμελά, που επέστρεψε στην Αθήνα μετά από σχεδόν δύο χιλιετίες (!) ήταν έργο του Ευαγγελιστή Λουκά με την ονομασία «Παναγία η Αθηνιώτισσα» και μία από τις τρείς εικόνες του (οι άλλες δύο βρίσκονται στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και στη Μονή Κύκκου στην Κύπρο). Η εικονογράφηση της έγινε στην Αθήνα σε εκκλησάκι στην Αρχαία Αγορά και γι' αυτό της έδωσε την ονομασία «Παναγία η Αθηνιώτισσα».
Το 386 δύο Αθηναίοι ιερομόναχοι, Βαρνάβας( Βασιλείου) και Σωφρόνιος (Σωτηρίχου), θείος κι ανεψιός, που ήταν κτήτορες της εικόνος ίδρυσαν επί του όρους Μελά στους οποίους, κατά την παράδοση, παρουσιάσθηκε η Παναγία και τους ζήτησε να της ιδρύσουν μοναστήρι σε βουνό του Πόντου στις όχθες του ποταμού Πυξίτη, 45 χιλιόμετρα από την Τραπεζούντα, ή πέντε ώρες δρόμο με το μουλάρι, όπως έλεγαν οι παλιοί Πόντιοι. Και θα εγκαθιστούσαν εκεί τη θαυματουργική εικόνα της, την Παναγία την Αθηνιώτισσα, επί αυτοκράτορος Θεοδοσίου του Μεγάλου στην Τραπεζούντα του Πόντου, και χρονολογείται ως Πατριαρχική Μονή.
Ο Αυτοκράτωρ Εμμανουήλ χάρισε στη Μονή ένα σταυρό με πολύτιμα πετράδια, ενώ το ξύλο του ήταν από εκείνο της Σταύρωσης του Χριστού. Ο Αυτοκράτωρ Δαυίδ δώρισε στη Μονή ένα χειρόγραφο Ευαγγέλιο με διάφορες παραστάσεις. Η Αυτοκρατορία έπεσε το 1461 και ακολούθησε η μακρά περίοδος της Τουρκοκρατίας κατά την οποία η Παναγία Σουμελά υπήρξε το προπύργιο της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού. Οι μοναχοί της Μονής έγιναν δάσκαλοι και δίδασκαν γλώσσα και θρησκεία μαζί. Λιμένα σωτηρίας χαρακτήρισε τη Μονή ο διακεκριμένος Πόντιος συγγραφέας Επαμεινώνδας Κυριακίδης.: « Κέντρον παιδείας λαμπτήρ αληθής σελαγίζων εν τη μακρά και ζοφερά νυκτί».
Η Μονή ιδρύθηκε, αλλά λεηλατήθηκε από ληστές το 644, ερημώθηκε, αλλά ανασυστήθηκε με θαύμα της Παναγίας και κατά θείαν έμπνευσιν του ευσεβούς χριστιανού Χριστοφόρου, που έγινε μοναχός και ηγούμενος της Μονής και από τότε η Μονή λειτουργούσε κανονικά έως το 1922.
Στη Μονή της Παναγίας Σουμελά, βυζαντινοί αυτοκράτορες, λόγω του κύρους της, έδωσαν προνόμια και απένειμαν χρυσόβουλα και οι πατριάρχες σιγγίλια και πλούσια δώρα. Ακόμα και σουλτάνοι ( Βαγιαζήτ, Σελίμ, Μουράτ, Μωάμεθ, Σουλεϊμάν κ.α.) μετά την πτώση των αυτοκρατοριών Κωνσταντινουπόλεως και Τραπεζούντος, με φιρμάνια χορήγησαν προνόμια, πλούσια και πολύτιμα δώρα που βρίσκονταν σε σιδερένια κιβώτια στη Μονή.
Ο σουλτάνος Σελήμ, όταν βασίλευε ο πατέρας του Βαγιαζήτ (1481-1512), ήταν τοπάρχης Τραπεζούντος και όταν έτυχε να περάσει από τα μέρη της Μονής κατά την διάρκεια κυνηγίου, στάθμευσε και διανυκτέρευσε εκεί. Όμως νόσησε ξαφνικά, κατελήφθη από σφοδρούς πόνους και κινδύνευε να πεθάνει. Οι μοναχοί έσπευσαν, επικαλέσθηκαν την βοήθεια της Παναγίας και ως εκ θαύματος ο Σελίμ θεραπεύτηκε! Τότε υποσχέθηκε στους μοναχούς, όταν ανέλθει στο θρόνο να στείλει δώρα. Πράγματι όταν έγινε Σουλτάνος, έστειλε στη Μονή πέντε λαμπάδες από καθαρό κερί σε ύψος όσο και το ανάστημα του και πάχους 20 εκατοστών, για να εκπληρώσει με ευγνωμοσύνη το χρέος για την θεραπεία του. Οι τρείς από τις λαμπάδες εσώζοντο ακέραιες έως το 1922 και έφεραν, από τη βάση έως την κορυφή, χρυσά κοσμήματα και επιγραφές με χρυσά γράμματα. Πέραν τούτου, ο Σελήμ διέταξε και στεγάστηκε ο ναός της Μονής που προεξέχει του σπηλαίου, με χαλκό.
Αλλά και ο σουλτάνος Μουράτ (1574-1595) έδωσε πολλά δώρα, άλλαξε τον χαλκό που κάλυπτε το προεξέχον τμήμα του ναού, με άργυρο, επειδή άκουσε τη συμβουλή του ηγουμένου: «ουκ αναβάλλεις δια την ες αύριον την της εσπέρας εργασίαν» (μην αναβάλλεις εκείνο που θα κάνεις σήμερα, για την επαύριο). Και το εφάρμοσε στον πόλεμο για την κατάκτηση της Βαγδάτης, όταν οι σύμβουλοι του πρότειναν να αναβάλλει την επίθεση για την επαύριο και η φωνή του ηγουμένου αντηχούσε στ’ αυτιά του κι επέμεινε στο ρηθέν της μη αναβολής.
Όταν το 1918 αποχώρησαν οι Ρώσοι από την Τραπεζούντα, η Μονή καταστράφηκε, και το 1923 με την εκδίωξη όλων των μοναχών, άρχισε να δέχεται τις επιδρομές χρυσοθήρων. Έτσι το μοναστήρι λεηλατήθηκε, καταστράφηκε και ερημώθηκε από ισλαμιστές, άρπαξαν βαρύτιμα κειμήλια της Μονής, σκεύη, εικόνες, χρυσά άμφια και την πολύτιμη βιβλιοθήκη με χιλιάδες τόμους χειρογράφων, άλλα μεταφέρθηκαν στην Άγκυρα και άλλα κατεστράφησαν.
Πριν φύγουν οι τελευταίοι μοναχοί, Ιερεμίας και Αμβρόσιος πήραν την θαυματουργό εικόνα του ευαγγελιστή Λουκά, τον σταυρό με τα πολύτιμα πετράδια του Εμμανουήλ Κομνηνού και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο του οσίου Χριστοφόρου και τα έθαψαν σε κρύπτη, δίπλα στο Μετόχι της Αγίας Βαρβάρας στο μικρό λόφο σε απόσταση διακοσίων μέτρων.
Το 1931, οι σχέσεις Ελλάδος και Τουρκίας εξομαλύνθηκαν και ο Τούρκος πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Αθήνα. Εκεί, μετά από παράκληση του Πόντιου υπουργού Λεωνίδα Ιασωνίδη, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος ζήτησε από τον Ινονού να επιτρέψει στον μοναχό Αμβρόσιο τον Σουμελιώτη, να μεταβεί στη Μονή Σουμελά και να πάρει τα κρυμμένα ιερά κειμήλια. Πήγε ο Αμβρόσιος στο Μετόχι της Αγίας Βαρβάρας, τα βρήκε, τα έφερε στην Αθήνα και τα παρέδωσε στον αποκρισάριο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, Χρύσανθο (Φιλιππίδη), ο οποίος τα παρέδωσε στο Βυζαντινό Μουσείο.
Τα τρία ιερά κειμήλια της Παναγίας Σουμελά, αφού φιλοξενήθηκαν στο Βυζαντινό Μουσείο, το 1993 με απόφαση του πρωθυπουργού Κων. Μητσοτάκη, μεταφέρθηκαν και βρίσκονται στην νέα Μονή της Παναγίας Σουμελά που κτίσθηκε το 1951 στο όρος Βέρμιο της Ημαθίας και αποτελεί από τότε Πανελλήνιο προσκύνημα.
Η ιδέα της δημιουργίας της νέας Μονής ανήκει στον ευπατρίδη Φίλωνα Κτενίδη. Εκεί βρίσκονται μνημεία και τάφοι επιφανών Ποντίων, όπως του Αλέξανδρου Υψηλάντη αρχηγού της Επαναστάσεως του 1821, των βουλευτών Ισαάκ Λαυρεντίδη, Ελευθέριου Ελευθεριάδη, Σταύρου Νικολαϊδη, άλλων επιφανών Ποντίων, αλλά και του ξεχωριστού Ποντίου ευεργέτη Ζώρα Μελισσανίδη, του οποίου τα παιδιά Δημήτρης και Ιάκωβος, διέθεσαν πάνω από 5 εκατ. ευρώ για την δημιουργία του ξενώνα «Μελισσανίδειο Μέλαθρο» στη μνήμη των γονιών τους Ζώρα και Βέρας.