Οι ευρωβουλευτές αρνήθηκαν να ολοκληρώσουν την λεγόμενη «διαδικασία απαλλαγής» για το 2020 για τον Frontex και το Συμβούλιο.
Οι ευρωβουλευτές αρνήθηκαν να ολοκληρώσουν την λεγόμενη «διαδικασία απαλλαγής» για το 2020 για τον Frontex και το Συμβούλιο.
345 ευρωβουλευτές ψήφισαν υπέρ της σύστασης της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να αρνηθεί τη χορήγηση απαλλαγής στον Frontex, ενώ 284 ψήφισαν κατά της πρότασης (δηλ. υπέρ της χορήγησης απαλλαγής) και 8 απείχαν.
Οι ευρωβουλευτές εκφράζουν βαθιά ανησυχία για τα πορίσματα της έρευνας και το μέγεθος των σοβαρών παραπτωμάτων και άλλων παρατυπιών που διαπίστωσε η Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης της ΕΕ (OLAF) υπό τη διαχείριση του προηγούμενου εκτελεστικού διευθυντή του Οργανισμού, ο οποίος παραιτήθηκε στις 28 Απριλίου 2022 μετά τη δημοσίευση της σχετικής αποκαλυπτικής έκθεσης.
Ο Οργανισμός δεν προστάτευσε τα θεμελιώδη δικαιώματα των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο και, σύμφωνα με δημοσιεύματα των μέσων ενημέρωσης, συμμετείχε στις παράνομες επαναπροωθήσεις τουλάχιστον 957 προσφύγων από τον Μάρτιο του 2020 έως τον Σεπτέμβριο του 2021, αναφέρει το Κοινοβούλιο. Οι ευρωβουλευτές εκφράζουν επίσης τον αποτροπιασμό τους σχετικά με την αυτοκτονία μέλους του προσωπικού, η οποία «σχετίζεται με εικαζόμενες πρακτικές σεξουαλικής παρενόχλησης» και σημειώνουν ότι το 2020 αναφέρθηκαν 17 περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης, εκ των οποίων οι 15 έκλεισαν χωρίς περαιτέρω διερεύνηση.
Το Κοινοβούλιο εκφράζει την ικανοποίησή του για τον διορισμό της νέας προσωρινής διευθύντριας του Frontex τον Ιούλιο του 2022, για τα διορθωτικά μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί ή προγραμματιστεί και για τις θετικές αλλαγές όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα. Χαιρετίζουν τον νέο τρόπο διαχείρισης εντός του Οργανισμού, ο οποίος προσπαθεί να τον καταστήσει ασφαλή χώρο εργασίας που ενθαρρύνει τους ανθρώπους να μιλήσουν δημόσια, επισημαίνοντας παράλληλα ότι τα προβλήματα στον Οργανισμό ενδέχεται να είναι βαθύτερης διαρθρωτικής φύσης και να ξεπερνούν την αμέλεια και τα λάθη μεμονωμένων ατόμων, όπως διατείνεται το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού.
Το σημείο αυτό τονίστηκε από πολλούς ευρωβουλευτές κατά τη διάρκεια της συζήτησης περί ευθύνης του Frontex για παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ. Από την άλλη, πολλοί ομιλητές τάχθηκαν υπέρ της χορήγησης της απαλλαγής, αναφερόμενοι στις τρέχουσες μεταρρυθμίσεις στον Frontex και την πρόοδο που έχει σημειωθεί για τις προϋποθέσεις που έθεσε το Κοινοβούλιο στην προηγούμενη έκθεσή του.
Στην έκθεσή τους, οι ευρωβουλευτές εκφράζουν επίσης τη λύπη τους για το γεγονός ότι ο Frontex δεν έχει εφαρμόσει ορισμένες από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην προηγούμενη έκθεση του Κοινοβουλίου. Ειδικότερα, ζητούν την αναστολή των δραστηριοτήτων στήριξης του Frontex στην Ουγγαρία (επιστροφές), δεδομένης της κατάστασης του κράτους δικαίου στη χώρα.
Όσον αφορά την Ελλάδα, το Κοινοβούλιο εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις πρόσφατες αποκαλύψεις των ΜΜΕ που είχαν πρόσβαση στην έκθεση της OLAF, σύμφωνα με την οποία η πρώην εκτελεστική ηγεσία του Οργανισμού ήταν ενήμερη για παράνομες επαναπροωθήσεις και στήριζε και συμμετείχε στη χρηματοδότησή τους, και παροτρύνει την Επιτροπή να αναλάβει σοβαρή ευθύνη και να λάβει σαφή μέτρα για να διασφαλίσει ότι δεν θα επαναληφθούν τέτοιες καταστάσεις και να καταστήσει τους οργανισμούς και τους φορείς της ΕΕ υπόλογους για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εκφράζει επίσης περαιτέρω ανησυχία για το γεγονός ότι (σύμφωνα με αναφορές) διερμηνέας που απασχολείται από τον Οργανισμό δέχθηκε επίθεση από Έλληνες συνοριοφύλακες, μαζί με τουλάχιστον 100 υπηκόους τρίτων χωρών, και στη συνέχεια εξαναγκάστηκε να διασχίσει τα σύνορα προς την Τουρκία και καλεί τον Οργανισμό και τις ελληνικές αρχές να επιταχύνουν την έρευνα και να επιβάλουν κυρώσεις για κάθε πιθανό παράπτωμα.
Το Κοινοβούλιο χορηγεί απαλλαγή στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την οποία είχε αναβάλει αρχικά τον Μάιο.
Όπως συμβαίνει για πάνω από μία δεκαετία, οι ευρωβουλευτές αρνήθηκαν να εγκρίνουν την απαλλαγή του Συμβουλίου, λόγω της έλλειψης συνεργασίας του θεσμικού οργάνου.
Σε ανακοίνωσή της η Ευρωομάδα του ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνει: «Η Έκθεση της OLAF (Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης) διέρρευσε την προηγούμενη εβδομάδα, 8 μήνες μετά την ολοκλήρωσή της, στο περιοδικό Spiegel και στο site FragDenStaat. Η Έκθεση εξέτασε εκτεταμένως τη δράση της Frontex, και τα πορίσματά της συνετέλεσαν στην παραίτηση του επικεφαλής της, Fabrice Leggeri, ο οποίος ακόμη δεν έχει αντικατασταθεί. Στην Εκθεση, μεταξύ πολλών σοβαρών παραβιάσεων του καταστατικού και του νομοθετικού πλαισίου λειτουργίας της, καταγράφονται και πιέσεις εκ μέρους των ελληνικών Αρχών σε αξιωματούχους της Frontex για να συγκαλύψουν επαναπροωθήσεις χωρίς την απαραίτητη αντίδραση της ηγεσίας της σε αυτές τις πιέσεις καθώς και προσπάθεια στο εσωτερικό της Frontex να αποκλειστεί από την εσωτερική πληροφόρηση το τμήμα προστασίας δικαιωμάτων (FRO) για τη διερέυνηση περιστατικών και καταγγελλιών παραβίασης θεμελιωδών δικαιωμάτων».
«Επιπλέον, να σημειωθεί ότι το πόρισμα αποκαλύπτει με ωμό τρόπο πώς η Frontex είχε γνώση ότι οι ελληνικές αρχές εγκατέλειψαν πρόσφυγες σε φουσκωτά μέσα στη θάλασσα στο Αιγαίο, προκειμένου να μην μπορέσουν να ασκήσουν το δικαίωμά τους να ζητήσουν άσυλο στην Ε.Ε. Παρά την ξεκάθαρη Έκθεση της OLAF αλλά και τα από καιρό και αναρίθμητα ρεπορτάζ για τις παράνομες επαναπροωθήσεις, η ελληνική κυβέρνηση επιμένει να απορρίπτει τις κατηγορίες, να κάνει λόγο για «fakenews» και να αρνείται την επί της ουσίας και πραγματικά ανεξάρτητη διερεύνηση των συγκεκριμένων περιστατικών. Οι διαπιστωμένες παραβιάσεις είναι τόσο σοβαρές που χρήζουν βαθιάς, πραγματικής και ανεξάρτητης διερεύνησης ώστε να αποδοθούν ευθύνες στους, πολιτικούς και επί τόπου αρμόδιους. Η ανομία και η παραβίαση του υπάρχοντος ελληνικού και ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου για τη φύλαξη των συνόρων, συμπεριλαμβανομένου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων που προβλέπονται σε αυτό, με κίνδυνο μάλιστα απώλειας ανθρώπινων ζωών, πρέπει να σταματήσει. Η Ελλάδα δεν μπορεί να εκτίθεται αναλαμβάνοντας το κόστος λανθασμένων απάνθρωπων και παράνομων πολιτικών, το κόστος της ευρωπαϊκής υποκρισίας απέναντι σε μια Τουρκία που εργαλειοποιεί απελπισμένους ανθρώπους».
naftemporiki.gr