Η Θεατρική Ομάδα APUS επιστρέφει με την τραγελαφική φάρσα του Αργύρη Χιόνη «Το Μήνυμα» σε σκηνοθεσία Ανθής Φουντά, για έναν νέο κύκλο, οκτώ παραστάσεων.
Η Θεατρική Ομάδα APUS επιστρέφει με την τραγελαφική φάρσα του Αργύρη Χιόνη «Το Μήνυμα» σε σκηνοθεσία Ανθής Φουντά, για έναν νέο κύκλο, οκτώ παραστάσεων.
Η πρεμιέρα θα γίνει στις 19 Οκτωβρίου στο θέατρο Θέατρο Χώρος, όπου το έργο θα ανεβαίνει κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 9 μ.μ., έως τις 10 Νοεμβρίου [Πραβίου 6-8, Βοτανικός].
Η Ανθή Φουντά μίλησε μαζί μας.
Θα θέλατε να μας συστήσετε το έργο; Τι διαδραματίζεται στην υπόθεσή του;
«Το έργο μάς αφηγείται το ατελείωτο ταξίδι των (δύο) ανθρώπων, του Α και του Β, με προορισμό την παράδοση ενός μηνύματος σε κάποιον. Οι άνθρωποι δεν θυμούνται το μήνυμα που πρέπει να παραδώσουν, ούτε όμως και ποιος τους το έδωσε ή ποιος είναι ο παραλήπτης. Εγκλωβισμένοι μέσα στην ατελείωτη αυτή διαδρομή, άλλες φορές απελπίζονται και άλλες φορές διαφεύγουν μέσα από τη φαντασία τους».
Ποια κεντρικά, διαχρονικά θέματα αναδύονται από τον πυρήνα της παράστασης;
«Η ανάγκη των ανθρώπων να βρίσκουν ένα νόημα στην ύπαρξή τους. Το αιωνίως αναπάντητο του “τί αλήθεια κάνουμε εδώ;”, ψάχνει την απάντησή του σε ένα νόημα είτε σχετικό με τον χώρο που μας περιβάλλει, είτε σχετικό με τους ανθρώπους που μας περιβάλλουν, είτε σχετικό με ό,τι φανταζόμαστε ότι προυπήρχε της αρχής του σύμπαντος.
Ταυτόχρονα, αναδύεται και η δύναμη της φαντασίας των ανθρώπων που, ταυτόχρονα, τους εγκλωβίζει και τους απελευθερώνει. Τους εγκλωβίζει σε όσα φαντάζονται ότι πρέπει να είναι, σε όσα φαντάζονται ότι ανήκουν. Τους απελευθερώνει μέσα από τη φαντασίωση. “Αν τώρα βρίσκαμε μια όαση, φαντάσου πώς θα ήταν”, “Θα σου πω μια ιστορία για να αλλάξω την εστίαση της σκέψης σου ή να σε κοιμίσω” ή “Ας πούμε ψέματα, ας κάνουμε τη φαντασία μας εργαλείο”».
Κάποια σκέψη, κάποιο συναίσθημα από την πρώτη επαφή σας με το κείμενο του Αργύρη Χιόνη;
«Με έκανε να αναρωτηθώ, γιατί δεν σταματάνε αυτό το βασανιστικά ατελείωτο ταξίδι; Και τότε σκέφτηκα, τί μπορεί να είναι χειρότερο από ένα ατελείωτο ταξίδι; Ίσως η σκέψη ότι είτε συνεχίσεις είτε σταματήσεις, δεν θα αλλάξει τίποτα. Η σκέψη ότι τίποτα δεν έχει νόημα. Η πλήρης ματαίωση της ευκαιρίας για ένα νόημα. Έτσι αγάπησα και κατάλαβα την ατελείωτη πίστη του Α και του Β στο νόημα αυτού του ταξιδιού, την πίστη στην ύπαρξη ενός παραλήπτη που ακόμα κι αν δεν παραλάβει το μήνυμα, ίσως να είναι εκεί για να παραλάβει εκείνους όταν φτάσουν.
Η κωμικότητα των ηρώων μέσα στην απελπισία τους είναι αυτό που ήθελα να φωτίσω μέσα από τη σκηνοθεσία. Η ακραία ανάγκη καταλήγει να είναι τρομακτικά κωμική».
Μια περιγραφή σας για τους δύο αγγελιαφόρους;
«Είναι αλληλοσυμπληρωματικοί και χαρακτηρίζονται από ό,τι τους λείπει. Ο ένας μοιάζει πιο σίγουρος για τη διαδρομή, για τη φύση αυτού του ατελείωτου ταξιδιού. Φτάνει να μη ρωτήσει ο άλλος, “μήπως και χαθήκαμε;”· τότε η πίστη κλωνίζεται και επέρχεται πανικός. Ο άλλος, παρότι πρωτάρης, είναι αυτός που λόγω της ακραίας ανάγκης φτάνει να οδηγεί σε μια κάποια λύση. Είναι δύο συγκινητικές φιγούρες, που το μόνο που δεν φέρνουν ποτέ υπό αμφισβήτηση είναι αν αυτό το ταξίδι θα το συνεχίσουν μαζί. Αν ο ένας φοβηθεί, ο άλλος θα κάνει το παν για να τον συνεφέρει, γιατί δεν μπορεί να συνεχίσει μόνος. Είναι μια ομάδα».
Τι ήταν αυτό που περισσότερο σας προσέλκυσε στο συγκεκριμένο ανέβασμα; Και πού εστίασε η σκηνοθετική σας προσέγγιση;
«Με τον Γιώργο Πατεράκη και τον Αντώνη Κυριακάκη, τους ηθοποιούς της παράστασης, περάσαμε μια μακρά περίοδο εξωφρενικών προβών. Δοκιμάζαμε τα πάντα. Είχαμε τρομερή όρεξη δημιουργίας, ανάγκη θα έλεγε κανείς, μιας και όλοι μας είχαμε ανακοπεί από τις καραντίνες. Ψάχναμε να βρούμε τί είναι αληθινό για εμάς μέσα σε αυτό το έργο. Και αν μη τι άλλο γελάσαμε τόσο πολύ. Εκ των υστέρων μπορώ να πώ ότι και εμάς μας έσωσε η φαντασία και η όρεξη να πούμε μια ιστορία ο ένας στον άλλον.
Το έργο βρήκε τη σκηνοθεσία του όταν σχεδίασα τον σκηνικό χώρο· τον τρίτο, αν θέλετε, ηθοποιό της παράστασης. Το αχανές και ατελείωτο μεταφράζεται σκηνικά ως το περιοριστικό και μετρημένο. Η σκηνοθετική προσέγγιση θέλει να φανερώνεται ο εγκλωβισμός των δύο αυτών φιγούρων, σιγά σιγά κατά τη διάρκεια του έργου, με αυτούς τους ίδιους να τη χτίζουν. Αν μπορώ να συνοψίσω θα έλεγα ότι στο “Μήνυμα” του Αργύρη Χιόνη διάβασα τη φάρσα της ανθρώπινης δράσης ως τον εγκλωβισμό σε μια πορεία που φτιάχνουμε μόνοι μας».
Λίγα λόγια σας για τη σύνδεση της παράστασης με το εμβληματικό «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ;
«Οι αναλογίες είναι πολλές. Δύο άνθρωποι, οι μεν σε ατελείωτη στάση, οι δε σε ατελείωτη κίνηση, οι μεν περιμένουν κάποιον που δεν έρχεται, οι δε ψάχνουν κάποιον που δεν βρίσκουν. Και στο μεταξύ, άθελά τους, εκφράζουν κάποιες βαθιές υπαρξιακές αγωνίες τής ανθρωπότητας και εμείς τους ακούμε και γελάμε. Ίσως γιατί είναι τόσο γυμνοί, χωρίς μια ιστορία να τους ντύνει, που μας προκαλούν αμηχανία».
Είμαστε, τελικά, αυτό που κάνουμε; Κι αλήθεια, ποιοι θα ήμασταν αν δεν κάναμε κάτι;
«Άκουσα στο ραδιόφωνο μια φράση από ένα έργο, που έλεγε για τους ανθρώπους, ότι αγαπούν να είναι και να δρουν. Ίσως κάποιοι άνθρωποι μες στην ιστορία να φτάσαν να μπορούν να είναι χωρίς να δρουν. Ή μπορεί να ζήσαν σε τέτοιες συνθήκες που χάσαν ό,τι είχαν και δεν είχαν να κάνουν πέρα από τον αγώνα για την ίδια την επιβίωσή τους ως όντα.
Θα πω, πως είμαστε όντα που μπαίνουν σε ρυθμό. Αυτό που λέμε, συνηθίζουμε εύκολα. Στον ρυθμό και των πιο περίεργων καταστάσεων. Αν αυτός ο ρυθμός σταματήσει απότομα, τότε σοκ.
Αυτό που κάνουμε, συνήθως, μας ρυθμίζει. Και μετά, για να οριστούμε απέναντι στους άλλους δίνουμε όνομα στον ρυθμό μας. Αυτό που κάνουμε μας κάνει και μας ονομάζει και μας διακρίνει. Ίσως είναι ο φόβος μιας αδιαφοροποίητης κατάστασης που μας ωθεί σε διαρκή δράση.
Αν δεν κάναμε κάτι, μάλλον θα είμασταν κάτι τελείως διαφορετικό από ό,τι μπορούμε να ονομάσουμε. Σαν μια ερώτηση πολλαπλών επιλογών, που η μόνη ειλικρινής απάντηση είναι: “Άλλη απάντηση. Εξηγήστε:”»
Μια αγαπημένη σας ατάκα, κάποια λόγια από το έργο;
«“Μπορεί να έχεις κάνει 10.000χλμ και να έχεις την ίδια κούραση με αυτήν που θα είχες αν είχες κάνει ένα βήμα. Και να έχεις την ίδια κούραση με αυτήν που θα είχες αν δεν είχες κουνηθεί από τη θέση σου. Η κούραση δεν έχει καμία σχέση με την απόσταση. -Και με τί έχει σχέση; -Πού θες να ξέρω;”»
Του παρόντος ανεβάσματος, έχει προηγηθεί -με έναρξη τον Ιούλιο του 2021, μια επιτυχημένη σειρά ανεβασμάτων· κάποιο σχόλιό σας για αυτή την πορεία των παραστάσεων;
«Είναι μια πολύ ευχάριστη στιγμή όταν μοιράζεσαι ένα έργο με το κοινό και καταλαβαίνεις ότι αυτά που φανταζόσουν, λειτουργούν. Σα να χτίζεις γέφυρα και περνάνε τα αυτοκίνητα και η γέφυρα συνεχίζει να στέκεται. Σκέφτεσαι, άρα στέκει! Ξέραμε πως έχουμε φτιάξει μια διασκεδαστική, τραγελαφική παράσταση. Με το πέρασμα των παραστάσεων ανακαλύψαμε πως το κοινό μένει συντονισμένο τόσο στο γέλιο όσο και στην υπαρξιακή αναζήτηση των ηρώων».
Μιλήστε μας για τη Θεατρική Ομάδα APUS· κάποια μελλοντικά σχέδια;
«Η ομάδα μας αποτελείται από εμένα, τον Αντώνη Κυριακάκη και τον Γιώργο Πατεράκη. Η συνάντησή μας συνέβη πριν πολλά χρόνια σε μια θεατρική ομάδα, όταν ακόμα κανείς μας δεν ήταν ηθοποιός ή σκηνοθέτης. Η πρώτη μας αυτή συνεργασία είναι μια αναπάντεχη χαρά. Δουλέψαμε πολύ σκληρά, βάζοντας εμπόδια, για να μπορούμε σήμερα να πούμε ότι το αποτέλεσμα της δουλειάς μας μας αντιπροσωπεύει και είμαστε περήφανοι για αυτήν.
Για το μέλλον, αναζητούμε ευκαιρίες για να ταξιδέψουμε “το Μήνυμα” σε Φεστιβάλ του εξωτερικού».
Ονόματα –σκηνοθετών, ηθοποιών, συγγραφέων- που επέδρασσαν και επιδρούν στη δουλειά σας;
«Tσάρλι Τσάπλιν, Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Μίχαελ Έντε, Ευγένιος Τριβιζάς»
Να κλείσουμε με κάποιο ή κάποια βιβλία, που διαχρονικά αγαπάτε;
«Μίχαελ Έντε: “Ιστορία χωρίς τέλος”, Φιoντόρ Ντοστογιέφσκι: “Οι φτωχοί”».
Ταυτότητα Παράστασης
Κείμενο: Αργύρης Χιόνης
Δραματουργική επεξεργασία: Oμάδα APUS
(Ανθή Φουντά, Αντώνης Κυριακάκης, Γιώργος Πατεράκης)
Σκηνοθεσία: Ανθή Φουντά
Επιμέλεια Κίνησης: Ευθύμης Χρήστου
Σκηνικά: Σταμάτης Λεόντιος, Κυριάκος Κουτσερινάκης
Κοστούμια: Functional Clothing Lab
Ερμηνεύουν: Αντώνης Κυριακάκης, Γιώργος Πατεράκης
Φωτογραφίες: Δημήτρης Κυριακάκης
Trailer: Apus
Αφίσα: exidas.com
Επικοινωνία: Cont Act (Μαριάννα Παπάκη, Νώντας Δουζίνας)
Παραγωγή: Νaif AMKE