Του Ιωάννη Χατζηθεοδοσίου,
προέδρου ΕΕΑ και επίτιμου διδάκτορα ΠΑΠΕΙ
Του Ιωάννη Χατζηθεοδοσίου,
προέδρου ΕΕΑ και επίτιμου διδάκτορα ΠΑΠΕΙ
ΤΗΝ ΩΡΑ που το οικονομικό κλίμα στην Ευρώπη επιδεινώνεται ραγδαία και όλοι οι δείκτες προεξοφλούν έναν σκληρό χειμώνα εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει αδύναμη να αντιδράσει για την προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Ο ΜΗΝΙΑΙΟΣ δείκτης οικονομικού κλίματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υποχώρησε στις 93,7 μονάδες, με τις προσδοκίες σε όλους τους κλάδους της οικονομίας να είναι αρνητικές. Τα νοικοκυριά περιορίζουν τις δαπάνες και τα σχέδια για αγορές καθώς περιμένουν ότι η οικονομική τους κατάσταση θα χειροτερέψει τους επόμενους μήνες. Οι επιπτώσεις της κρίσης πλήττουν εντονότερα τους οικονομικά ασθενέστερους, με την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) να προειδοποιεί ότι όλο και περισσότερα νοικοκυριά θα βρεθούν σε κατάσταση ενεργειακής φτώχειας, δηλαδή σε αδυναμία πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες ενέργειας για επαρκή θέρμανση, φωτισμό κ.λπ.
ΟΙ ΠΙΕΣΕΙΣ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις γίνονται πλέον ασφυκτικές καθώς η αύξηση του ενεργειακού κόστους, σε συνδυασμό με τον περιορισμό της ζήτησης δημιουργούν τεράστια προβλήματα ρευστότητας. Σε αυτά προστίθεται πλέον και η επιθετική αύξηση του κόστους δανεισμού, εξαιτίας της αύξησης των επιτοκίων. Ήδη τράπεζες και εποπτικές αρχές εκφράζουν ανησυχία για τον κίνδυνο να δημιουργηθεί στην Ευρώπη ένα νέο απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι πολλές μικρομεσαίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με πτώχευση, γεγονός που θα οδηγούσε στην απώλεια θέσεων εργασίας και στην επιδείνωση της φτώχειας.
Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ αυτών των κινδύνων από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακολουθεί μέχρι τώρα το δόγμα «ο καθένας μόνος του». Όπως εκτιμά το think tank Bruegel, οι εθνικές κυβερνήσεις είχαν διαθέσει συνολικά 314 δισ. ευρώ για μέτρα στήριξης των οικονομιών τους μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου. Ωστόσο, παρά τα τεράστια δημοσιονομικά πακέτα, κανένα πρόβλημα δεν έχει ακόμη λυθεί και η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με μια από τις χειρότερες κρίσεις στη μεταπολεμική ιστορία της.
ΜΕ ΤΙΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ εν όψει της νέας Συνόδου Κορυφής στις 20 Οκτωβρίου να είναι χαμηλές, το βάρος της διαχείρισης της κρίσης παραμένει στα χέρια των κυβερνήσεων. Ειδικότερα στη χώρα μας -όπως έχει αναδειχθεί και από πρόσφατες έρευνες του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών- τα μέτρα επιδότησης που έχει εφαρμόσει ως τώρα η κυβέρνηση, αν και αναγκαία, δεν επαρκούν για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της ενεργειακής ακρίβειας. Υπάρχει άμεση ανάγκη για πρόσθετες, γενναίες παρεμβάσεις, όπως η μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, μείωση του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης από το 13% στο 6% και θέσπιση πλαφόν στη λιανική τιμή της ενέργειας, καθώς και η ρύθμιση του συνόλου των οφειλών με θέσπιση 120 δόσεων.
Η ΠΙΕΣΗ για μια συντονισμένη και γενναία ευρωπαϊκή αντίδραση πρέπει να συνεχιστεί. Είναι απαραίτητο η Ευρώπη επιτέλους να «ξυπνήσει» όσο είναι καιρός, για να προλάβει μια βαθιά ύφεση, που θα πλήξει άμεσα εκατομμύρια νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Στο μεταξύ, η Ελλάδα πρέπει να δώσει τη μάχη απέναντι σε μια ακόμη κρίση και να κάνει ό,τι χρειάζεται ώστε να παραμείνει ζωντανή.