Την πεποίθησή του πως τα Γλυπτά του Παρθενώνα τελικά θα επιστρέψουν στην Αθήνα εκφράζει με συνέντευξή του στην εφημερίδα «Sunday Times» ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης. Οι αναφορές του για ελληνοτουρκικά - Ρωσία - οικονομία.
Την πεποίθησή του πως τα Γλυπτά του Παρθενώνα τελικά θα επιστρέψουν στην Αθήνα εκφράζει με συνέντευξή του στην εφημερίδα «Sunday Times» ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, ο κ. Μητσοτάκης πιστεύει ότι πλησιάζει η απόφαση της Βρετανίας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Μάλιστα ο Έλληνας πρωθυπουργός δηλώνει ότι θα εγείρει το ζήτημα όταν ξανά επισκεφτεί το Λονδίνο. Αυτό, κατά πάσα πιθανότητα, θα συμβεί στα τέλη του Νοέμβρη. «Νομίζω ότι το κλίμα έχει αλλάξει στο Ηνωμένο Βασίλειο», τονίζει ο Έλληνας πρωθυπουργός σημειώνοντας πως θα πει στη ομόλογο του, Λιζ Τρας, ότι η επιστροφή των Γλυπτών θα είναι μια «φανταστική χειρονομία» από τη μεριά της Βρετανίας σε μια περίοδο μάλιστα που η γενική εικόνα του Ηνωμένου Βασίλειου είναι «κάπως στριμωγμένη», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός σημειώνει επίσης ότι έχει μια «καλή προσωπική σχέση» με το βασιλειά Κάρολο ο οποίος, όπως υπογραμμίζει ο κ. Μητσοτάκης, εξαιτίας της ιδιότητας του, θα μείνει ουδέτερος στο ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών. Παρ' όλα αυτά ο βασιλιάς Κάρολος είναι θετικός στο αίτημα της επανένωσης των Γλυπτών αποκαλύπτει ο Έλληνας πρωθυπουργός. Η άποψη του αυτή, όπως διευκρινίζει ο κ Μητσοτάκης, προκύψει από τις κατ' ίδιαν συζητήσεις που είχε με τον βασιλιά όταν ακόμη ήταν πρίγκιπας της Ουαλίας.
Κατά τα λοιπά ο Έλληνας πρωθυπουργός απαντάει σε ερωτήσεις σχετικά με τις υποκλοπές όπου δε διστάζει να παραδεχθεί ότι δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει η υπόθεση. «Δεν έχω καταφέρει να ξεκαθαρίσω την υπόθεση. Οι εξηγήσεις δεν ήταν επαρκείς και γι' αυτό έπρεπε να αποπέμψω δύο άτομα», λέει ο κ. Μητσοτάκης τονίζοντας παράλληλα ότι «αν κάποιος ήθελε να δημιουργήσει προβλήματα μεταξύ εμού και του ΠΑΣΟΚ, που αποτελούν πιθανούς συνεργάτες σε έναν συνασπισμό, σίγουρα το έχει πετύχει».
Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις «οι οποίες βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών», όπως σημειώνει η εφημερίδα, ο κ. Μητσοτάκης κατηγορεί την Τουρκία για διασπορά ψευδών ειδήσεων. Ενώ για τον Πρόεδρο Ερντογάν λέει πως «επιδιώκει ένα μεγαλειώδες οθωμανικό όραμα. Θέλει να είναι περιφερειακός παίκτης και περιμένει από όλους να αποδεχθούν το μεγαλείο της Τουρκίας, κάτι που προφανώς δεν πρόκειται να συμβεί αν αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας».
Ο Έλληνας πρωθυπουργός, επικαλούμενος την έκθεση του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, κατηγόρησε επίσης τη Ρωσία ότι προσπάθησε να εμπλακεί στην ελληνική πολιτική σκηνή. Σύμφωνα με την εν λόγω έκθεση το 2016 «ένας ολιγάρχης φέρεται πως διοχέτευσε παράνομα 10 εκατομμύρια δολάρια στη χώρα, κατά παράβαση των κυρώσεων των ΗΠΑ. Η ιδέα, ήταν να χρηματοδοτηθεί ένα τηλεοπτικό δίκτυο φιλικά προσκείμενο στη Μόσχα και στο κόμμα ΣΥΡΙΖΑ που νίκησε το 2019», γράφει η εφημερίδα επικαλούμενη δηλώσεις του Έλληνα πρωθυπουργού. Ο «επικεφαλής των πληροφοριών» του δικτύου θα ήταν ο Κώστας Βαξεβάνης, ένας φιλοσυριζαίος δημοσιογράφος που ασκούσε σφοδρή κριτική στον Μητσοτάκη. «Διατηρεί μια εφημερίδα που δημιουργήθηκε με μοναδικό σκοπό να κυνηγά εμένα και τη γυναίκα μου», προσθέτει χαρακτηριστικά ο Έλληνας πρωθυπουργός.
Αξιοσημείωτη είναι η άποψη που εκφράζει η εφημερίδα για τον Έλληνα πρωθυπουργό όπου μεταξύ άλλων λέει πως από την ανάληψη των καθηκόντων του το 2019 «πιστώνεται ότι έκανε ένα οικονομικό θαύμα στην Ελλάδα». Ενώ λίγο παρακάτω τονίζει πως «ο Μητσοτάκης αναδείχθηκε σε είδωλο του ευρωπαϊκού κέντρου αμέσως μετά την απομάκρυνση των λαϊκιστών και της πανδημίας, κάνοντας την Ελλάδα πόλο έλξης για ξένες επενδύσεις. Τον ρυθμό ανάπτυξή της, υψηλότερος από 5 τοις εκατό φέτος, τον ζηλεύουν οι πρώην επικριτές της και αποτελεί απόδειξη ότι ένα γουρούνι μπορεί να πετάξει», γράφει χαρακτηριστικά η βρετανική εφημερίδα, αναφερόμενη στο ακρωνύμιο PIGS που στα αγγλικά σημαίνει γουρούνι και είχε δημιουργηθεί την περίοδο της οικονομικής κρίσης από τις αγγλικές λέξεις της Πορτογαλίας, Ιταλίας, Ελλάδας και Ισπανίας που αντιμετώπιζαν τα σοβαρότερα οικονομικά προβλήματα την εποχή εκείνη.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ