Ο Κακογιάννης υπήρξε διεθνής Ελληνας, φύσει Κύπριος, κατ΄ επιλογήν και Ελλαδίτης. Σφράγισε την εικόνα της χώρας με την συνεχή καλλιτεχνική πρεσβεία και μεσιτεία του ανά τον κόσμο.
Ο Κόσμος του Μιχάλη Κακογιάννη, του σκηνοθέτη, μεταφραστή, σεναριογράφου, ζωγράφου, διανοούμενου, παρουσιάζεται στην έκθεση «Μιχάλης Κακογιάννης: Ο Κόσμος του – Ο Κόσμος μας», την οποία εγκαινίασε χθες η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη στο «Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης». Η έκθεση, που πραγματοποιείται με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννηση του σπουδαίου δημιουργού, εκτείνεται σε όλους τους χώρους του Ιδρύματος και υλοποιήθηκε με την υποστήριξη του ΥΠΠΟΑ.
Στον χαιρετισμό της, η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη ανέφερε τα εξής:
«Σήμερα θυμόμαστε και τιμούμε το έργο ενός σπουδαίου δημιουργού, ενός σημαντικού ανθρώπου με κύρια χαρακτηριστικά την προσήλωση στις αξίες, την ποιότητα, την κοινωνική προσφορά, την μαχητικότητα για όσα πίστευε, για όσα οραματιζόταν. Η μακρά, θαυμαστή πορεία του Μιχάλη Κακογιάννη στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στην όπερα, έχει ένα βασικό, πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό.
Ο Κακογιάννης υπήρξε διεθνής Ελληνας, φύσει Κύπριος, κατ΄ επιλογήν και Ελλαδίτης. Σφράγισε την εικόνα της χώρας με την συνεχή καλλιτεχνική πρεσβεία και μεσιτεία του ανά τον κόσμο.
Όλο του το έργο έχει τη σφραγίδα της ελληνικής κουλτούρας και, κινηματογραφικά, συνοψίζει την εικόνα της ελληνικότητας. Ένα πολύ μεγάλο μέρος του έργου του, κυρίως της φιλμογραφίας του, είναι ένας ύμνος στην Ελλάδα. Από τις ανηφοριές της Νεάπολης στο «Κυριακάτικο Ξύπνημα», στα Εξάρχεια της «Στέλλας», την Υδρα του «Κοριτσιού με τα Μαύρα», την Κρήτη του «Ζορμπά», ο Κακογιάννης κινηματογράφησε τους ήρωές του, απόλυτα συνδεδεμένους με χώρο, ριζωμένους στο ελληνικό τοπίο.
Και αργότερα, όταν έγινε ο βασικός διασκευαστής του αρχαίου ελληνικού δράματος στον κινηματογράφο με την τριλογία του, την «Ηλέκτρα», τις «Τρωάδες» και την «Ιφιγένεια» -αν και είχε προηγηθεί ο Γιώργος Τζαβέλας με την «Αντιγόνη»- έσπασε τα όρια της ορχήστρας του αρχαίου θεάτρου. Τη μετέτρεψε σε κινηματογραφική οθόνη, αγγίζοντας αμέτρητους θεατές σε όλο τον κόσμο, με ένα διαφορετικό μέσο, αλλά με απόλυτο σεβασμό στην πρωτότυπη πηγή, στο πνεύμα του ποιητή, στο ήθος του δράματος.
Ο Μιχάλης Κακογιάννης το πέτυχε αυτό γιατί ο ίδιος ήταν άνθρωπος με παιδεία ευρύτατη, πολύπλευρη και εξαιρετικά υψηλού επιπέδου. Σπούδασε νομικά στο Λονδίνο και επιχείρησε να ακολουθήσει την οικογενειακή παράδοση του δικηγόρου πατέρα του. Αλλά τον ενδιέφεραν διαφορετικά πράγματα. Σπούδασε υποκριτική στο Central School of Speech and Drama και σκηνοθεσία στο Old Vic School, ενώ κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου εργάστηκε στο BBC ως εκφωνητής ειδήσεων και παραγωγός πολιτιστικών προγραμμάτων.
Γι αυτό και πέτυχε κάτι πολύ σημαντικό στην καριέρα του: Διέψευσε με τον πιο καθοριστικό και απόλυτο τρόπο όσους θεωρούν ότι η ποιότητα και η εμπορικότητα είναι έννοιες απολύτως ασύμβατες μεταξύ τους. Γιατί ο ίδιος ήταν προικισμένος με μοναδικά χαρίσματα, αλλά και γιατί δεν δίστασε να επενδύσει σ΄ αυτά ταυτίζοντας την δουλειά και την τέχνη με τη ζωή του. Πολίτης του κόσμου, με εξαιρετικές σπουδές, με μοναδική αφηγηματική ευκολία, αλλά και με έμφυτη την πλατωνική ικανότητα του «καταμαντεύεσθαι».
Ο Μιχάλης Κακογιάννης διέθετε μια εκρηκτική ιδιοσυγκρασία, ένα πληθωρικό δυναμισμό, ένα μυαλό ανήσυχο και ανύστακτο, μια κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική ευαισθησία πρωτόγνωρη.
Ήταν μια προσωπικότητα με αντίληψη και κατανόηση για τον κόσμο, πέρα από την τέχνη του. Κάτι που τον βοήθησε στο να επικοινωνεί ακόμη καλύτερα τις ιδέες του, την πρόταση που έφερε για κάθε έργο του, είτε ήταν δικό του, πρωτότυπο σενάριο, είτε διασκευή από άλλη πηγή. Έτσι, ο Κακογιάννης έκανε, ταυτόχρονα έργο τέχνης και προσιτό σε όλους δημιούργημα τη «Στέλλα» του Καμπανέλλη, τον «Ζορμπά» του Καζαντζάκη, την «Ερόικα» του Πολίτη, την «Ηλέκτρα», τις «Τρωάδες» και την «Ιφιγένεια» του Ευριπίδη, τον «Βυσσινόκηπο» του Τσέχωφ.
Ηταν κορυφαίος δημιουργός, μέγιστος σκηνοθέτης, πρωτοπόρος, ρηξικέλευθος. Ο πρώτος και ανεπανάληπτος πρεσβευτής της Ελλάδας στο εξωτερικό. Γιατί ο Κακογιάννης, βγήκε από τα ελληνικά σύνορα, συνεργάστηκε όσο κανένας άλλος με διάσημα ονόματα του παγκόσμιου θεάτρου και κινηματογράφου, και αναδείχθηκε πολυνίκης σε βραβεία και διακρίσεις.
Από τη «Στέλλα», μέχρι το «Βυσσινόκηπο» καθόρισε και προσδιόρισε ουσιαστικά την Ελληνική Τέχνη εντός και εκτός συνόρων. Ο «Αλέξης Ζορμπάς», εκτός από τη αξεπέραστη επιτυχία του ως κινηματογραφικό έργο, άνοιξε διάπλατα τις πύλες για τον Τουρισμό της χώρας, σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη και κατέστησε την Ελλάδα επίλεκτο τουριστικό προορισμό.
Και σε κάθε του έργο, αν και η σφραγίδα της προσωπικότητάς του ήταν ανεξίτηλη, δεν άφηνε απλώς χώρο στους πρωταγωνιστές του, αλλά τους αναδείκνυε, προβάλλοντας το ξεχωριστό τους χάρισμα.
Δεν μπορούμε να φανταστούμε τη «Στέλλα» χωρίς τη Μελίνα, τον «Ζορμπά» χωρίς τον Άντονι Κουίν, το «Κορίτσι με τα Μαύρα» χωρίς τη Λαμπέτη, την «Ηλέκτρα» χωρίς την αξέχαστη Ειρήνη Παπά. Ήρωες όλοι με δυνατό, ελεύθερο πνεύμα, που έρχονται σε σύγκρουση με τον συντηρητισμό, με το συνηθισμένο, με την ηθικολογία. Χαρακτήρες που παλεύουν για τη ζωή, αλλά πλήττονται από τραγικές συγκυρίες.
Για αυτόν τον λόγο δεν είναι παράταιρο στη φιλμογραφία του το μοναδικό ντοκιμαντέρ που γύρισε, το «Αττίλας ‘74», στο οποίο αφηγείται, συνδυάζοντας την προσωπική εμπειρία και την ποιητικότητα της μυθοπλασίας, μια διαφορετική, πραγματική τραγωδία, της εισβολής στην Κύπρο, στην πατρίδα του και καταγράφοντας τον εκτοπισμό, τον θάνατο, την απώλεια.
Το κινηματογραφικό έργο του Κακογιάννη είναι το πιο προσιτό στο ευρύ κοινό, γι’ αυτό και το πιο γνωστό και αναγνωρίσιμο. Όμως παράλληλα σκηνοθετούσε θεατρικές παραστάσεις σε όλο τον κόσμο, στο Σπολέτο, στο Παρίσι, στο Μπρόντγουεϊ, καθώς και όπερα σε μεγάλα λυρικά θέατρα, μεταφέροντας στη σκηνή τη γνώση, την άποψη, την κουλτούρα του.
Ο Μιχάλης Κακογιάννης μας έχει αφήσει μια μεγάλη κληρονομιά με το πλούσιο έργο του. Μας άφησε όμως και την κληρονομιά του Ιδρύματός του, το οποίο από το 2004 στηρίζει τις τέχνες του θεάτρου και του κινηματογράφου και είναι ένα φιλόξενο σπίτι για τους δημιουργούς. Αυτό το όραμα ζωής συνεχίζει με πραγματική αγάπη και αστείρευτη δύναμη η Ξένια Καλδάρα. Ο ίδιος ο Κακογιάννης την έλεγε ψυχή του Ιδρύματος και γνώριζε καλύτερα από όλους πόσο προσωπικό κόπο έχει επενδύσει η Ξένια για να τιμήσει το όνομα και την παρακαταθήκη του έργου του Μιχάλη.
Το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από την έκθεση που τιμά τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Μιχάλη Κακογιάννη, στην οποία, με επιμέλεια του Κωνσταντίνου Ζαμάνη και τη «συμβολή- συμβουλή» του Διονύση Φωτόπουλου, παρουσιάζονται προσωπικά αντικείμενα και ενθυμήματα της σπουδαίας ζωής ενός σπουδαίου ανθρώπου. Μέσα από τη ματιά του και μέσα από την κάμερά του που βρίσκεται εδώ, θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε ακόμη καλύτερα τον κόσμο του Κακογιάννη. Μια τρυφερή, καίρια και διεισδυτική ματιά για τον δικό μας κόσμο.
Ο Μιχάλης Κακογιάννης ήταν αγαπημένος φίλος μου. Όλοι όσοι ο Μιχάλης τίμησε με την φιλία του γινόμαστε πλουσιότεροι κάθε φορά που μιλούσαμε μαζί του. Θυμάμαι τις μακρές συζητήσεις για τον φωτισμό των μνημείων της Αθήνας. Την αγάπη και το πάθος που αφιέρωσε στον φωτισμό του βράχου της Ακρόπολης. Την αγάπη, το πάθος, το όραμα με το οποίο έκανε πράξη την δημιουργία του Ιδρύματος, αλλά και την απελπισία, την θλίψη, την οργή για τις στείρες διοικητικές διαδικασίες. Οι παρεμβάσεις του καίριες, λιτές, κριτικές, ακριβόλογες. Δεν χαρίστηκε σε κανέναν, δεν υποχώρησε πουθενά και για τίποτε. Είμαι ευγνώμων που μου εμπιστεύθηκε τις σκέψεις του, που με έκανε κοινωνό των οραμάτων του».