Του Ιωάννη Χατζηθεοδοσίου,
προέδρου ΕΕΑ και επίτιμου διδάκτορα ΠΑΠΕΙ
Του Ιωάννη Χατζηθεοδοσίου,
προέδρου ΕΕΑ και επίτιμου διδάκτορα ΠΑΠΕΙ
ΤΙΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ημέρες οι ευρωπαϊκές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος καταγράφουν ιλιγγιώδεις αυξήσεις, καταρρίπτοντας διαδοχικά ρεκόρ. Η ανησυχία για την ομαλή ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρώπης στη διάρκεια του χειμώνα εντείνεται μετά και την ανακοίνωση της Gazprom για πλήρη διακοπή λειτουργίας του Nord Stream1. Όπως όλα δείχνουν, η ενεργειακή κρίση θα διατηρηθεί για αρκετό καιρό ακόμη, δημιουργώντας ασφυκτικές πιέσεις στο εισόδημα των νοικοκυριών, παγώνοντας την αγορά και οδηγώντας σε αδιέξοδο χιλιάδες επιχειρήσεις.
ΜΕ ΤΗΝ Ευρωπαϊκή Ένωση να αδυνατεί να συμφωνήσει σε ένα κοινό σχέδιο αντιμετώπισης, οι κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη χαράσσουν εθνικές στρατηγικές, για να ανακουφίσουν τους καταναλωτές από τις επιπτώσεις της ενεργειακής ακρίβειας. Οι περισσότερες χώρες αξιοποιούν ένα ευρύ «οπλοστάσιο» παρεμβάσεων, στο οποίο περιλαμβάνονται -πέραν των άλλων μέτρων- γενναίες μειώσεις φόρων και τελών. Η κυβέρνηση της Γερμανίας μείωσε τους φόρους στα καύσιμα για τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο, ενώ πριν από λίγες μέρες ανακοίνωσε ότι θα μειώσει τον συντελεστή ΦΠΑ στο φυσικό αέριο, από 19% σε 7% έως τον Μάρτιο του 2024, εξαντλώντας τα περιθώρια που επιτρέπει η ευρωπαϊκή νομοθεσία. Πολιτικές μείωσης φόρων και τελών -σε συνδυασμό με μέτρα ενίσχυσης ευάλωτων πολιτών- έχουν εφαρμόσει, επίσης, χώρες όπως το Βέλγιο, η Ιταλία, η Ολλανδία, η Ιρλανδία, η Τσεχία, η Ισπανία κ.ά.
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ η χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος εκτοξεύθηκε πάνω από τα 600 ευρώ/μεγαβατώρα, ενώ στα ονομαστικά τιμολόγια που ανακοίνωσαν οι πάροχοι για τον Σεπτέμβριο, οι αυξήσεις σε σχέση με τον Αύγουστο ξεπερνούν σε ορισμένες περιπτώσεις το 60%. Με τις επιδοτήσεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση επιχειρείται να απορροφηθεί ένα σημαντικό μέρος αυτών των αυξήσεων. Ωστόσο, η μείωση του ποσοστού κάλυψης για τις βιομηχανίες, στο 50% από 67% τον Αύγουστο, σημαίνει ότι θα υπάρξει μετακύλιση του επιπλέον κόστους στις τελικές τιμές. Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι με την πορεία που ακολουθούν πλέον οι τιμές της ενέργειας, το σύστημα των επιδοτήσεων, ως αποκλειστικό μέσο αντιμετώπισης αυτής της κρίσης, δεν είναι ούτε αρκετό ούτε βιώσιμο μακροπρόθεσμα. Είναι ανάγκη η κυβέρνηση να ακολουθήσει το παράδειγμα των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών και να λάβει έκτακτα μέτρα, τα οποία αντιμετωπίζουν την ενεργειακή ακρίβεια στη ρίζα της. Η μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, η θέσπιση πλαφόν στη λιανική τιμή της ενέργειας, καθώς και οι μειώσεις ΦΠΑ σε βασικά είδη, είναι παρεμβάσεις που περιλαμβάνονται στη σχετική «εργαλειοθήκη» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και μπορούν να εφαρμοστούν με άμεσο αντίκρισμα για τους καταναλωτές.
ΟΙ ΜΗΝΕΣ που έρχονται θα είναι δύσκολοι, καθώς τον χειμώνα αναμένεται αύξηση της ενεργειακής κατανάλωσης. Οι επιδοτήσεις δεν λύνουν το πρόβλημα. Αν θέλουμε να μην παγώσουν η αγορά και η κοινωνία, θα πρέπει να ληφθούν οι κατάλληλες αποφάσεις τώρα.