Το βήμα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης δεν συνδέεται με το Κέρας της Αμαλθείας. Αυτό είναι διαπιστωμένο χρόνια τώρα, το επισημαίνουν φέτος και οι ειδικοί επί των οικονομικών, προκειμένου να προϊδεάσουν τον κοινό πολίτη πως ό,τι και να εξαγγείλει σε λίγες μέρες ο πρωθυπουργός κινδυνεύει να μείνει χωρίς εφαρμογή, γράφει ο Γρηγόρης Ρουμπάνης.
Του Γρηγόρη Ρουμπάνη
Το βήμα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης δεν συνδέεται με το Κέρας της Αμαλθείας. Αυτό είναι διαπιστωμένο χρόνια τώρα, το επισημαίνουν φέτος και οι ειδικοί επί των οικονομικών, προκειμένου να προϊδεάσουν τον κοινό πολίτη πως ό,τι και να εξαγγείλει σε λίγες μέρες ο πρωθυπουργός, κινδυνεύει να μείνει χωρίς εφαρμογή.
Για την αλήθεια, εκείνο το οποίο έχει ιδιαίτερη σημασία αυτή τη χρονιά είναι ότι οι σχεδιασμοί παροχών δεν μπορούν να έχουν καμία τύχη, καθώς όλα στην Ευρώπη είναι ρευστά και όποια πρωτοβουλία αναλαμβάνουν οι Βρυξέλλες γύρω από το ενεργειακό, η Μόσχα αποδεικνύει ότι έχει τον τελευταίο λόγο και φέρνει το παιχνίδι στα δικά της μέτρα. Ακόμα μια απόδειξη είναι η απάντησή της στην απόφαση του G-7 για την επιβολή πλαφόν στην τιμή του πετρελαίου, την οποία υιοθέτησε αμέσως η ΕΕ, η Ρωσία απάντησε με οριστική διακοπή της ροής φυσικού αερίου στην Ευρώπη και «πάγωσε» τις τσιμινιέρες της γηραιάς ηπείρου από τώρα.
Η Ευρώπη καταρρέει από μια και μόνο επιλογή της: να ταυτιστεί με τις ΗΠΑ στα παράλογα για τη δική της πορεία ανάπτυξης μέτρα που εξήγγειλαν εναντίον της Ρωσίας. Και δεν είναι μόνο η ΕΕ αυτή που ακολουθεί τη «φωνή του κυρίου της» (με εξαίρεση την Ουγγαρία που έχει χαράξει το δικό της… τρίτο δρόμο, όπως θα έλεγε και μια παλιά ελληνική πολιτική φυσιογνωμία που κυριάρχησε τη δεκαετία του 80). Στον χορό των καταραμένων ομόθυμη μετέχει και η όμαιμη με τις ΗΠΑ Βρετανία, η οποία καθώς φαίνεται έχει ενταφιάσει οριστικά τη διορατική πολιτική του Ουίνστον Τσώρτσιλ, ο οποίος παρά τις αντιθέσεις του με τη Μόσχα (κομμουνιστική τότε), διατηρούσε πάντα τις βαλβίδες συνεννόησης ανοιχτές. Κυρίως όταν ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσει το ναζισμό. Τώρα οι επιφανείς ηγέτες της αναζητούν τρόπο να ζεσταθεί ο οικονομικά αδύναμος πληθυσμός χρησιμοποιώντας τις «τράπεζες θέρμανσης», δηλαδή εκκλησίες, μοναστήρια, γυμναστήρια, αίθουσες εκδηλώσεων κλπ. Εκεί θα ξημεροβραδιάζονται οι Βρετανοί χάριν του Μπόρις Τζόνσον (και όποιον τον ακολουθήσει στην πρωθυπουργία), ο οποίος επιμένει στα μέτρα που επινόησε το επιτελείο του Τζο Μπάιντεν.
Να προμηνύουν όλα αυτά τα φαινόμενα και το τέλος της παγκοσμιοποίησης των ώρα που ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, το πρώτο θύμα της, οδηγείται στα εργαστήρια της Ιστορίας; Θα δείξει και μάλιστα σύντομα, καθώς η αλαζονεία πάντα τιμωρήθηκε και μάλιστα χωρίς αναστολή.
Σ’ αυτό το διεθνές περιβάλλον ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν μπορεί να αναπτύξει πρωτοβουλίες για το λόγο, ότι έχει δεσμεύσει τη χώρα σ’ αυτή την πολιτική, την ώρα που στενάζει στα χρέη ο ιδιωτικός τομέας, με τις οφειλές του στις τράπεζες, την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία να ξεπερνούν τα 250 δισ. ευρώ. Δεν είναι ότι δεν υπάρχουν περιθώρια βελτιώσεων της κατάστασης της ελληνικής οικονομίας και της ζωής του μέσου Έλληνα. Υπάρχουν έξω από τη λογική της παγκοσμιοποίησης αλλά, όπως είναι φυσικό, δεν είναι δυνατόν να αποκηρύξει. Η πολιτική του ύπαρξη (όπως και τόσων άλλων) έχει ταυτιστεί μαζί της.
Πέραν αυτών ως ιδιαίτερα επιβαρυντικό στοιχείο, όπως αναδεικνύεται για ακόμα μια φορά από τα δημοσιεύματα του ξένου Τύπου, είναι το γεγονός ότι η χώρα έχει παγιδευτεί στην περιδίνηση της πολιτικής μιζέριας που έχει γεννήσει η υπόθεση των υποκλοπών, μια διόλου κολακευτική πραγματικότητα για μια δημοκρατία. Σε μια περίοδο, κατά την οποία το ενεργειακό όφειλε να είναι το πρώτο θέμα ενός γόνιμου πολιτικού και επιχειρηματικού διαλόγου (και συνακόλουθα πρωτοβουλιών), κυριαρχεί η καχυποψία και η έλλειψη εμπιστοσύνης: πρώτον της κυβέρνησης που παρακολουθούσε πολιτικούς αντιπάλους της και δημοσιογράφους-ερευνητές, και δεύτερον της αντιπολίτευσης προς την κυβέρνηση για τον ίδιο λόγο αλλά ανάστροφα.
Όποιον μετεωρολόγο κι αν ρωτήσει κανείς, η απάντηση είναι μία. Τέτοιος χειμώνας δεν βγαίνει.