Η παγκόσμια οικονομική κρίση σήμανε αιφνιδιαστικά συναγερμό σε όλες τις ελληνικές επιχειρήσεις, ενώ ο προβληματισμός και η αβεβαιότητα εξακολουθούν να διατηρούν μέχρι σήμερα ένα κλίμα νευρικότητας και ανασφάλειας σε όλους μας.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση σήμανε αιφνιδιαστικά συναγερμό σε όλες τις ελληνικές επιχειρήσεις, ενώ ο προβληματισμός και η αβεβαιότητα εξακολουθούν να διατηρούν μέχρι σήμερα ένα κλίμα νευρικότητας και ανασφάλειας σε όλους μας.
Παρά τα μέτρα αποκλιμάκωσης της χρηματοπιστωτικής κρίσης με την προσδοκία ότι θα αποφορτιστεί το αρνητικό κλίμα και θα ανακουφιστούν οι διεθνείς αγορές, παρατηρούμε καθημερινά να ενισχύονται οι φόβοι για παγκόσμια ύφεση, χωρίς μάλιστα κανείς να μπορεί μέχρι σήμερα να προβλέψει το βάθος, τη διάρκεια και τις επιπτώσεις της.
Οι αρνητικές συνέπειες στην ελληνική πραγματική οικονομία και ο αντίκτυπος στην αγορά και ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις εστιάζονται σήμερα στη στενότητα των κεφαλαίων των επιχειρήσεων, στην έλλειψη ρευστότητας και στην αύξηση του κόστους του χρήματος από τις τράπεζες.
Η διεθνής οικονομική κρίση βρήκε τις ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις χονδρικής και λιανικής σε δύσκολους καιρούς. Τη μεν αγορά εν μέσω βεβαρημένου φορολογικά κλίματος και τον δε καταναλωτή με αρνητική ψυχολογία λόγω ακρίβειας, με αποτέλεσμα να επηρεαστούν ακόμα περισσότερο προς το χειρότερο. Ο καλπασμός της οικονομικής κρίσης σαφώς επηρέασε, τόσο τη συμπεριφορά όσο και τις μέχρι σήμερα συνήθειες του καταναλωτή, με αποτέλεσμα «φτωχοί» και «πλούσιοι» καταναλωτές να περιορίσουν δραστικά την καταναλωτική ζήτηση, ο καθένας φυσικά για διαφορετικούς λόγους. Οι καταναλωτές χαμηλού εισοδήματος δεν αγοράζουν γιατί δεν μπορούν και οι υψηλού εισοδήματος για να μην προκαλούν.
Ακόμη λοιπόν και οι «πλούσιοι του κόσμου» έχουν επηρεαστεί από την κρίση, τόσο στην προσωπική τους ζωή όσο και στις επιχειρήσεις τους, κρίνοντας συνετό να μην ξοδεύουν δημοσίως εν μέσω πιστωτικής κρίσης και κινδύνου για γενικευμένη οικονομική ύφεση, δημιουργώντας έτσι καταναλωτικό έλλειμμα στην εμπορική κίνηση.
Η πρωτοφανής αυτή κρίση, εάν διαρκέσει, θα επιφέρει ισχυρούς τριγμούς στη φερεγγυότητα των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αφού για τους επόμενους δώδεκα μήνες υπάρχει ο κίνδυνος μία στις τρεις να μην μπορεί να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις της και μία στις δυο ενδέχεται να καθυστερήσει τις πληρωμές της.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί επίσης το γεγονός, ότι για έκτο συνεχή μήνα οι ακάλυπτες επιταγές αυξήθηκαν, φθάνοντας το εννεάμηνο τα 815 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση κατά 40% από πέρσι, ενώ δυστυχώς αναμένεται να επιδεινωθούν οι δείκτες ασφυξίας της αγοράς και να συνεχιστεί η μείωση του όγκου πωλήσεων.
Καθώς λοιπόν η κρίση χτυπάει ανελέητα όλους τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι άλλη μια επιπλέον σοβαρή συνέπεια που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε, είναι η συρρίκνωση της απασχόλησης με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Σαφώς και υπάρχουν απορίες και πολλά ερωτήματα γι' αυτή την οικονομική κρίση καθώς επίσης και αλήθειες που δεν μας λένε. Για άλλη μια φορά λοιπόν πρέπει να χρησιμοποιήσουμε το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, τη διαίσθηση της αγοράς και την ψυχραιμία μας, ώστε να ξεπεράσουμε την οικονομική αυτή τρικυμία χωρίς απώλειες.
Ας ελπίσουμε ότι στις 300.000 μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις στη χώρα μας που απασχολούν 850.000 εργαζόμενους έμπορους και υπαλλήλους δεν θα υπάρξουν αρνητικές μεταβολές.
Οι μικρομεσαίοι έμποροι, τόσο στο ξέσπασμα όσο και στη διάρκεια της κρίσης, έδειξαν εμπιστοσύνη στις ελληνικές τράπεζες και το λιγότερο που περιμένουμε είναι να δείξουν και οι τράπεζες την ίδια εμπιστοσύνη σε εμάς και τις επιχειρήσεις μας.
Ολοι καταλαβαίνουμε ότι βρισκόμαστε στο επίκεντρο μας πρωτόγνωρης οικονομικής καταιγίδας και ευχόμαστε να έχει μικρή διάρκεια και ένταση που να μπορούμε να αντέξουμε. Το βέβαιο όμως είναι ότι, τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά την κρίση, οι συνήθειες και η συμπεριφορά των καταναλωτών θα έχουν σίγουρα αλλάξει κατά πολύ, επαναπροσδιορίζοντας και ξανασχεδιάζοντας το χάρτη του μικρομεσαίου επιχειρηματικού χώρου.
Τέλος, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης οφείλει να συμπεριλάβει στο ελληνικό σχέδιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων της διεθνούς κρίσης, την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και την εξασφάλιση της ρευστότητας, αναπροσαρμόζοντας την πιστοδοτική πολιτική των ελληνικών τραπεζών προς τους μικρομεσαίους, αλλά και αναθεωρώντας τα σημεία του σχεδίου του προϋπολογισμού, ώστε να μην επιφέρουν επιπλέον φορολογικές επιβαρύνσεις στις επιχειρήσεις.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ, πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά