Απόψεις
Σάββατο, 20 Αυγούστου 2022 07:12

Το κράτος μπροστά σε νέες προκλήσεις

Του Χαράλαμπου Γκότση

Χρηματοοικονομική κρίση, κρίση του Ευρώ, ελληνική de facto χρεοκοπία, πανδημία, ενεργειακή κρίση, γεωστρατηγικές αμφισβητήσεις και συρράξεις, πληθωρισμός… Μια ολόκληρη αλυσίδα από ανεπιθύμητα φαινόμενα, έχουν θέσει σε αμφισβήτηση αρχές, αξίες και πρακτικές στη λειτουργία των σύγχρονων κοινωνιών. Ταυτόχρονα αποκαλύφθηκαν σοβαρές αδυναμίες του κοινωνικού και οικονομικού παραδείγματος που κυριάρχησε στο δυτικό κόσμο από τη δεκαετία του ογδόντα. Διαμορφωτές και ταυτόχρονα μπροστάρηδες της κυρίαρχης άποψης, υπήρξαν χωρίς αμφιβολία με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές τους, η Margaret Thatcher, πρωθυπουργός του Μεγάλου Βασιλείου και ο Ronald Reagan, 40ος Πρόεδρος των ΗΠΑ.

Ex post διαπιστώνουμε, ότι η μαγική συνταγή για την αντιμετώπιση κάθε προβλήματος, δυσλειτουργίας ή ανεπάρκειας του συστήματος, ήταν πάντα η κατάργηση ρυθμίσεων και ελέγχων καθώς και η αποδυνάμωση του κράτους μέσω των αποκρατικοποιήσεων. Στρατηγικής σημασίας, μέχρι πρότινος κοινωφελούς ή γενικού κρατικού συμφέροντος υπηρεσίες, πέρασαν με τη μέθοδο της μετατροπής σε Μετοχικές Εταιρείες σε ιδιωτικό έλεγχο, όπως τηλεπικοινωνίες, συγκοινωνίες, ηλεκτρικές εταιρείες, υγειονομικές μονάδες, εκπαιδευτικές δραστηριότητες.

Στο όνομα της συρρίκνωσης του κράτους, το προσωπικό του με διάφορες μεθόδους περιορίστηκε, σταμάτησαν οι διορισμοί νέων ενήμερων στις νέες τεχνολογίες και μεθόδους στελεχών, με αποτέλεσμα ο υπαλληλικός πληθυσμός του να  γηράσκει, ανίκανος να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις ενός σύγχρονου αποτελεσματικού κράτους. Κάθε νέος νόμος αποτελούσε για τους θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού πηγή κακού, αφού με τις ρυθμίσεις του εμποδίζει τις δυνάμεις της αγοράς να αυτορυθμίσουν το σύστημα. Αυτά, μέχρι που εμφανίσθηκε το 2008, ως αποτέλεσμα αυτής ακριβώς της πολιτικής, η μεγάλη διεθνής χρηματοοικονομική κρίση, η οποία παρά λίγο έλλειψε να τινάξει την παγκόσμια μπάνκα στον αέρα.

 

Η Χρηματοοικονομική Κρίση έφερε την αμφισβήτηση

 

Αίφνης, υπό την απειλή κατάρρευσης του χρηματοπιστωτικού και οικονομικού συστήματος, χωρίς να υπάρξει ίχνος αντίδρασης (we are all Keynesians now), βιώσαμε μία παλινόρθωση του κράτους, αφού έγινε φανερό ότι η αγορά δεν διασφαλίζει πάντα τα καλύτερα αποτελέσματα, ούτε φροντίζει από μόνη της για την αποκατάσταση της ισορροπίας προς όφελος εργαζομένων, επιχειρήσεων και εντέλει μιας διατηρήσιμης  γενικής κοινωνικής ευημερίας. Άμεσα χρησιμοποιήθηκαν οι κρατικοί προϋπολογισμοί για την εφαρμογή κευνσιανής επεκτατικής πολιτικής με ισχυρές δόσεις deficit spending. Τράπεζες διασώθηκαν με προσωρινή κρατικοποίηση, επιχειρήσεις ενισχύθηκαν με κρατική συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο, ολόκληροι κλάδοι αναδιαρθρώθηκαν. Με εξαίρεση, τις σχετικά υπερχρεωμένες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, στις οποίες επιβλήθηκε εσφαλμένα πολιτική λιτότητας, με στόχο την εσωτερική υποτίμηση, οι κρατικές παρεμβάσεις υπήρξαν πολύ αποτελεσματικές. Ταυτόχρονα οδήγησαν στην κατανόηση της ανάγκης για περαιτέρω ρυθμίσεις στις χρηματοπιστωτικές κυρίως αγορές, προς αποφυγήν παρόμοιων καταστάσεων στο μέλλον, οι οποίες έχουν ήδη θεσπιστεί και εφαρμόζονται. Τώρα, αν αυτές είναι επαρκείς για να μην επαναληφθεί το ίδιο φαινόμενο, αυτό θα το δείξει το μέλλον, όταν μάλιστα δεν έγινε ο απαιτούμενος  διαχωρισμός των ιδρυμάτων σε  εκείνα που ασκούν παραδοσιακή τραπεζική και αυτά που δραστηριοποιούνται στην επενδυτική, η οποία ήταν άλλωστε και η βασική αιτία που δημιούργησε το πρόβλημα. Η προσπάθεια που έγινε στις ΗΠΑ με το νόμο Dodd-Frank βελτιώνει κάπως την κατάσταση, θα ήταν όμως αποτελεσματικότερος αν δεν προβλέπονταν μια σειρά από εξαιρέσεις που αποδυναμώνουν την αποτρεπτική του δράση.

 

Στη συνέχεια βιώσαμε μια διστακτικότητα που εξελίχθηκε σε άρνηση των κρατών να αναλάβουν ευθύνες για την αντιμετώπιση κυρίως των προβλημάτων που σχετίζονταν με τη στήριξη του Ευρώ. Παρά τις εκκλήσεις για συμμετοχή του δημοσιονομικού τομέα στο όλο εγχείρημα, τελικά ένας άλλος υπερεθνικός φορέας, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ανέλαβε το έργο της σταθεροποίησης και εντέλει διάσωσης του κοινού μας νομίσματος.

 

Η πανδημία λειτούργησε ως καταλύτης για το ρόλο του κράτους

 

Η υγειονομική κρίση φανέρωσε ακόμη και στους πλέον δύσπιστους πόσο απαραίτητο είναι ένα καλά οργανωμένο κράτος για την αντιμετώπιση μεγάλων ασύμμετρων απειλών που μπορεί να κληθεί να αντιμετωπίσει μια χώρα, όπως η πανδημία, ένας πόλεμος, μια φυσική καταστροφή ή μια βαθιά οικονομική κρίση. Το ζητούμενο βέβαια δεν είναι αν υφίσταται η θεσμική εξουσιοδότηση για μεγάλου βεληνεκούς παρεμβάσεις, την οποία μπορεί μια κυβέρνηση γρήγορα με νομοθετικές ρυθμίσεις να αποκτήσει, αλλά αν το κράτος διαθέτει τις αναγκαίες υποδομές και οργάνωση για να στηρίξουν τις αποφάσεις. Όταν για παράδειγμα ξέσπασε η πανδημία το 2020 διαπιστώθηκε η ανάγκη για μεγάλο αριθμό κλινών εντατικής θεραπείας, ειδικών γιατρών, εμβολιαστικών κέντρων, αναπνευστήρων, μασκών κλπ., αποτέλεσμα της σταδιακής αποδυνάμωσης του δημόσιου συστήματος υγείας, σε αντίθεση με τον ιδιωτικό τομέα ο οποίος επεκτάθηκε και γιγαντώθηκε. Το βάρος όμως της αντιμετώπισης της κρίσης έπεσε, όπως διαπιστώσαμε, στις αδύναμες και ελλειμματικές πλάτες του ΕΣΥ, ενώ ο ιδιωτικός τομέας προσέφερε ελάχιστα.

 

Η πανδημία βέβαια δε βοήθησε μόνο στην αποκάλυψη των ελλείψεων, αλλά και στην αλλαγή της κατεστημένης άποψης για το ρόλο του κράτους στη νέα εποχή.  Αυτή η αλλαγή δημιούργησε το αναγκαίο ιδεολογικό υπόβαθρο για μια σχετικά επιτυχημένη διαχείριση τόσο των υγειονομικών όσο και των οικονομικών επιπτώσεων. Έκανε φανερό, ότι χρειαζόμαστε ένα ισχυρό κράτος που να είναι σε θέση να προστατεύει τους πολίτες, να σταθεροποιεί τη λειτουργία των δομών και να προάγει τις καινοτομίες ανοίγοντας δρόμους στην ιδιωτική πρωτοβουλία για να προσθέσει διαχρονικά αξία στις ενέργειές του με την απαιτούμενη μόχλευση.

 

Η πρώτη έμπρακτη απόδειξη της αλλαγής ξεδιπλώθηκε με την κρατική χρηματοδότηση της ανάπτυξης και παραγωγής του εμβολίου για τον covid 19. Η κινητοποίηση των κρατών σε συνεργασία και με τον ιδιωτικό τομέα, οδήγησε σε χρόνο ρεκόρ στην ανάπτυξη και κυκλοφορία του σωτηρίου εμβολίου, παρά τις αρχικές αστοχίες της Ευρωπαϊκής  Επιτροπής σε ότι αφορά τις ανεπαρκείς αρχικές παραγγελίες.

 

Στη συνέχεια ακολούθησε και η αλλαγή πλεύσης στον οικονομικό τομέα. Δημιουργήθηκε το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, μέσω του οποίου θα υλοποιηθούν οι στόχοι του προγράμματος “NextGeneratioEU”. Με συνολικά 723,8 δις Ευρώ διαθέσιμα κεφάλαια σε επιχορηγήσεις και δάνεια για πρώτη φορά η Ευρωπαϊκή Ένωση δανείστηκε αμοιβαία για λογαριασμό των κρατών, ώστε να συμβάλλει στην επούλωση των επιπτώσεων στις οικονομίες των χωρών, οι οποίες επλήγησαν από τις ζημιές που επέφεραν τα αλλεπάλληλα Lockdowns.  Με κριτήριο το μέγεθος της ζημιάς που υπέστη κάθε χώρα ενισχύονται τα κράτη με σημαντικά ποσά για τη χρηματοδότηση επενδυτικών προγραμμάτων. Ένα σημαντικό τμήμα των κεφαλαίων, περί το 30%, θα πρέπει υποχρεωτικά να διατεθεί σε προγράμματα που ενισχύουν την αειφόρο ανάπτυξη, κυρίως στον τομέα της ψηφιακής θωράκισης καθώς και της πράσινης μετάβασης. Πρόκειται για μια ιστορική απόφαση, η οποία αναδεικνύει την αλληλεγγύη ως επενδυτικό  εργαλείο που συνδέει το παρόν με το μέλλον. Μια μοναδική ευκαιρία, κυρίως για τις χώρες του Νότου, η οποία αν αξιοποιηθεί σωστά, είναι σε θέση να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο και να οδηγήσει τις χώρες σε μεγάλες περιόδους διατηρήσιμης ανάπτυξης. Αρκεί να απαλλαγούμε από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος, που εμποδίζουν κάθε νέα δραστηριότητα, η οποία βρίσκεται έξω από το πεπατημένο πλαίσιο. Να ενσωματώσουμε στους σχεδιασμούς μας την πολιτική καινοτομίας, που έχει ορίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να δώσουμε χώρο και πόρους σε νέες επιχειρηματικές προσπάθειες, όπως οι Startups, το Clustering ή η τεχνητή νοημοσύνη. Στόχος δεν θα πρέπει να είναι απλά η απορρόφηση των πόρων, αλλά η καλύτερη αξιοποίησή τους με το βλέμμα και το μυαλό στο μέλλον.

 

Αναγκαία η συνέχιση της αλλαγής

 

Η πρόσφατη εμπειρία με τις αλλεπάλληλες κρίσεις μόνο εφησυχασμό δεν επιτρέπει. Γνωρίζουμε πλέον σχεδόν με βεβαιότητα, ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες. Οι πολεμικές συρράξεις πολλαπλασιάζονται, η παγκοσμιοποίηση όπως τη γνωρίσαμε πνέει τα λοίσθια, ενώ προετοιμάζεται πυρετωδώς η διχοτόμηση του πλανήτη σε δύο σφαίρες επιρροής. Ταυτόχρονα βιώνουμε σε καθημερινή βάση τη ραγδαία επιδείνωση της κλιματικής αλλαγής, η οποία απειλεί τα υπαρξιακά μας θεμέλια.

 

Είναι αυτονόητο, ότι για να ανταπεξέλθουμε σ αυτές τις προκλήσεις χρειαζόμαστε ένα αποτελεσματικό κράτος. Όχι κατ’ ανάγκην μεγαλύτερο, αλλά με ποιοτικότερες υποδομές και με καλύτερη, σύγχρονη οργάνωση. Η παραδοσιακή διαχείριση των κρατικών υποθέσεων, οι παρεμβάσεις στον κοινωνικό τομέα και της τακτικής του «βλέποντας και κάνοντας» έχει παρέλθει. Χρειαζόμαστε ένα κράτος με ενεργό συμμετοχή με κευνσιανά χαρακτηριστικά, με αξιόμαχους και αποτελεσματικούς οργανισμούς. Μόνο με την παρουσία του κράτους είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε ένα οικονομικό και κοινωνικό  οικοδόμημα, ανθεκτικό στις μεγάλες προκλήσεις. Να διασφαλίσουμε την κοινωνική συνοχή και ασφάλεια για όλους. Να προσφέρουμε υποδομές και κοινωφελείς υπηρεσίες αντάξιες της εποχής μας. Να διασφαλίσουμε και εμβαθύνουμε τα δημοκρατικά δικαιώματα όλων των πολιτών. Τέλος, να προωθήσουμε πολιτικές προστασίας του περιβάλλοντος στο οποίο ζούμε, εργαζόμαστε, οικονομούμε, αθλούμαστε και στηρίζουμε τα μελλοντικά μας σχέδια. Το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι: Μα μόνο του το κράτος θα τα καταφέρει όλα αυτά; Και βέβαια όχι. Με την ενεργό παρουσία και συμμετοχή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, με αναθέσεις έργων, με προσφυγή στις ειδικότερες γνώσεις, δεξιότητες και εμπειρίες οντοτήτων του ιδιωτικού τομέα, φυσικά. Όμως, μόνο η ενεργός συμμετοχή του κράτους είναι σε θέση να καθορίσει την κατεύθυνση, την ταχύτητα και το περιεχόμενο της όποιας αλλαγής. Αυτήν την εγγύηση, μιας αλλαγής με κοινωνικό αντίκρισμα μόνο το κράτος μπορεί να προσφέρει.

 

*Καθηγητής Οικονομικών, τ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφλαιαγοράς